Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 14 Μαΐου 2025
Εγώ είμαι εκείνος ο ταλαίπωρος Χαν των Νογαΐδων· εσύ βλέπεις την γυναίκα μου και τον υιόν μου· ηθέλομεν έχει μεγάλον άδικον να μη σου φανερωθούμεν, ύστερον από τόσην δεξίωσιν και θάρρος που μας έδειξες· ελπίζω όμως ότι εις ετούτην την περίστασιν με την συμβουλήν σου θα μας βοηθήσης διά να έβγωμεν από τούτον τον κίνδυνον.
Σου πειράζουν τα νεύρα! και δεν σου πειράζει τα νεύρα λοιπόν η δυστυχία, την οποίαν πολύ γρήγορα θα φέρης εις το σπίτι σου, η πτωχεία και η πείνα, την οποίαν μας ετοιμάζεις, η ατιμία . . . Θεέ μου! . . . Και η ταλαίπωρος μήτηρ μη κατορθώσασα να συμπληρώση την φράσιν της, εκάλυψε το πρόσωπον αυτής διά των χειρών και ερράγη εις λυγμούς.
— Διά το τίποτε; αντήχησεν ο λάρυγξ του Γύφτου. — Με μικράς υπηρεσίας και εκδουλεύσεις. — Τι εκδουλεύσεις; ηρώτησε μετά μεγίστης περιεργείας ο Πρωτόγυφτος. — Εκδουλεύσεις φιλικάς. Και όχι δυσκόλους. Ο κύριός μου ο ταλαίπωρος έχει καϋμόν, διότι ο κόσμος ο μικρός δεν του θέλει το καλόν του. Είνε αληθές ότι οι μεγάλοι είνε όλοι φίλοι του.
Ο ταλαίπωρος Περεγρίνος ή, όπως αυτός ηρέσκετο να αυτονομάζεται, ο Πρωτεύς, έπαθεν ακριβώς ό,τι και ο Πρωτεύς του Ομήρου• διότι αφού υπέστη μυρίας μεταμορφώσεις και περιπετείας, χάριν της διαφημίσεως• επ' εσχάτων μετεμορφώθη και εις πυρ• υπό τοσαύτης δοξομανίας κατείχετο.
Ω! ανεφώνησεν η ταλαίπωρος θαλαμηπόλος, και το επιφώνημά της εκείνο, όπερ εξέφραζε κόσμον ολόκληρον αισθημάτων, διέτρεξεν εν μια στιγμή όλην την κατιούσαν φωνητικήν κλίμακα. — Τι θα ειπή, ω! αφού θα σε πάρω, αφού όσα έχω είνε δικά σου, και όσα έχεις είνε δικά μου; — Ναι, αλλά . . . . — Έλα τόρα . . . ανοησίαις! Μ' αυτήν την μετοχήν ημπορούμεν να κάμωμεν παράδες, το ξεύρεις;
Και έτσι λέγοντας επρόσταξε τον τζελάτην του, να κόψη την κεφαλήν του Χασάν εις το μέσον της αυλής του. Ο ταλαίπωρος Χασάν εφέρθη κακώς, έχοντας από τον τζελάτην εις την μέσην της αυλής, που ήτον συναγμένος άπειρος λαός, διά να ιδούν τον θάνατόν του.
Μετ' ολίγας στιγμάς ησθάνθην αυτόν πλησιάσαντα εις δειλόν τινα και ωχρόν κύριον, ούτινος η μαραμμένη μορφή ενέφαινε κάματον, ανησυχίαν, και πεζότερόν τι ίσως έτι συναίσθημα, το της πείνης. Τις οίδε πόσην ώραν είχεν ο ταλαίπωρος να φάγη. — Λοιπόν, κυρ Θοδωράκη, δεν θα κάμωμεν τίποτε; ηρώτησεν επαγωγώς μειδιών ο κυρ Γιάννης. Δεν θα μου δώσης ένα δεκάρι εις τα σαρανταεννηά;
Εκεί ολόγυρα ήσαν πολλοί ντζουντζέδες, και ένας από αυτούς διά να προξενήση γέλοιον εις τους περιεστώτας ήλθε και μου έπιασε το χέρι και με εβίαζε να χορέψω· μα εγελάσθη ο ταλαίπωρος, επειδή και εκεί που με εβίαζε του εκτύπησα ένα μπάτσον τόσον σφοδρόν που αντραλωμένος ήλθε κατά γης.
Σπανίως την είδα έκτοτε, και δεν ηξεύρω τι γίνεται τώρα, οπότε είναι απλή θυγάτηρ της Εύας, όπως όλαι. Αλλ' εγώ επλήρωσα τα λύτρα διά την ζωήν της. Η ταλαίπωρος μικρή μου κατσίκα, την οποίαν είχα λησμονήσει προς χάριν της, πράγματι «εσχοινιάσθη»· περιεπλάκη κακά εις το σχοινίον, με το οποίον την είχα δεμένην, και επνίγη! . . . Μετρίως ελυπήθην, και την έκαμα θυσίαν προς χάριν της.
Δεν ελπίζω μόλα ταύτα να τύχωσι προσοχής αι θεωρίαι μου, ως συμβαίνει εις αυτόν τον κόσμον δι' όλους τους ορθούς και λογικούς νεωτερισμούς. Και η ταλαίπωρος ανθρωπότης θα εξακολουθή να βασανίζεται, κατά την ωραιοτέραν της ηλικίαν, διά να διασκεδάση και ν' απολαύση όταν δεν θα έχη πλέον δόντια.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν