Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 26 Ιουνίου 2025


Η Φατμέ, ακούοντάς τα λόγια του γέροντος και τες συμβουλές του άρχισε να κλίνη και να παρακινήται· και έτσι άρχισε να του λέγη. Αυθέντη, γροικώ καταλεπτώς την καλήν σου διάθεσιν εις τα όσα με παρακινείς, και είμαι πρόθυμη διά να σε υπακούσω· διά δε την αγάπην, που εφανέρωσες, πως έχεις εις την αδελφήν μου, θέλω το εξετάξει αν το δέχεται, και αν είναι ευχαριστήμενη.

Δεν κάνεις το σταυρό σου, επανελάμβανε συχνά, να πανδρευθής τώρα που σε γυρεύουν; Ταχειά σα σουφρώσης, ποιος θα γυρίση να σε κυττάξη; Αλλ' η νεάνις είχε τον σκοπόν της. Απίθανον μεν και σκοτεινόν, όνειρον σχεδόν, πλην είχε πάντοτε ένα σκοπόν, ένα όνειρον. Κάθε άνθρωπος έχει το όνειρόν του.

Δι' αυτό εγώ είμαι πρόθυμος να σε ακούσω, εάν έχης τρόπον να μαντεύσης το μυστικόν του Κρατύλου. Αλλ' ακόμη προτιμότερον δι' εμέ θα ήτο να ακούση από σε τον ίδιον ποίαν γνώμην έχεις περί της ορθότητος των ονομασιών, αν δεν σου κάμνη κόπον. Σωκράτης. Καλό παιδί του Ιππονίκου Ερμογένη, είναι παλαιά η παροιμία που λέγει, ότι είναι δύσκολον να εννοήσωμεν τα καλά πώς είναι καμωμένα.

«Διάσωσον από κινδύνων τους δούλους σου Θεοτόκε . .» Και ανεγίγνωσκε τώρα το Ευαγγέλιον, ότε μία άλλη φωνή κινδύνου ως θρήνος μακρυνός πνιγομένου εξήγειρε την Βγέναν την καπετάνισσαν, κύπτουσαν εκεί υπό το αγιασματάριον του ιερέως και βαστάζουσαν επί της κεφαλής της το επιτραχήλιόν του. — Αρρόδο, καπετάν Βγενιέ! αρρόδο!

ΑΓΓΕΛΟΣ Έφθασα, δοξασμένε βασιλιά της Θήβας, ξεδιαλυμένα φέρνοντάς σου από τα ’κείθε νέα του στρατού που ο ίδιος με τα μάτια μου είδα.

Διότι είναι πολύ μεγάλον, απήντησεν ο Θωμάς· το ήμισυ θέλει είσθαι αρκετόν διά τον πάππον μου· το δε άλλο ήμισυ ίσως χρειασθής συ, πάτερ, όταν και συ γηράσης, και εγώ σε διώξω τότε εκ της οικίας μου, καθώς συ διώκεις σήμερον τον γέροντα πατέρα σου. Οι αφελείς ούτοι λόγοι βαθυτάτην εντύπωσιν επροξένησαν εις τον αχάριστον και σκληροκάρδιον υιόν.

Κάθησε κοντά μου, είπε. Δε θα ερεθιστώ. Θα μιλήσω ήσυχα. Γιατί δεν είμαι πια ανήσυχη. Αιστάνουμαι μόνο πως γκρεμίζουνται όλα. Δεν είμαι πια εδώ, αν και δεν μπορείς να το νοιώσης ακόμα, γιατί ξέρεις τόσα λίγα και γιατί τόσα λίγα μπορούσα να σου πω και γω.

Έτσι περνούσα τις σελίδες αφηρημένος, σαν νάσαν χαρτί άγραφο. Οι καθηγητές μου μαγαπούσαν έως τότε και με θεωρούσαν από τους καλλίτερους στην τάξη μου. Και τώρ' απορούσαν και μούλεγαν: — Τι έπαθες, παιδί μου; Στο χωριό τον αφήκες το νου σου; Ο αγωγιάτης, που μ' επήγε στην πόλη με το μουλάρι του, ήτο χωριανός μας με τόνομα Δρακογιώργης.

Έτρεμες σαν τάδινες, δεν είπες κανένα «χαίρε!» — Αλλοίμονο! αλλοίμονο! κανένα «χαίρε!» — Να έχης άρα γε κλεισμένη την καρδιά σου για μένα, εξ αιτίας της στιγμής που για πάντα με έδεσε με σένα; Καρολίνα, ούτε χιλιάδες χρόνια δεν μπορούν να εξαλείψουν την εντύπωση! και το αισθάνομαι, δεν μπορείς να μισήσης εκείνον που τόσο καίεται για σένα».

Σου φέρω μόνον την βεβαιότητα, ότι και ο Ούρσος ευρίσκεται εδώ, και η θεσπεσία Λίγεια ευρίσκεται επίσης εν Ρώμη, προσέτι δε την είδησιν, ότι την νύκτα ταύτην θα είνε και αυτή κατά πάσαν πιθανότητα εις το Οστριανόν . . . — Εις το Οστριανόν; Πού ευρίσκεται τούτο; — Είνε αρχαίον υπόγειον μεταξύ της οδού Σαλαρίας και της οδού Νομεντάνης.

Λέξη Της Ημέρας

προφητεύσω·

Άλλοι Ψάχνουν