United States or Netherlands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μετά μίαν ώραν, αφού είχε σηκωθή από το πικραμμένον δείπνον της η καπετάνισσα, πριν σηκωθή να κάμη την προσευχήν της, διά να πλαγιάση, αίφνης της λέγει: — Τι έλεγες, Φλωρού, για την γρηά-Γκότσαινα, την μάγισσα;

Όταν έλαβε τον δεύτερον, τον πατέρα του Γιάννου, διά να γελάση ολίγον, αφήρεσε το δακτυλίδι από τον πρώτον, τον έφερεν εις την ζωήν και παροργίσσασα τους δύο άνδρας τους έκαμε ν' αλληλοσφαγούν προ των οφθαλμών της. Εκαλείτο παρ' όλων &Μάγισσα του Βουνού& και υπήρχεν ιδέα ότι αν εχάνετο θα εχάνετο μαζί και ο κόσμος· λύμη αυτού φοβερά αλλ' αναγκαία.

Πηγαίνω τώρα να βρω τον πατέρα της, και να του τη ζητήσω. Προξενητάδες ο γυιος σου δε θέλει. Άφησέ τον, και παιδί δεν είναι. Η μάννα, που να είταν άλλη φορά, τα ρούχα της θάσκιζε, τώρα δεν είπε τίποτις, μόνο έκαμε το σταυρό της, που δεν είχε τον τόπο του ο μεγάλος ο φόβος της. Και πρι να προφτάξη να τονε ρωτήση ποια είταν η μάγισσα που τον αποτρέλανε, χάθηκε ο Ηλίας από μπροστά της.

Ο Ήλιος απ' αλάργα Την ακλουθάει με την ματιά, και με καϋμό της λέει, Πως θα τον κάμη η αγάπη της βαρη' άρρωστος να πέση. Και σαν το μάθη η μάνα του, η μάγισσα η μεγάλη Και ξακουστή βασίλισσα, θε να της κάμη μάγια.

Τρεις από τότε η μάγισσα βραδειαίς αράδ' αράδα, — Κ' ήταν φεγγαρογιόμισμα, — κοντά 'ςτό μεσονύχτι Έβγαινε πέρ' απ' το χωριό, κατά το Ξωθιονέρι, Εκεί που ρίχνουν σαν περνούν ανάθεμα οι διαβάταις, Κ' εμάζευε όλαις ταις ξωθιαίς, ταις στρίγλαις και ταις λάμιαις Με σφύριγμα, που ετάραζε της ερημιάς τον ύπνο.

Η αλήθεια είνε ότι και οι φίλοι του τού έκαμαν παρατηρήσεις και η Φοιβίς του ζητούσε πολλά, αλλ' εγώ πιστεύω ότι μάλλον τα μάγια μου τον έφεραν. Αλλ' η μάγισσα μου έμαθε και κάτι άλλο διά να κάνω τον Φανίαν να μισή και να σιχαίνεται την Φοιβίδα.

Κ' επέστρεψεν εις τον πύργον, δαγκώνουσα τα χείλη εκ πείσματος, διότι κατήντησε να νικηθή από δύο παιδία. Αλλ' όχι, δεν θα μείνη ως εκεί, δεν θα της ξεφύγουν. Αυτή ημπορεί και από μακράν ακόμη να στείλη την εκδίκησίν της. Διά τούτο ίσα ίσα εγεννήθη από μάγισσαν και αδίκως, εις τα χαμένα δεν ωνομάσθη αυτή παρ' όλων Μάγισσα του βουνού.

Χιλιάδες χάραις έταξε, και εγύρεψεν απ' όλαις Μετάξι απ' της Πεντάμορφης Νεράιδας το κοκούλι, Αίμ' από κόρη πάρθενη, και γλιώσσα από όφιο αστρίτη. Ταύραν αυταίς και τάφεραν και πήρανε το τάμμα. Με το μετάξι η μάγισσα ύφαν' ένα μαντήλι. Τώβαψε με φειδόγλωσσαις και με παρθένας αίμα Και τρεις φοραίς το ξόρκισε, τώκαμε μαγεμμένο.