United States or Puerto Rico ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κατά την αυτήν εποχήν ο Λάμις, φέροιν ωσαύτως αποικίαν εκ των Μεγάρων, έφθασεν εις την Σικελίαν και έκτισεν άνωθεν του ποταμού Πεντακίου πόλιν, την οποίαν ωνόμασε Τρώτιλον· ακολούθως την εγκατέλιπε, διά να συγκατοικήση με τους Χαλκιδείς των Λεοντίνων· αλλά διωχθείς υπ' αυτών και κτίσας την Θάψον, αυτός μεν αποθνήσκει, οι δε σύντροφοί του, διωχθέντες εκ της Θάψου και προσκληθέντες υπό του βασιλέως των Σικελών Ύβλωνος, ο οποίος παρέδωκεν εις αυτούς την χώραν, μετέβησαν και έκτισαν την πόλιν των Μεγαρέων των κληθέντων Υβλαίων.

ΦΙΛΟΣ. Υπάρχουν τινές, ω Ζευ, μεταξύ του λαού και των φιλοσοφούντων, οι οποίοι κατά την ενδυμασίαν, το βλέμμα και το βάδισμα είνε όμοιοι προς ημάς• αξιούν δε ότι είνε οπαδοί μου, φέρουν ως τίτλον το όνομά μου και λέγουν ότι είνε μαθηταί και σύντροφοι και θιασώται μου.

Και προς αυτόν απάντησεν ο θείος χοιροτρόφος• «Ξένε, θα μ' έχουν ένδοξον πολύ κ' επαινεμμένον και τώρα και μετέπειτα τα γένη των ανθρώπων, αν, αφούτην καλύβα μου σ' έχω φιλοξενήσει, μ' άπονο χέρι εθέριζα την ποθητή ζωή σου. 405 με ποια καρδιά θα πρόσφερνα κατόπι ευχαίς του Δία! αλλά του δείπνου είναι καιρός• οι σύντροφοι να εμπαίναν γλήγορα, ο δείπνος ο καλός να γείνητην καλύβα».

Πατείς βουβά τη νύχτα Και δε σ' εγνώρισα με μιας. Με δίκηο νυχτοπούλι Σε κράζουν οι συντρόφοι μας. Τι φέρνεις παλληκάρι; — Εκίνησε ο Ομέρπασας από το Λιανοκλάδι. — Πέτα, ροβόλα, Πανουριά... Στάρματα, Δυοβουνιώτη... Χριστός ανέστη αδέρφια μου! Καλώς ν' ανταμωθούμε Απόψε πάλε νικηταί.

Δεν ήξερε ο Τριστάνος, ότι έπειτα από τον φόνο του Μόρχολτ ο Βασιληάς της Ιρλανδίας κυνηγούσε τα πλοία της Κορνουάλλης; Κι' όσους ναυτικούς έπιανε, τους κρεμούσε σε δίκρανα; Μολαταύτα ο πιλότος υπάκουσε και έπλευσε στον επικίνδυνο τόπο. Πρώτα-πρώτα ο Τριστάνος έπεισε τους ανθρώπους του Βάιζεφορ ότι οι σύντροφοι του ήτανε έμποροι από την Αγγλία κι' είχαν έλθει για ειρηνικό εμπόριο.

Οι σύντροφοί του ολίγον βραδυκίνητοι είχον αποκεφαλισθή. Ο Μαναή έβλεπε τον ναόν εις το χώρισμα δύο λόφων. Οι λευκοί μαρμάρινοι τοίχοι του και αι χρυσαί λόγχαι της στέγης του, έλαμπον και απήστραπτον εις τας ακτίνας του ηλίου. Ενόμιζες ότι ήτο βουνόν φωτεινόν, κάτι υπεράνθρωπον, συντρίβοv όλα με τον πλούτον και το μεγαλείον του. Τότε έτεινε τους βραχίονας προς την Σιών.

Θανάση!... Παραδόσου... Επέσανε οι συντρόφοι σου... Δε σώμεινε κανένας. — Θα παραδώσω την ψυχή, τ' άρματα δεν τα δίνω. Αν δεν το ξέρης, μάθε το... Ποιος είσαι;.. τη φωνή σου... — Θανάση, είμ' ο διαλαλητής... — Προδότη, αφωρεσμένε!... Μη μου πατής τα μνήματα... Ακόμα ζης εμπρός μου;... Χιλιάδαις τόνε σέρνουνε.

Κι' ήβρε εκεί το γιο της που πεσμένος στα στήθια απάνου του νεκρού πικρόλαλα θρηνούσε, 5 κι' ένα σωρό συντρόφοι του μοιρολογούσαν γύρω.

Οι δε Λακεδαιμόνιοι έθεσαν νόμον όλως εναντίον· ενώ πρότερον έκειρον την κόμην, απ' εκείνης της εποχής άφινον αυτήν να αυξάνη. Διηγούνται δε ότι ο Οθρυάδης, ο επιζήσας εκ των τριακοσίων, αισχυνόμενος να επιστρέψη εις την Σπάρτην ενώ οι σύντροφοι του είχον φονευθή, ηυτοκτόνησεν εκεί εις την Θυρέαν.

Οι σύντροφοί μου, που γρήγορα εσυνήρθαν με το φαγί και την καλοπέραση, άρχισαν τόρα να διηγώνται τον κίνδυνό μας με περιφρόνησι και να παιζογελά ένας τον άλλον για τη δειλία του. Έπλαθε καθένας ό,τι του εκατέβαινε κ' επαρουσίαζε τον εαυτό του για ήρωα. Σ' εμένα μάλιστα που παραδομένος στο νεογέννητο αίσθημά μου ήμουν σαν αφαιρεμένος, ερρίχτηκαν όλοι και μ' επείραζαν στα γερά.