United States or Algeria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όλοι είστε στις χαρές, θεοί· κι' εσύ κρατώντας λύρα, κακό κορμί, πάντα άπιστε, ξεφάντωνες στη μέσηΤότες -γυρίζει κι' απαντάει του Κρόνου ο γιος ο Δίας «Ήρα, μη θες δα τους θεούς και τόσο ν' αποπαίρνεις 65 Όχι, ίσα δε θα τιμηθούν· μα απ' όσους καν κι' η Τροία έχει θνητούς, κάλια οι θεοί τον Έχτορα αγαπούσαν.

Ηταν χρεία πριν αντέσης Να το κάμης, να κερδέσης· Να αλλάζης όμως τώρα Γνώμη, φίλε, δεν είν' ώρα, Τ' αποκρίθηκεν εκείνη, 1215 Τι ωφέλια δε σου δίνει· Α ρ κ ο ύ δ α, κ α ι Λ ι ο ν τ ά ρ ι. Αρκούδα από 'ναν λόγγο Μεγάλη, δυνατή, Να κυνηγήση βγαίνει, Στον κάμπο περπατεί. 1220 Κι' αλλούθε το Λιοντάρι Στο δρόμον απαντάει, Οπού θροφή κι' εκείνο Πηγαίνοντας ζητάει·

Τότες ο Αίας τ' απαντάει, ο γιος του Τελαμώνα «Νιδιέ, όλα αφτά του Έχτορα κοπιάστε ναν τα πείτε· τι αφτός ζητούσε ναν του βγουν σε μάχη οι πιο καλοί μας. 285 Ας κάνει αρχή· όχι δε θα πω, αν πρώτα αφτός θελήσει

Τότε ο τεχνίτης απαντάει θεός απ' τ' αργαστήρι «Τι λες, καλέ; Θεά 'ναι αφτή που σέβουμαι λατρέβω, που μ' έσωσε όταν έπαθαμε το να πέσω αλάργα395 από λωλιά της μάννας μου, που η σκύλα να με κρύψει ζητούσε, τι είμουνα χωλός. Θα σβούσα τότε ο έρμος, η Θέτη αν δε με δέχουνταν στα βαθιά κι' η Βρυνόμη, κόρες κι' οι διο τους τ' Ωκιανού με το πλατύ το ρέμα.

Τότες γυρίζει κι' απαντάει ο δυνατός Διομήδης «Ναι, στέκω εγώ και καρτεράω· μα μακρινή δε θάναι θαρρώ η αλάφρωση από μας, τι νίκη να μας δώσει δε θέλει ο Δίας τώρα πια, μον να! στους Τρώες θέλειΕίπε, και χάμου το Θυμπριό τον γκρέμισε οχ τ' αμάξι 320 τρυπώντας τον στ' αριστερό βυζί του· κι' ο Δυσσέας τον παραγιό του κάρφωσε, το θεϊκόνε Μόλιο.

Τότες η γελιαγάπητη της απαντά Αφροδίτη 375 «Με λάβωσε ο λιοντόκαρδος Διομήδης του Τυδέα, γιατί έβγαζα όξω απ' τη σφαγή το γιο μου, τον Αινεία, την πιο πολύτιμη ψυχή που λαχταρώ στον κόσμο. Γιατί δεν είναι η μάχη πια τώρα Αχαιών και Τρώων, μα αν αγαπάς οι Δαναοί και με θεούς χτυπιούνται380 Κι' η Διώνη, η σεβαστή θεά, της απαντάει διο λόγια «Παρ' το, παιδί μου, απόφαση, και μη σε τρώει η λύπη.

Έτσι έρχουμαι στα πόδια σου να πέσω τώρα, αν θέλεις του γοργοπέθαντου μου γιου ασπίδα ναν του δώκεις, τσαπράζα, και τουσλούκια διο με τεριαστά θηλύκια, και κράνος· τι όσα αν είχε πριν, παν ο πιστός του βλάμης 460 τού τάχασε, κι' αφτός βογγάει με δίχως όπλα χάμουΤότε ο πιδέξος απαντάει και ξακουστός τεχνίτης «Έννια σου, Θέτη· συλλογή αφτό μην τόχει ο νους σου.

Τότες γυρίζει κι' απαντάει ο δυνατός Διομήδης «Σ' ένιωσα, αμάλαγη θεά, του Δία θυγατέρα, 815 και λέφτερα θενά σ' το πω, το λόγο δε θα κρύψω. Εμένα φόβος άκαρδος δε μ' έπιασε και δείλια, παρά δικές σου συμβουλές έχω στο νου μου ακόμα.

Ολοφάνερο, όσο τυφλός κι' αν είσαι, πως τώρα οι Τρώες μπλέξανε μες στου χαμού τα δίχτιαΕίπε, και ζητωκράβγασαν με μια φωνή οι Αργίτες, τι με καμάρι τ' άκουσαν τα λόγια του Διομήδη. Τότες του κράχτη τ' απαντάει ο βασιλιά Αγαμέμνος 405 «Νιδιέ, να! ακούς και μόνος σου των Αχαιών το λόγο, τι κραίνουν· να λοιπόν κι' εγώ τα ίδια αποφασίζω.

Τότε απαντάει τ' Ατρέα ο γιος, ο πρωταφέντης τ' Άργους «Ω γέρο, του Νηλέα γιε, των Αχαιών καμάρι, τον Αγαμέμνο εδώ θωράς, π' απ' όλους πέρα ως πέρα πιότερο ο Δίας μ' έψησε και θα με ψήσει ακόμα, όσο μου μένει ανασασμός και στέκουμαι στα πόδια. 90 Γυρνώ έτσι, τι στα μάτια μου γλυκός δεν κάθεται ύπνος, που ο πόλεμος μ' ανησυχεί και του στρατού τα πάθια.