United States or Aruba ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κύτταξε το σπαθί του: δεν ξέρεις ότι αυτό το σπαθί, μεγεμένο, έκοψε τα κεφάλια των πειο τολμηρών μαχητών; — τόσα χρόνια τώρα που ο Βασιλιάς της Ιρλανδίας στέλνει το γίγαντα στους υποτελείς τόπους για να πηγαίνη τα μηνύματά του; Κοκόμοιρε το θάνατό σου γυρεύεις;». Ο άλλος συλλογιζότανε: «Σας ανάστησα, αγαπημένα παιδιά και αγαπημένα κορίτσια, για να γίνετε σκλάβοι; Αλλά μήπως ο θάνατός μου θα σας έσωζε τάχα;», Κι' όλοι σιωπούσαν.

Όταν ο βασιληάς της Ιρλανδίας κάθησε κάτω από το θόλο του θρόνου του, ο αυλάρχης Αγκυγκεράν ο Ρούσσος προσεφέρθη ν' αποδείξη με μάρτυρες ή και να υποστηρίξη με μονομαχία ότι αυτός εσκότωσε το θερίο κι' ότι έπρεπε να του δώσουν την Iζόλδη γυναίκα.

Μολαταύτα, για να μη βασιλεύη πεια από δω και πέρα στης χώρες της Ιρλανδίας και της Κορνουάλλης το μίσος αλλά η αγάπη, μάθετε ότι ο Βασιληάς Μάρκος, ο αγαπητός μου κύριος, θα την πάρη γυναίκα.

Όταν γύρισε ο Τριστάνος, ο Μάρκος και όλοι του οι βαρώνοι είχαν μεγάλο πένθος. Γιατί ο Βασιληάς της Ιρλανδίας αρμάτωσε μεγάλο στόλο για να λεηλατήση την Κορνουάλλη, αν ο Μάρκος εξακολουθούσε ν' αρνιέται, όπως τώκανε δω και δέκα πέντε χρόνια, να πληρώση ένα φόρο που έδιναν τον παληό καιρό οι πρόγονοί του.

Η δε παρομοίωση δεν είνε υπερβολική· διότι αν λίθοι δεν ήσαν, όνοι τουλάχιστον ωνομάζοντο οι τότε Ιταλοί παρά των άλλων εθνών και αι σύνοδοι αυτών ο ν ο σ υ ν έ δ ρ ι α· οι δε ολίγοι υπάρχοντες εκεί διδάσκαλοι εστέλλοντο εξ Ιρλανδίας, Σκωτίας και Γαλατίας εις τους δυστυχείς απογόνους του Κικέρωνος, ως σήμερον εις ημάς οι επιστήμονες εκ Γερμανίας.

Με μεγάλη χαρά, φέρανε τα λείψανα των Αγίων, και οι εκατό ιππότες ωρκίσθηκαν ότι είπε την αλήθεια. Ο Βασιληάς πήρε την Ιζόλδη από τα χέρια και ρώτησε τον Τριστάνο αν θα την ωδηγούσε τίμια στον κύριό του. Μπρος στους βαρώνους της Ιρλανδίας και τους εκατό ιππότες του, ο Τριστάνος ωρκίστη. Η Ιζόλδη η Ξανθή ανατρίχιαζε από ντροπή και αγωνία. Ώστε ο Τριστάνος αφού την κατέκτησε, την περιφρονούσε!

Δέκα χρυσά μάρκα έδωκε στον τραγουδιστή, και στο Βασιληά είπε ότι η μητέρα της η Βασίλισσα της Ιρλανδίας της έστελνε αυτό το δώρο. Έβαλε ένα χρυσοχόο κ' έφτιασε για το σκυλλί ένα ωραίο σπιτάκι στολισμένο με χρυσάφι και πολύτιμα πετράδια, κι' όπου πήγαινε τώπερνε κοντά της, για θύμησι του φίλου της. Και κάθε φορά που το κύτταζε, λύπη, αγωνία, νοσταλγίες, έφευγαν από την καρδιά της.

Την ωρισμένη μέρα, όταν οι βαρώνοι συναθροίσθηκαν στην θολωτή σάλα του ανακτόρου, και ο Βασιληάς Μάρκος κάθησε στο θρόνο του, ο Μόρχολτ μίλησε έτσι: «Βασιληά Μάρκο, άκουσε για τελευταία φορά το μήνυμα του Βασιληά της Ιρλανδίας και κυρίου μου. Σου παραγγέλνει να πληρώσης επί τέλους τον φόρο που του οφείλεις.

Γιατί ο Βασιληάς της Ιρλανδίας εδήλωσε με το δημόσιο κήρυκα ότι θα δώση την κόρη του την Ιζόλδη την Ξανθή σε όποιον σκοτώση το τέρας, Αλλά το τέρας τους έφαγε όλους». Ο Τριστάνος αφήνει τη γυναίκα και γυρίζει στο καράβι του. Οπλίζεται μυστικά, και θάτανε ώμορφο νάβλεπε κανείς από αυτό το καράβι των εμπόρων να βγαίνη τόσο πλούσιο πολεμικό άτι και τόσο υπερήφανος καβαλλάρης.

Έπειτα προσθέτει: Βασιληά, όταν εσκότωσα το δράκοντα και κατάκτησα την κόρη του Βασιληά της Ιρλανδίας, σε μένα την έδωκαν. Ήμουν κύριος να την κρατήσω, μα δεν το θέλησα. Την έφερα στον τόπο σας και σας τήνε παράδωσα. Μολαταύτα μόλις την πήρατε γυναίκα σας, οι προδότες σας έκαμαν να πιστέψετε τα ψέμματά τους. Απάνω στο θυμό σας, ωραίε θείε και κύριέ μου, θελήσατε να μας κάψετε χωρίς δίκη.