Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Ιουνίου 2025
Και εάν την ώραν που είνε ξαπλωμένοι μαζή παρουσιάζετο ο Ήφαιστος με τα εργαλεία του και τους ηρώτα: — Τι είν' εκείνο που θέλετε να παραχθή από τους δύο σας, ω άνθρωποι;
Έψαλλε κιαυτός· αλλ' αντί των βυζαντινών αργοφωνιών, αντί των τερερισμών, των ναι ναι και να να του Νικόδημου που δεν τάξερε, επιχειρούσε να ψάλη με αρμονία τάχα ευρωπαϊκή που την ήξερε λιγώτερο. Με τα πειο καλόφωνα παιδιά του σκολειού σχημάτισε κιαυτός χορό κιέψαλαν μαζή μια πολυφωνία, που δεν εγγυούμαι πως είχε τίποτε το αρμονικό.
Τρύφαινα και Χαρμίδης. ΤΡΥΦΑΙΝΑ. Ξανακούστηκε να δώσης πέντε δραχμές σε μιαν εταίραν για να κοιμηθής μαζή της κι' έπειτα στο κρεββάτι να γυρίζης απ' τάλλο μέρος, ν' αναστενάζης και να κλαις; Αλλ' ούτε ήπιες με όρεξιν, ούτε έφαγες• διότι και στο τραπέζι σ' έβλεπα που εδάκρυζες και όλη την ώρα δεν έπαυσες να κλαις σαν παιδάκι.
ΓΟΝΖ. Θα κρεμασθή, σας είπα· αγκαλά κάθε ρανίδα άρμης, ορκίζεται το ενάντιο, και χάσκει πλατειά να τον καταπιή. ΑΝΤΩΝ. Ας πάμε σιμά στον βασιλέα να βουλήσωμ' όλοι μαζή του. ΣΕΒΑΣΤ. Πάμε να τον αποχαιρετήσουμε.
Και είχαν συναχθή το πρωί εκείνο έξ-επτά κοράσια και γυναίκες, φίλαι της Μπέλλας και όλαι μαζή, σε μια βάρκα μέσα, εκίνησαν κατά το νησάκι. Εις το τιμόνι εκάθητο ο Αντωνέλλος, τα κουπιά δε σιγά-σιγά, με φωνές, γέλοια και τραγούδια ετραβούσαν αι γυναίκες αλληλοδιαδόχως.
— Ποίους εννοείς, ηρώτησεν εκείνη, τους γινώσκοντας όλους ή τους μη γινώσκοντας; — Όλους μαζή. Και εκείνη γελάσασα: — Και πως είνε δυνατόν, είπεν, ω Σώκρατες, να δέχωνται αυτόν ως μέγαν θεόν εκείνοι οι οποίοι ουδέ ως θεόν καν τον δέχονται; — Ποίοι είνε αυτοί; ηρώτησα εγώ. — Ένας συ, είπε, και μία εγώ. Και εγώ τότε: — Πώς λέγεις τούτο; ηρώτησα. Εκείνη δε: — Εύκολα θα σου απαντήσω, είπεν.
Και ενόησα τότε πόσον γελοίος ήμουν, όταν ανελάμβανα την υποχρέωσιν να εγκωμιάσω κ' εγώ εις την σειράν μου τον Έρωτα μαζή σας και είπα ότι είμαι δεινός εις τα ερωτικά, ενώ, καθώς βλέπω, δεν γνωρίζω τίποτε περί του τρόπου κατά τον οποίον πρέπει να εγκωμιάζεται ό,τιδήποτε.
Όλοι δε όσοι ήλθαν μαζή του εκύταζαν και εκύταζαν χωρίς να βλέπουν τίποτε, αλλά επανέλαβαν όλοι τας λέξεις του βασιλέως: «Είναι πολύ καλόν!» Και τον παρεκίνησαν να κάμη από το ύφασμα τούτο φορέματα διά την παράταξιν, η οποία επρόκειτο να γείνη τας ημέρας εκείνας.
— Έθαψαν τονε, είπεν ο Μανώλης, ο οποίος όμως θα επροτίμα ίσως να εθάπτετο, αντί του Λαδομπραΐμη, ο Στρατής, του οποίου η ανάμνησις είχεν αρχίσει να τον ανησυχή και οσάκις ήκουε βήματα εις την οδόν ανεταράσσετο. — Να πάρης κιάλλους πολλούς αγάδες μαζή σου, Μπραΐμ αγά, είπεν η Σαϊτονικολίνα, να σου κάνουνε συντροφιά! ... Να, εσκεπάσαν τονε και φεύγουνε.
Με κανέναν τρόπον δεν ηθέλησε να με υπακούση διά να υπάγω· αλλά διά να κάμη τον Αμπίμπην να μην υποπτεύση διά εμένα, με έκαμε να του γράψω μίαν επιστολήν πως να μη με καρτερή εκείνην την νύκτα, με το να ευρίσκωμαι μαζή με κάποιους φίλους μου, χωρίς να φανερώσω το πού είμαι. Και κάνοντας αυτήν την επιστολήν μου την επήρε και την έστειλε του φίλου μου με ένα της σκλάβον.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν