Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 6 Μαΐου 2025
Τα δύο της παιδία, καθήμενα επί της ψάθης, έπαιζαν, η Λενιώ με την κούκλαν της, ο Μανώλης με το καραβάκι του. Η πρώτη πενταέτις εδοκίμαζε να ειπή ένα παραμύθι εις τον δεύρον, τετραετή, όστις έχασκε να την ακούη. Ήρχιζε δε πάντοτε από στίχους: Άδζα μάννα, βάτος μαμή, αητός μ' επήρε . . . Σχεδόν δεν είξευρε να ειπή άλλα. Αλλά και τόσα ήρκουν διά τον Μανώλην.
Ησθάνετο ότι έπιπτεν εις μίαν άβυσσον, αλλά συγχρόνως εδοκίμαζε μεγάλην ευεξίαν και ενόμιζεν εαυτόν ευτυχή. Τω εφαίνετο ότι κάποια θεότης επλανάτο επ' αυτού. Εν τούτοις ο Γλαύκος είχε τελειώσει το πλύσιμον του επί της κεφαλής τραύματος και επέθετεν επ' αυτού αλοιφήν. Η Λίγεια προσήγγισεν εις τα χείλη του τραυματίου κύπελλον ύδατος και οίνου. Εκείνος έπιεν απλήστως.
Το μυστηριώδες τούτο κλαύμα ματαίως εδοκίμαζε να κατασιγάση με το άσμα το παραπονετικόν και ρεμβώδες, το οποίον υπεψιθύριζε. Μανούλα μου, ήθελα να πάω, πάω να φύγω να μισέψω του ροιζικού μου από μακρυά την πόρτα ν' αγναντέψω. στο σκοτεινό βασίλειο της Μοίρας να πατήσω, κ' εκεί να βρω τη Μοίρα μου, και να την ερωτήσω . . .
Προσέτι εδοκίμαζε να κατασκευάζη κουμπούρες, πιστόλια, μικρά κανονάκια, και άλλα φονικά όργανα. Όλα τα λεπτά, όσα εκέρδιζεν από της κούκλες, τ' αγαλμάτια και τας προσωπίδας, και δεν τα έπινε, τα ηγόραζε πυρίτιδα. Και ο ίδιος είχε δοκιμάσει να κατασκευάζη έν τοιούτον προϊόν.
Μετ' ολίγον η λέμβος, απομακρυνθείσα της ερημονήσου, έπλεε προς τον Αγνώντα, σφοδρώς ωθουμένη υπό του μαΐστρου, εν ώ ο καπετάν-Παρμάκης, ανοίξας το κλειδοπίνακόν του, παρέθηκεν άφθονον το γεύμα ενώπιον του αλιέως, όστις οσάκις εδοκίμαζε να παραπονεθή, ή ν' αναμνησθή τον κυρ- Δημάκην, έβλεπε πάντοτε την μεγάλην φλάσκαν κλείουσαν το στόμα του, ην έτεινε προς αυτόν ο πρώην πλοίαρχος: — Πιέ, πιέ, γέρω-γαλιέ, και λούφαξε!
Την δεκάτην ημέραν αφ' ης εκυρίευσε την Μέμφιν ο Καμβύσης, εκάθισε προς περιφρόνησιν είς τι προάστειον μετ' άλλων Αιγυπτίων τον βασιλέα Ψαμμήνιτον βασιλεύσαντα έξ μήνας μόνον και εδοκίμαζε την γενναιότητα της ψυχής αυτού διά του ακολούθου τρόπου.
Είχεν αρχίσει να χωρατεύη ολίγον με τον Βαγγέλην, άκακα να τον πειράζη. Μίαν πρωίαν, καθώς έβγαινεν εκείνος με το λαγούτο από την κάμαρη, του ήρπασε με θάρρος το λαγούτο, το ακούμβησεν επί του βραχίονός της, κ' εδοκίμαζε με το πλήκτρον να βγάλη φωνάς.
Εκεί επάνω, πριν διέλθωσι την γέφυραν από την σιδηρόπορταν του Κάστρου, ηκούσθησαν φωναί· — Ποιοι είστε; ποιοι είστε; Και αντήχησε βαρύς ο τριγμός των εσκωριασμένων στροφέων, ως να εδοκίμαζέ τις να κλείση έσωθεν την σιδηράν πύλην. Ηκούσθη δε και μικρός κρότος, ως ο της υψώσεως σκανδάλης τουφεκίου. — Καλοί! καλοί! πατριώτες! απήντησεν ο μπάρμπα-Στεφανής. Μα εσείς ποιοι είστε;
Άγριος εφύσα βορράς, οργώνων βαθέως τα κύματα, και η μικρά φελούκα διά να μην αρμενίζη κατεπάν' τον αέρα, είχε μαϊνάρει το πανί της, και είχε μείνει ξυλάρμενη και ωρτσάριζε κ' εδοκίμαζε να κάμη βόλταις. Του κάκου.
Λοιπόν σχεδόν είναι ευνόητον ότι οι τοτινοί ενόμιζαν ότι η διάταξις αυτή δεν θα είναι μόνον διά την Πελοπόννησον χρήσιμος αλλά και δι' όλους τους Έλληνας, εάν εδοκίμαζε κανείς από τους βαρβάρους να τους αδικήση, καθώς μίαν φοράν οι κατοικούντες εις τα μέρη της Τροίας, βασιζόμενοι εις την δύναμιν των Ασσυρίων, η οποία ήκμαζεν εις την εποχήν του Νίνου, με το θράσος των επροκάλεσαν τον πόλεμον εναντίον της Τροίας.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν