Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 3 Ιουλίου 2025


Ο πλοίαρχος δεν εβράδυνε να σκεφθεί ότι έχομεν ανάγκην τροφής και διέταξε να μας διανείμωσι παξιμάδια. Μας εφάνησαν ως το μάνα εν τη ερήμω ! Τα εδέχθημεν ευλογούντες τον Θεόν και απονέμοντες εγκαρδίους ευχαριστίας προς τον πλοίαρχον, και δεν ήκουες εντός ολίγου ή την χαρμόσυνον μουσικήν τοσούτων πεινασμένων οδόντων αλεθόντων τα σκληρά του πλοίου παξιμάδια. Η Ανδριάνα μόνη δεν έτρωγεν.

Ενθυμούμεθα εν τούτοις τα κ α ϋ μ έ ν α τα ευζωνάκια του εν μακαρία τη λήξει Μπαϊρακτάρη, άτινα επί μήνας πολλούς είχον αληθώς ειρηνεύσει τας αθηναϊκάς νύκτας, αδυσωπήτως συλλέγοντες από πάσης αγυιάς και λεωφόρου και ρύμης της πρωτευούσης πάσαν μεγαλόφωνον μουσικήν συμμορίαν, και ευσυνειδήτως ταμιεύοντες τα παραπαίοντα μέλη της εντός των δροσερών κατωγείων των αστυνομικών κρατητηρίων, . . . και ευλογούμεν την ωραίαν εκείνην εποχήν.

Σωκράτης Περί δε της ανατροφής αυτών; Άρα γε δεν είπομεν, ότι πρέπει να είναι ανατεθραμμένοι με γυμναστικήν και μουσικήν και με όλα εκείνα τα άλλα μαθήματα, τα οποία αρμόζουσιν εις αυτούς; Τίμαιος Βεβαίως.

Αλλά πού ύπνος; Το καφενείον εγέμισεν εντός ολίγου Τηνίων ευθυμούντων, και είχομεν όλην την νύκτα μουσικήν, άσματα και ευωχίαν. Μετά πόσης αδημονίας διήλθα την άγρυπνον νύκτα εκείνην ! Τους έβλεπα και τους ήκουα από την σκοτεινήν μου γωνίαν, και η φαιδρότης των μου έφερε δάκρυα, ο δε ήχος των οργάνων μου ενθύμιζεν οιμωγάς και θρήνους.

Β’ ΥΠΗΡΕΤΗΣ Έχω κεφάλι δα κ' εγώ, αυθέντα, διά ξύλα· δεν έχω χρείαν να μου 'πή ο Πέτρος να τα εύρω. ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ Ά! μ' έκαμε κ' εγέλασα με την απόκρισίν του· αλήθεια ξυλοκέφαλος! — Να! 'ξημερόνει κι’ όλα! Ο Πάρης με την μουσικήν να έλθη δεν θ' αργήση· όπου κι' αν ήναι θα φανή. Να! έρχεται! Γυναίκα! Αι, παραμάνα! δεν ακούς; πού είσαι, παραμάνα! ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ Την Ιουλιέταν 'ξύπνησε κ' ετοίμασε την.

Βλέπουσιν εκεί βρίθον πλήθος εορτάσιμον, εσθήτας μεταξωτάς ανακινούσας άφθονον κονιορτόν, αμάξας πλήρεις γυναικών εψιμυθιωμένων, νήπια ενδεδυμένα ως πλαγγόνας, νεανίσκους σεισοπυγίζοντας δίκην εταιρίδων, και ακούουσι την στρατιωτικήν μουσικήν παίζουσαν τα μέλη του Boccace, και τρίβουσι πάντοτε τους οφθαλμούς των, και δεν πείθονται ότι γρηγορούσι.

Και έως ου φθάση εις την οικίαν της χήρας Αχτίτσας, ακούει μουσικήν, βιολιά και λαγούτα, άσματα, φωνάς, θόρυβον, γέλωτας.

Καλά λέγεις, αλλά προσπάθησε να εξηγήσης καθαρώτερα εις ημάς αυτό που λέγεις τόρα. Αυτό θα γίνη. Αγαπητοί μου φίλοι, εις την εποχήν των παλαιών νόμων δεν ήτο κανενός κυρίαρχος ο δήμος, αλλά κάπως ήτο εκουσίως υπόδουλος εις τους νόμους. Ποίους εννοείς; Τους περιστρεφομένους εις την μουσικήν πρώτον της εποχής εκείνης, αν θέλης να εξετάσωμεν από την αρχήν την μεγάλην πρόοδον του φιλελευθέρου βίου.

Διότι η επιδίωξις της ηδονής και λύπης με το να θέλη πάντοτε να μεταχειρίζεται νέαν μουσικήν δεν έχει σχεδόν σπουδαίαν δύναμιν διά να καταστρέψη την καθιερωθείσαν χορωδίαν με την πρόφασιν της παλαιότητος. Τουλάχιστον την χορωδίαν εκείνων των μερών φαίνεται ότι διόλου δεν κατώρθωσε να την παραμορφώση, αλλά όλως το αντίθετον συνέβη.

Τα πήρε και τάβαλε στο καλούπι του τραγουδιού. Γίνηκαν δικά του, γιατί αυτός τάκαμε αγαπητά. Ήταν πλασμένα από μουσικήν, Κ' έτσι δεν ήταν διόλου πλασμένα, γ' αυτό δα για πάντα πλασμένα θα ήταν. Όσο περισσότερο μελετάει κανείς τη ζωή και τη φιλολογία, τόσο γερά αισθάνεται πως από πίσω από κάθε πράγμα θαυμαστό στέκεται το άτομο, κι ότι δεν κάνει η στιγμή τον άνθρωπο, μα ο άνθρωπος πλάθει την εποχή.

Λέξη Της Ημέρας

συμπάθα·

Άλλοι Ψάχνουν