Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 19 Ιουνίου 2025


Ούτος ενόμιζεν ότι ήτο φιάλη σαμπάνιας και διαρκώς έφευγε κραυγάζων πότε πουμ και πότε πςς . . . ς, ως εξής: Και ο διηγούμενος ταύτα έβαλε τον λειχανόν της δεξιάς χειρός του εις το αριστερόν μάγουλον και κτυπών αυτό και πλαταγίζων την γλώσσαν του εζητούσε να μιμηθή τον κρότον, τον οποίον κάμνει η σαμπάνια όταν αφρίζουσα εξέρχεται από την φιάλην.

Ως είδον λοιπόν που ο βασιλεύς εζητούσε ταύτην την πρεσβείαν παρ' εμού καθ' όλους τους τρόπους, του υπεσχέθην προθύμως να υπακούσω εις την προσταγήν του, και ήμουν έτοιμος να την ενεργήσω χωρίς αναβολήν καιρού. Ο βασιλεύς διά την υποταγήν και προθυμίαν μου, πεπληρωμένος όλος χαράς, επρόσταξεν εν τω άμα τον θησαυροφύλακά του να μου μετρήοη τρεις χιλιάδες χρυσά φλωρία διά τα έξοδα του ταξειδιού.

Εις το ταξείδι ευρίσκει τον τρόπον να αναγνώση τα γράμματα του θείου, τα εξαλείφει και αντ' αυτών χαράττει άλλα με τα οποία ο Φέγγων τάχα εζητούσε από τον Ροδερίκον να φονεύση τους δύο απεσταλμένους και να δώση του Αμβλέτου εις γάμον την θυγατέρα του.

Η Λυκαίνιο λοιπόν αφού τόσα τον ορμήνεψε, σ' άλλο μέρος της λαγκάδας έφυγε, σαν να εζητούσε ακόμη τη χήνα. Κι ο Δάφνης έχοντας στο νου του όσα του είπεν άφισε την πρώτη του ορμή· κ' εδίσταζε να ζητήση από τη Χλόη περισσότερο από φίλημα κι αγκάλιασμα, επειδή δεν ήθελε μήτε να φωνάξη σαν από εχθρό, μήτε να δακρύση σαν να επονούσε, μήτε να ματώση σαν σκοτωμένη.

Παρέκει τερηδώνες σαν κοκκινόμαυροι σκώληκες, ντυμένοι στο καστανό χνούδι τους, ανάδευαν ανυπόμονες να κολλήσουν στο πλεούμενο και να κάμουν κόσκινο το ξύλο του. Αλλού της Αφροδίτης ο Κεστός μακρύς, κλωθογύριστος, ολομέταξος άπλωνε τις απαλές κορδέλες του σαν να εζητούσε κάτω εκεί το αιθέριο κορμί της θεάς του.

Κατηυθύνθη εις την αίθουσαν, όπου ήξευρεν ότι έκεικτο η γραία, και μόλις είχε πνοήν να ερωτήση την νοσοκόμον, ην συνήντησε προ της θύρας. — Πώς είνε; — Καλά που ήλθες, απήντησεν εκείνη. Η θειά σου εβάρυνε. Όλη την ήμερα σ' εζητούσε. Τώρα. . . . Ο Γεώργης δεν ήκουσεν άλλο.

Και θέλοντας να είναι ο αφέντης του πιο πρόθυμος για το γάμο του, εφρόντιζε γι' αυτά με κάθε τρόπο, φέρνοντάς τα στη βοσκή απ' του θεού το χάραμα και γυρίζοντας στη στάνη το δείλι· τα πότιζε δυο φορές την ημέρα κ' εζητούσε τα πιο καλά βοσκοτόπια· ενοιάστηκε και για σκαφίδια καινούργια και για τάλαρους πολλούς και για καλαμωτές μεγαλύτερες.

Κι αφού τους ηύρε να μετράνε το κριθάρι, που τώχανε λιχνίσει προλίγο, και νάναι λυπημένοι επειδή λίγο έλειψε να είναι λιγώτερο από όσο είχανε σπείρει, για κείνα τους επαρηγόρησε, λέγοντας ότι τα ίδια είχανε γίνει παντού, κ' ύστερα τους εζητούσε το Δάφνη για τη Χλόη.

Την ερχομένην ημέραν από την αυγήν ήλθεν ο ζευγίτης μου και με εζητούσε διά να μου ομιλήση και να μου φανερώση ένα μυστικόν, και λέγει μου· αυθέντη, εγώ έχω μίαν θυγατέρα, που καταλαμβάνει την μαγείαν, και εχθές όταν είδεν ότι που εγύρισα οπίσω το μοσχάρι καθώς με επρόσταξες, πρώτον εγέλασε και ύστερα έκλαυσε· και την ερώτησα την αιτίαν και μου είπεν, ότι τούτο το μοσχάρι είναι ο υιός του αυθέντου μας, που η γυναίκα του η κυρά μας το μετέβαλεν εις μοσχάρι, και την μητέρα του εις αγελάδαν και εγέλασα χαρούμενη, επειδή το είδα ζωντανόν· έπειτα έκλαυσα διά την μητέρα του, που εθυσιάσθη.

Ήτο ευτυχισμένος να εργάζεται εις το περιβόλι και να βλέπη την αδελφήν του· χωρίς όμως να το δείχνη, εζωογονείτο οσάκις ήρχετο από ταξείδι ο γαμβρός του και διότι τον αγαπούσε πολύ, αλλά προπάντων διότι η αδελφή του ήτο πλέον ευχαριστημένη τότε, του έκαμνε όμως πάντα τον θυμωμένον, τον δυσαρεστημένον και με πείσμα παιδιού του εζητούσε τα εκατόν τόσα τάλληρα, την παλαιάν των διαφοράν.

Λέξη Της Ημέρας

συλλογούμαι

Άλλοι Ψάχνουν