Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Ιουνίου 2025


Μου φαίνεται πώς είνε κομμένα τα ήπατά μου. — Μήπως κάθεσαι καμμιά μέρα; Ούλου παλεύεις, είπεν η Δεσποινιώ. Και εχασμάτο η γραία, ενώ αι θυγατέρες της ενεδύοντο. — Θα τα 'ρμάξνι κείνα τα 'κκιά! είπεν η θειά-Ζωίτσα. — Αμ την καρυά; — Καλά λες· είπε ζωντανεύσασα ολίγον η γραία. Κάμετε γλίγωρα.

ΑΔΜΗΤΟΣ Ω Μοίρα, τέτοια γυναίκα ευρέθηκες να μου στερήσης! ΑΛΚΗΣΤΙΣ Νοιώθω τα μάτια να βαραίνουνε• το βλέμμα μου θολώνει. ΑΔΜΗΤΟΣ Εχάθηκα, αν μου φύγης συ, γυναίκα μου.... ΑΛΚΗΣΤΙΣ Και όμως πάρε το πια απόφασιν πως μ' έχασες.... ΑΔΜΗΤΟΣ Σηκώσου και λάβε θάρρος. Μην αφήνης μόνα τα παιδιά σου. ΑΛΚΗΣΤΙΣ Μήπως κ' εγώ το ήθελα; Χαίρετε τώρα. ΑΔΜΗΤΟΣ Ιδέ τα, κύτταξε πως σε βλέπουνε.

Εκεί &εβίγλιζα&, ήτοι ήμην &καραούλιείχα δηλαδή σκοπιάν, μήπως φανή που ερχομένη ψυχή ανθρωπίνη, διαβάτου ή γείτονος, ώστε να τους δώσω εγκαίρως είδησιν να παύσουν, και να έλθουν ευπρόσωποι προς το μέρος που εκαθήμην. Εκόντευε μεσημέρι, και δεν είχεν ακόμη μισό μπόι βάθος ο λάκκος. Ο ιδρώς περιέρρεε τα μέτωπα και τους λαιμούς των. Εζήτησε να πίη νερόν ο Νικολός, αλλ' εστάθη.

Ότε, ευρισκόμενος εξόριστος εις Αίγιναν, είδεν εκείθεν τον Περσικόν στόλον πλησιάζοντα εις την Σαλαμίνα, φοβηθής μήπως οι συμπολίται του, κατακλειόμενοι εξαίφνης, καταστραφώσιν, αποφασίζει αμέσως να διακινδυνεύση και αυτήν την ιδίαν του ζωήν προς σωτηρίαν των Αθηναίων, και του αντιπάλου του Θεμιστοκλέους.

Και μήπως δεν το βλέπω πως είναι παραμύθια; Παραμύθια φερμένα και ποιος ξέρει από πού; Από την Εβρώπη; Και τα πιστέβω; Φτάνει πια. Πρέπει να φανώ άντρας. Τι; δεν το κατώρθωσα ακόμη να τα ξεφορτωθώ, να τα ξετινάξω αφτά τα παιδιακήσια που είναι ντροπή; — Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς... Μου έμαθε η μάννα μου να το λέω.

Κ' επιάσθηκα, εγατζώθηκα επάνω της σαν να εφοβόμουν μήπως με συνεπάρη στο κρύο σκότος η άβυσσος. Ο παπάς με τα ιερά του άμφια εδιάβαζε την ευχή στο πλεούμενο. Ο πρωτομάστορης άρχισε τα προστάγματα. — Φόρα το πρυμιό ποντίλι! — Φόρα το πλωριό! — Φόρα σκόντρα και σκαρί!...

Αμέσως μετά την μάχην της Αμφιπόλεως και την αναχώρησιν του Ραμφίου εκ της Θεσσαλίας, τα δύο μέρη απέφυγον κάθε εχθροπραξίαν και έκλιναν προς την ειρήνην· οι μεν Αθηναίοι διότι είχαν νικηθή εις το Δήλιον και ευθύς μετ' ολίγον εις την Αμφίπολιν και διότι δεν είχαν πλέον εις την δύναμίν των την αυτήν εκείνην πεποίθησιν οπού είχον εις τας αρχάς, ότε απέρριπτον τας περί ειρήνης προτάσεις νομίζοντες ότι η παρούσα ευτυχία ήθελε μένει σταθερά· συγχρόνως δε εφοβούντο μήπως οι σύμμαχοι, ενθαρρυνόμενοι υπό των ατυχημάτων τούτων, γίνουν πλέον επιρρεπείς προς την αποστασίαν, και μετενόουν ήδη διατί δεν εσυμβιβάσθησαν μετά τα εν Πύλω συμβάντα, ότε παρουσιάσθη ευνοϊκή περίστασις.

Πανταχού αντηγωνίζοντο πόλεις και ιδιώται τις πρώτος να τους βοηθήση αναλόγως της δυνάμεως του, είτε διά λόγων είτε δι' έργων· και ο καθείς ενόμιζεν ότι, όπου αυτός δεν ήθελεν είσθαι παρών, η πρόοδος των πραγμάτων θα ημποδίζετο. Τοιαύτην οργήν είχον οι πλείστοι κατά των Αθηναίων, οι μεν θέλοντες να αποσείσουν τον ζυγόν των, οι δε φοβούμενοι μήπως υποκύψουν εις αυτόν.

Αυτό δεν έχει να κάμη· αφού είσαι επιστήμων, δεν είναι ανάγκη να γνωρίζης τα πάντα; — Όχι, μα τον Δία, αφού αγνοώ τόσα άλλα πράγματα. — Αι λοιπόν, εάν είναι κάτι που να μην το γνωρίζης, θα ειπή πως δεν είσαι επιστήμων. — Εκείνου που δεν γνωρίζω, φίλε μου. — Μήπως τάχα με αυτό θα είσαι ολιγώτερον ανεπιστήμων; και μολαταύτα προ ολίγου μας εβεβαίωσες ότι είσαι επιστήμων, και τοιουτοτρόπως ευρίσκεται, συγχρόνως και υπό την αυτήν έποψιν, ότι είσαι εκείνο που είσαι, και πάλιν ότι δεν είσαι. — Πάει καλά, Ευθύδημε, και χρυσά είναι τα λόγια σου· πως λοιπόν κατέχω εκείνην την επιστήμην, που εζητούσαμεν; επειδή φυσικά, καθώς μας εδίδαξες, είναι αδύνατον το ίδιον πράγμα να είναι συγχρόνως και να μην είναι· ούτως ώστε, εάν γνωρίζω ένα πράγμα, τα γνωρίζω όλα· διότι δεν ημπορεί να είμαι επιστήμων συγχρόνως και ανεπιστήμων αφού δε τα γνωρίζω όλα, κατέχω επομένως και εκείνην την επιστήμην· αυτός είναι ο συλλογισμός που κάνεις, και αυτή είναι η σοφία που ανεκάλυψες;

Η φθισική τραβούσε κοντά της το παιδί, για να ικανοποιήση τη μοχθηρή μανία της αρρώστειας της και συνάμα να εκδικηθή για τις προσβολές που της είχε κάμει η μάνα του. Και σχεδόν δεν έμεινε πεια αμφιβολία στη μητέρα μου, ότι η χτικιάρα μούδωκε το θανατηφόρο μόλυσμα. Μήπως ο μάγος δεν την είδε να στέκεται κοντά στη μοίρα του παιδιού; Και μήπως το βράδυ παρρώστησε το παιδί της δεν είχε πάει εκεί;

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν