Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 2 Ιουνίου 2025
Ο γέρω-Σταυρής, ανοίγων πρωί-πρωί το καφενείον του, κάτω εκεί εις την σκάλαν, διά κάθε ενδεχόμενον, ίστατο επί της θύρας, εισπνέων θορυβωδώς, ως άνθρωπος αιωνίως κρυωμένος, θέλων να περιποιηθή τον ξένον.
ΠΑΡΑΜΑΝΑ Ναι! μάλιστα· την σκάλαν. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Αλλοίμονον! Τι έπαθες; και τι κτυπάς τα χέρια; ΠΑΡΑΜΑΝΑ Απέθανε! απέθανε! Ώρα κακή που ήλθε! Ώρα κακή! 'χαθήκαμεν, 'χαθήκαμεν σου λέγω. Ω πίκρα! εσκοτώθηκε! αποθαμμένος είναι. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Μ' εφθόνησεν ο Ουρανός; ΠΑΡΑΜΑΝΑ Σ' εφθόνησ' ο Ρωμαίος. Ποιος να το έλεγε ποτέ, Ρωμαίε — ω Ρωμαίε!
Σα μεγάλο μαύρο όρνεον η γόνδολά μας παρεσύρετο σιγά σιγά προς την &Γέφυραν των στεναγμών&. Ξάφνου πολλές, πολλές λαμπάδες φάνηκαν στα παράθυρα και την μεγάλην σκάλαν του παλατιού, κ' ένα φως ωχρό και τρεμοσβύνον διέλυσε την σκοτεινιά. Ένα παιδάκι είχε ξεγλιστρήσει απ' τα χέρια της μάνας του και απ' το παράθυρο του τελευταίου πατώματος του υψηλού παλατιού γκεμίσθηκε στην σκοτεινή διώρυγα.
Και έτσι ο Αμπτούλ εκαρτέρεσε μαζί με τον Καλίφην εκείνην την νύκτα, έως που επήγαν όλοι οι δούλοι του να κοιμηθούν, και ύστερα παίρνει τον Καλίφην και του δένει τα μάτια, και τον κάνει να καταβή από μίαν σκάλαν κρυπτήν εις ένα περιβόλι πολλά μεγάλον και ύστερα αφού και απέρασαν από διάφορες στράτες στενές ήλθαν εις τον τόπον όπου ήτον ο θησαυρός.
Μετά το λουκούμι και την μαστίχαν τα προσενεχθέντα εις τους επισκέπτας, εξ ων η Λελούδα δεν ημπόρεσε να γευθή τι, ο Φαναριώτης έβηξε, κ' έλαβε τον λόγον. — Λοιπόν, παπά μου, αν αγαπάς τώρα, φόρεσε το πετραχήλι, κι' άνοιξε το βιβλίο σου. Ο ιερεύς υπήκουσε μηχανικώς. Την στιγμήν εκείνην κατήλθε την σκάλαν της καμπίνας είς ναύτης, όστις ήτο εκ των κωπηλατών της βάρκας.
Ηθέλησε να με αποτρέψη από τον περίπατον μέχρι του ακρωτηρίου, προτείνων να καταβώμεν ομού μετ' ολίγον απ' ευθείας εις την Σκάλαν, αλλ' ιδών ότι δεν μετεπειθόμην με εσύστησε, τουλάχιστον, να μη υπάγω πεζός διά να μη κουρασθώ. Ουδ' εις τούτο επείσθην, αλλ' ουχ ήττον ο φιλόξενος γέρων διέταξε τον Παντελήν να με συνοδεύση, σύρων διά παν ενδεχόμενον και έν ζώον προς ανάβασιν.
Ο ξένος όμως, τον οποίον ανεγνώρισα, ίστατο ακόμη όρθιος επάνω εις την σκάλαν. Εφαίνετο κατειλημμένος από απερίγραπτον ταραχήν, και τα αστραφτερά μάτια του αναζητούσαν εις τα πέριξ μίαν γόνδολαν. Το απλούστερον ήτο να του προσφέρω την γόνδολάν μου. Η δε προσφορά μου αύτη εγένετο δεκτή.
Στρεφόμενος δε προς ημάς, Κύριοι, είπε, θα τα φέρωμεν ίσα ίσα. Έως ου να καταβώμεν εις την Σκάλαν και να δειπνήσετε, το ατμόπλοιον θα είναι και φθασμένον. Αν αγαπάτε, πηγαίνωμεν. — Εμπρός, ανέκραξεν ο εξάδελφός μου, και ηκολούθησε τον Παντελήν, ο οποίος προπορευόμενος έσυρε το ζώον του.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν