United States or Albania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είπε κ' επροπορεύθηκε κείνου η Παλλάδ' Αθήνη γοργά, και αυτός εβάδιζεν εις της θεάς τα χνάρια. και οι Φαίακες οι ναυτικοί ποσώς δεν τον νοήσαντη μέση τους ως διάβαινε την πόλιν, ότ' η Αθήνη, 40 καλόκομη, δεινή θεά, δεν άφινε, αλλ' ομίχλην του έχυσε ολόγυρα πυκνήν, ότι γι' αυτόν πονούσε. και τους λιμέναις θαύμαζεν αυτός και τα ίσια πλοία, ταις αγοραίς, 'που εκάθιζαν οι ήρωες, και τα τείχη μακρυά, ψηλά, ξυλόφρακτα, 'π' όποιος τα ιδή θαυμάζει. 45 και ότ' έφθασαντου βασιληά τα υπέρλαμπρα παλάτια, η θεά τότε ωμίλησεν, η γλαυκομμάτ' Αθήνη• «Ιδού, ξένε πατέρα μου, το σπίτι οπού μου λέγεις• να δείξω• τώρ' αυτού θα ευρής τους θείους βασιλείς μας εις το τραπέζι• μέσα εσύ προχώρα, και η ψυχή σου 50 ας μη δειλιάση• ο θαρρετός άνδρας εις κάθε πράξι κάλλια προκόβει και αν αυτός έλθη από ξένα μέρη. την δέσποινα πρώτα θα ευρήςτα μέγαρα• και Αρήτη την ονομάζουν ταιριαστά• κ' εκείνη έχει προγόνους τους ίδιους, 'που κατάγεται ο Αλκίνοος βασιλέας. 55 και πρώτα τον Ναυσίθοον ο σείστης Ποσειδώνας γέννησε και η Περίβοια, 'π' ασύγκριτητα κάλλη ήταν του Ευρυμέδοντα νεωτάτη θυγατέρα, μεγαλοψύχου βασιληά των προπετών Γιγάντων• αλλ' έχασε τον ασεβή λαόν, κ' εχάθη εκείνος. 60 ο Ποσειδώνας απ' αυτήν έλαβε τον γενναίον Ναυσίθοον, 'που βασιληάς εγίνη των Φαιάκων, κ' έλαβ' υιούς Ρηξήνορα και Αλκίνοον• τον πρώτον εκτύπησ' ο αργυρότοξος Απόλλωνας νυμφίον 'ς τ' άκληρο σπίτι, όπ' άφινε μιαν μόνην θυγατέρα, 65 'π' ο Αλκίνοος νυμφεύθηκε κατόπι, την Αρήτη• και αυτήν ετίμησε ως καμμιά γυναίκα δεν τιμάταιτον κόσμον άλλη απ' όσαις ζουνανδρός την εξουσία• τόσον ολόψυχα τιμούν εκείνην και δοξάζουν τ' αγαπημένα τέκνα της, ο Αλκίνοος και μ' εκείνους 70 όλ' οι λαοί, 'π' ως εις θεάεκείνην αναβλέπουν, κ' εγκάδια την καλολογούν την πόλι ότε διαβαίνει• ότι με νουν λαμπρότατον και αυτ' είναι στολισμένη, και, όπου αγαπά, και των ανδρών ταις διαφοραίς διαλύει. αν ίσως σ' ελεημονηθή και σ' αγαπήση εκείνη, 75 θάρρου, θα ιδής τους ποθητούς, ογλήγορα θα φθάσηςτο σπίτι το υψηλόσκεπο, 'ς την γην την πατρικήν σου».

Εκείνοι θα τον έβαλαν τον γέρον να φονεύση, με την ιδέαν να χαρούν τα εισοδήματά του. Έλαβ' απόψε δι' αυτούς της αδελφής μου γράμμα και με προειδοποίησε τα μέτρα μου να λάβω. Ανίσως έλθουν εις εμέ να τους φιλοξενήσω, εγώ θα λείπω. ΚΟΡΝ. Ούτ' εγώ, Ρεγάνη, δεν θα μείνω. Εδμόνδε, 'ς τον πατέρα σου εφέρθηκες μου είπαν, ωσάν φιλόστοργος υιός. ΕΔΜ. Το χρέος μου, αυθέντα.

Αλλά πεισθήτε και εσείς· κάλλιο 'ναι να πεισθήτε. Ούτε εσύ, ωσάν καλός, την κόρην μη τον παίρνης, Μον άφσ', καθώς οι Αχαιοί του την έδωκαν δώρον. Μήτε Πηλείδη και εσύ θέλε, ν' αντιλογίζης Τον βασιλέα· επειδή ποτέ βασιλεύς άλλος Απ' όσους τίμησεν ο Ζευς, δεν έλαβ' όμοιαν δόξαν. Ειδέκ' εσ' είσαι δυνατός, κ' έχεις θεάν μητέρα, Αυτός πλην είν' καλλίτερος· πλειότερους ορίζει.

ΚΕΝΤ Και απέδειξε την λύπην της η βασίλισσα, όταν της έδωκες τα γράμματα; ΙΠΠΟΤ. Τα έλαβ' απ' το χέρι μου, τ' ανέγνωσεν εμπρός μου, και πού και πού εστάλαζε ένα μεγάλο δάκρυτα εύμορφά της μάγουλα. Ενόμιζες πως θέλει κ επάνω εις την λύπην της βασίλισσα να είναι· κ' η λύπη δεν υπήκουε, αλλ' επαναστατούσε κ' εις την ψυχήν της ήθελε να βασιλεύη μόνη. ΚΕΝΤ Ω! Εταράχθηκε πολύ;