United States or Benin ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και το υπόφραγμα γέμιζεν από ναύτες, καθισμένους στους πάγκους ή απλωμένους κάτω στη λαμαρίνα. Σ' όλων τα πρόσωπα η καλοσύνη τράβηξε μια πινελιά κι' η ωμορφάδα άλλη μία. Το ένα τραγούδι, κ' ύστερα τ' άλλο, και το άλλο. Στο υπόφραγμα βασίλευε το φως και η χαρά.

Περνούσεν ο ένας ναύτης μπροστά από τον άλλο, σταματούσε, κάτι τούλεγε, σταματούσε για να τον κυττάξει, και ύστερα ο καθένας προχωρούσε στη διεύθυνσή του. Οι φωνές και οι βρυσιές στο υπόφραγμα μπόλικες. — Είναι το θαμπό φως που κάνει τους ναύτες έτσι ευκολοερέθιστους, είπεν ο Ρένας, και σε κανένα δεν κάνει εντύπωση. Διαρκώς ακούονταν. — Μίλα καλά, λέω γω. — Αυτό που σου είπα. Γκαπ-γκουπ.

Προσπαθούσε να καταλάβει την αρχή και την αιτία κάθε ομιλίας, και δειχνότανε τόσο ευχαριστημένος σανσύμφωνα με την ιδέα τουτο κατάφερνε. — Έγινα λοιπόν φιλόσοφος; Ρωτήθηκεν ο Ρένας κατεβαίνοντας στο υπόφραγμα. Φιλόσοφος ή ποιητής; Κάποιος ναύτης σκύβοντας από το βάρος ενός σχοινιού τον έσπρωξε λίγο με το φορτίο του, κι' ύστερα τον ρώτησε: — Μα δεν κάνεις καμιά δουλειά συ όλη την ημέρα;

Και πήγανε μαζί χεροπιασμένοι στο πρυμναίο υπόφραγμα απ' όπου έρχονταν οι ήχοι μιας φυσαρμόνικας και εύθυμες φωνές. Είδε το υπόφραγμα να είχε μαλακώσει, να θερμάνθηκε και να γέμισεν από καλοσύνη. Από τη στιγμή που οι πρώτες νότες, μελένιες, κατευναστικές, απαλές, ξέφυγαν από τ' όργανο, οι δυνατές φωνές, οι διαπληκτισμοί και οι βρυσιές, είχανε σβύσει.

Όταν χαθήκανε οι γυναίκες κατεβαίνοντας με τον υπαξιωματικό το κάτω υπόφραγμα, ο Ρένας αισθάνθηκεν ένα πολύ δυνατό κλονισμό. Πηδήσανε το πρώτο σκαλοπάτι, ανάλαφρες σαν πουλιά, και σηκώθηκε λίγο η φούστα τους. Της μιας ο αστράγαλος ψήλωσε σ' ένα κομμάτι κνήμης αισθαντικής και ευτυχισμένης.

Ήταν το τρεχαντήρι που πέρασε κάπως μακριά με τα πανιά σα σπαθιά· κι' ήταν το λιμανάκι πέρα που μόνον οι βάρκες ορίζανε την ύπαρξή του· κι' ήταν ο νέος σημαιοφόρος που πέρασεν από πίσω του με τα παπούτσια του που τρίζανε σα να περπατούσε πάνω σε κόκκαλα· κι' ήταν μια φυσαρμόνικα κάτω στο υπόφραγμα που δεν ταραζότανε τώρα από τα τραγούδια παρατημένη μισάνοιχτη στην άκρη ενός πάγκου.,, Και ήταν ότι νάβλεπεν από κει σαν ψεύτικο, σα να τόβλεπε μέσ' από τζάμι ή μέσα στην αντανάκλαση του νερού.

Η κατάσταση δεν είναι δω καθόλου φυσική περπατάς πάντοτε με σκυμένη τη ψυχή στα χαμηλά αυτά διαμερίσματα. Μέσα στο υπόφραγμα υπήρχε πολυμορφία σε κίνηση. Οι ναύτες παραμερίζανε πολλές φορές και σιάχνανε την στάση του σώματός τους για να περάσει ο ανώτερος. Τους κατώτερους τους έσπρωχναν. Από τους ίσους ζητούσαν κάποτε συγγνώμη. Μπροστά στους φίλους μεταμορφώνανε το πρόσωπό τους σε χαμόγελο.

Ο καμαρώτος είχε μικρότερα και ταχύτερα βήματα, σα να βάδιζε σε σάλα. Οι χωρίς δουλειά ναύτες κινούσαν τα χέρια τους και είχανε την αστάθεια της παλάντζας στο περπάτημά τους. Όσοι τελειώσανε την δουλειά τους στηλώνανε την μέση και πηγαίνανε με τα χέρια στις τσέπες. Όσοι φέρνανε την καραβάνα του φαγιού σιγολέγανε κάποιο τραγούδι. Μηρμυκοφωλιά το υπόφραγμα απαράλλακτη.

Σκέφτηκε: — Αν δεν προχωρήσει το απόβραδο, περισσότερο από το σημάδι αυτό, κι' αν μείνει η πλάση όλη ένα απόβραδο. τι θα γίνει ο κόσμος! Μετά το βραδυνό συσσίτιο ήρθεν ένας υποχρεωτικός δίοπος να τον πάρει στο διαμέρισμά του. — Έχομε διασκέδαση στο υπόφραγμα, δεν το ξέχασες, του είπε.

Το έργο της μουσικής δημιουργούσε, δούλευε το σκληρό πυλό της ψυχής, μαλάκωνεν αισθήματα, έχτιζε παλάτια, έδειχνε γαλάζα χρώματα άλλων ουρανών. — Το ίδιο όπως στα πρώτα χρόνια, σκέφτονταν ο Ρένας, με τη διαφορά πως τότε είχαμε ένα χάλκινο σουράβλι, αντί για την τωρινή φυσαρμόνικα.,, Σαν χτύπησεν η σάλπιγκα κατάκλιση, αυτός άφησε το υπόφραγμα κι' ανέβηκε στο κατάστρωμα.