Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 30 Απριλίου 2025


Διατί; ηρώτησε. — Αι, μα προς αύξησιν της οικογενείας, γιατί άλλο; — Πού ακόμα! . . . με λέγει. — Πώς πού; του είπα θυμωμένος. Είδες τη μαμμή; — Την είδα χθες, μου είπε δειλώς. Μα τι έχεις και μιλείς θυμωμένα; Κατηυνάσθην ευθύς. Του επήρα το χέρι και τον είδα περίλυπος. Εταράχθη. Δεν ήτο κουτός ο καϋμένος ο Π. αλλά πολύ αγαθός και αφελής. — Μα τι τρέχει; μου είπε χαμηλά.

Την είδα κ' εγώ τη μαμμή σήμερα και ό,τι δεν ετόλμησε να πη σε σέ, το εξεμυστηρεύθη σε μένα, του είπα σχεδόν μυστικά, ωσάν να εφοβούμην μη με ακούσουν. Εταράχθη ακόμη περισσότερον. — Τι σου είπε; ηρώτησε σιγανά, ενώ η σιαγών του έτρεμε. Ησθανόμην ότι με κατελάμβανε δειλία, είχα όμως πολύ προχωρήση και η οπισθοδρόμησις ήτο αδύνατος.

Μετά βραχείαν σιωπήν επανέλαβε: — Τι γίνεται εκείνη η κόρη . . . εκείνη η λιγνή . . . την οποίαν ηρωτεύεσο, και εγώ την αφήρεσα από τους Αούλους διά σε; Ο Βινίκιος εταράχθη, αλλ' ο Πετρώνιος ευθύς τον εβοήθησε. — Στοιχηματίζω, είπεν, άναξ, ότι την ελησμόνησε. Βλέπεις την ταραχήν του; Ερώτησέ τον πόσας άλλας είχεν έκτοτε και αμφιβάλλω αν θα δυνηθή να απαντήση εις την ερώτησίν σου.

Εγώ τελειωτικό λόγο δεν ήδωκα με το Θωμά· και σα δε θες την κοπελιά, να του πω να τη δώση του Τερερέ απού τήνε θέλει και την εζήτηξε κιόλας. Ο Μανώλης εταράχθη, αλλ' εξηκολούθησε να σιωπά. — Να του 'πω του Θωμά πως δεν τη θες την Πηγή και να τήνε δώση του Τερερέ; ηρώτησε και πάλιν ο Σαϊτονικολής εντονώτερα. Ιδρώς αγωνίας εφάνη εις του Μανώλη το μέτωπον, μέχρι του οποίου είχε φθάσει το ερύθημα.

Αλλ' όσον και αν ήτο μεθυσμένος του έκαμεν εντύπωσιν το παράδοξον ότι η απαγομένη ούτε κραυγήν έβαλεν, ούτε επεχείρησε ναντισταθή, ούτε απλώς εταράχθη και εσφάδαξεν. Αλλ' ήτο τόσον μεθυσμένος, ώστε η σκέψις του δεν ηδύνατο να προχωρήση πέραν αυτής της παρατηρήσεως. Η δε πορεία του εις το ψηλαφητόν εκείνο σκότος ήτο τόσον τρικυμιώδης, ώστε συνετάρασσεν έτι μάλλον και εθόλωνε την διάνοιάν του.

Δόλιος δε όσον και ωμός, και βλέπων, ότι όλη η Ιερουσαλήμ εταράχθη μετ' αυτού, συνήγαγεν εν τω ανακτόρω του πάντας τους Αρχιερείς και τους γραμματείς των Ιουδαίων, — τα λείψανα ίσως του Συνεδρίου εκείνου το οποίον είχεν εκμηδενίσει προ πολλού, — και ηρώτα αυτούς πού ο Μεσσίας γεννάται.

Αλλ' είσαι ειλικρινής, όπως ο Τούλλιος Σενεκίων αλλά συ είσαι ειδικώτερος αυτού. Διετύπωσες αυτήν την ιδέαν μου και διά τούτο λέγω πάντοτε ότι εις όλην την Ρώμην συ μόνος ηξεύρεις να με εννοής. Εσιώπησαν, και, εις μίαν στιγμήν, η σιγή του περιπάτου των εταράχθη μόνον από τον ελαφρόν κρότον του σαφρά υπό τα βήματά των.

Τούτο επροξένησεν ευχαρίστησιν μεν εις πολλούς αγαθούς ανθρώπους, λύπην δε εις τους μοχθηρούς, οίτινες χαίρουν περισσότερον διά μίαν αποκήρυξιν παρά διά μίαν υιοθεσίαν. Είδα δε τότε ότι το πράγμα δεν έκαμεν ομοίαν εντύπωσιν εις όλους, αλλ' ότι τινές ήλλαξαν χρώμα και το βλέμμα των εταράχθη και το πρόσωπον αυτών έδειξε δυσαρέσκειαν, όπως συμβαίνει εις τον φθόνον και το μίσος.

Τους είδα. υιέ της Αφροδίτης· είδα την παρθένον, τον αγαθόν Λιγειέα, τον άγιον Λίνον και τον απόστολον Πέτρον. — Προ της πυρκαϊάς; — Προ της πυρκαϊάς, ναι! Αλλ' εν τη ψυχή του Βινικίου εγεννήθη μία υποψία. Ο Χίλων ίσως εψεύδετο. Σταματήσας τον ημίονον ετόξευσε κατά του γηραιού Έλληνος βλέμμα απειλητικόν. — Τι έκαμες εκεί; Ο Χίλων εταράχθη.

Ο Ηρώδης εταράχθη ουκ ολίγον, και ήτο έτοιμος να υποστή άλλας θυσίας προς χάριν του Ιωάννου.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν