United States or Democratic Republic of the Congo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πρέπει να προσκαλέσω την Μαριάμ ή τον Ναζάριον. Μία ωχρά κεφαλή ανοίγουσα το παραπέτασμα εφάνη. Ήτο η Λίγεια. — Έρχομαι να σας βοηθήσω, είπεν. Και η κόρη εξήλθεν επί μίαν στιγμήν εκ του κοιτώνος, όπου προφανώς ητοιμάζετο να κοιμηθή, διότι η κόμη της ήτο λυτή και ως μόνον ένδυμα είχεν, ένα στηθόδεσμον.

Όριζε αυτός όλους τους Αυλικούς, ως και τον Κόμητα τον Βεστιαρίου ή Πρωτοβεστιάριον, που αυτός μόνος χαίρουνταν το προνόμιο ναπλώνη χέρι και να ξεσκονίζη του Βασιλέα το φόρεμα· τον Κόμητα της Βασιλικής Οικίας , τον Πριμικήριο τον κοιτώνος , και τέλος τους Σιλεντιάριους . Ζώντας μερονυχτίς με τον Αυτοκράτορα ο Πραιπόσιτος καταντούσε μεγαλοδύναμος στο παλάτι, και παράδειγμα, ο Ευτρόπιος.

Και εισέρχεται εις το γραφείον του, γρυλλίζων εκ του θυμού·Διάλεξε και αυτή η ευλογημένη την ημέραν και την ώραν, να μας στείλη το θεωρείον της. — Ποίος ήτον; φωνεί από του κοιτώνος της η κυρία Παρδαλού. — Η κυρία Τραχανά ενθυμήθη να μας στείλη το θεωρείον της. — 'Σ πολλάτη της! Όταν βρέχη μόνον και χιονίζη μας θυμάται! . . μας καθυποχρέωσε! Μετ' ολίγας δε στιγμάς ανακράζει και πάλιν·

Ότε ήνοιξε τους οφθαλμούς της, φως ηλίου άπλετον κατηύγαζεν, όχι πλέον τους καταγράφους τοίχους του μυροβόλου κοιτώνος της, αλλά βράχους κύκλω ξηρούς και δάση άγρια, τους αυτούς εκείνους βράχους και δρυμούς, ους είχεν εμπρός της καθ' ην ημέραν αι άστοργοι του πατρός της χείρες είχον εκθέσει αυτήν εις βοράν των θηρίων.

Επειδή δε διά να ίδη είχε προ παντός ανάγκην φωτός, διότι ο άγνωστος ήρχετο και απήρχετο εν βαθυτάτω σκότει, διενοήθη να σώση ένα των λύχνων του κοιτώνος της από της μυστηριώδους και ανεξηγήτου πνοής, ήτις τους έσβυνε μικρόν προ της αφίξεως του αγνώστου εραστού, και πρόσφορον προς τούτο έκρινε να μετατοπίση και κρύψη ένα εξ αυτών όπισθεν βαρείας και πυκνής αυλαίας· τούτο έκαμε, και αληθώς το φως της λυχνίας διέφυγε τον μοιραίον του θάνατον και επέζησε, διαλαθόν ου μόνον τον απόκρυφον φωτοσβέστην, αλλά και αυτού του Έρωτος τον οφθαλμόν, όστις καθιπτάμενος κατάκοπος εις της Ψυχής του τας αγκάλας, κατεκλίθη παρ' αυτήν ανύποπτος πάντοτε και αμέριμνος.

Και ακριβώς την ώραν εκείνην, μέσα εις τον πρώτον ύπνον του, ήκουεν ο κυρ-Δημάκης κρότον ελαφρόν ως κλέπτου, εις την θύραν του κοιτώνος του και την φωνήν του μογιλάλου, βάρβαρον, δύσηχον: — Κιμίκρ; κου! κου! — Κιμίκρ! απήντα έσωθεν ο κυρ-Δημάκης εγειρόμενος πάραυτα, ως λαγωός. Και ιδού ηκούετο το πρώτον λάλημα του πετεινού.

Και εσύ κακότροπη, εγύρισε προς την Φαραζάναν, επειδή η τιμή του κοιτώνος μου, και η καλωσύνη μου δεν ημπόρεσαν να σε υποχρεώσουν να μου είσαι πιστή, θέλεις παιδευθή διά την αχαριστίαν σου. Εις τον ίδιον καιρόν, χωρίς να θελήση να ακούση τα δικαιολογήματά μας, και τα παράπονά μας άρχισε να κάμη τους εξορκισμούς του.

Πριν ή σημάνη τον κώδωνα αυτού ήνοιξεν η Λάμια κατά το σύνηθες την θύραν του κοιτώνος της διά να παρατηρήση αν ήσαν εν τάξει τα πάντα, και ιδίως τα αυριανά της στολίδια. Αλλ' εις το μέσον της κλίνης υψώνετο θεόρατος και ολοστρόγγυλος ο λόφος, ο σημαίνων ότι το τρισκατάρατον ζώον εύρε και πάλιν τρόπον να χωθή υπό το σκέπασμα. Η Αλβανή εδάγκασε το χείλος της και εκύτταξεν ημάς αγρίως.