Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 31 Μαΐου 2025


Τώρα; 'Σαν ταποτώρα! απήντησεν ο Σταυρής ο Ξυλοπόδαρος, ξύων την βάσιν της τριγωνικής κεφαλής του. Κάμε ό,τι θέλης. Μόνον να μη ξεχάσης τι προφητεύει ο Χρονογράφος για την Αθήνα κ' έχε τον νουν σου. Και κάμε λήγωρα να ανοίξης δικό σου εργοστάσιο.

Το ποτάμι της Ζωής είναι της Χαράς το ποτάμι, που η Ζωή το συμπαρασύρει εις το δικό της, αυτό είναι ευδαιμονία . . . Εκυτταζε την νέαν, ήτο η Αννέττα και μόλα ταύτα δεν ήτο· και ακόμη ολιγώτερον δεν ήτο το φάντασμα, η μυστηριώδης μορφήόπως το έλεγεν αυτόςπου συνήντησεν εις το Γκρίντελβαλτ.

Κ' είνε 'δικό του το πολύ το μέρος της Φοινίκης και της Συρίας το πιο πολύ, μα και της Αραβίας και της Λιβύας το πειότερο και της Αιθιοπίας.

Τα παιδιά του δεν ήταν ικανά για να κρατήσουν την κληρονομιά. Θα έμενε φυσικά στον καλήτερο και το δυνατώτερο. Καλήτερος ήταν ο Ευμορφόπουλος και το αναγνώριζε. Μα έλεγε πως ήταν δυνατώτερος ο Πέτρος κ' ήθελε να παλαίψη στήθος με στήθος μαζί του. Αν κατώρθωνε να τον ξετοπίση, το απέραντο χτήμα θα ήταν όλο δικό του. Και για να τα καταφέρη δεν πισωδρομούσε στο τίποτα.

Κι' ο παπάς μαθές στον καιρό του και ταδέρφια μου και ταξαδέρφια μου, όλο μας το σώι και το σώι το δικό σας γεμιτζήδες σταθήκανε. Και μεις μαθές, και γυναίκες και μαννάδες κι' αδερφάδες, τους απαντέχαμε στην ξενητειά και με το καλό γυρίζανε πάλι και του κόσμου τα καλά μας φέρνανε. Εσύ πια θα σταθής μονάχος σημαδιακόςΤούπε και τούπε η παπαδιά, όσα κατέβαζε η γλώσσα της.

Να το ολόκληρο στα πόδια του, σιωπηλό κι εδώ κι εκεί να γυαλίζει από τα νερά στο λιόγερμα, το κτηματάκι που ο Έφις λογάριαζε περισσότερο δικό του παρά των κυράδων του.

Σε ξένους άντρες πάει ο νους της άπιστης γυναίκας· κι αν είν' οι γέννες της πολλές και γόνιμη είν' εκείνη, μα τα παιδιά της δεν μπορούν να μοιάζουν του πατέρα, Εσύ, Αφροδίτη, η πιο ώμορφη μέσ' στις θεές του Ολύμπου, εσύ την επροστάτευες και μήτε την αφήκες το θλιβερό τον ποταμό του Χάρου να περάση· μα βιαστικά την άρπαξες πριν φτάση να πατήση στη βάρκα την κατάμαυρη που σέρνει πεθαμμένους, και στο 'δικό σου το ναό την έβαλες για πάντα κι απ' τις 'δικές σου τις τιμές έδωκες και σ' εκείνη.

Και είπεν η γραία προς την νεάνιδα, μη δυναμένη ακόμη ν' αποσπάση τον νουν της από την προ μικρού συμβάσαν φοβεράν σκηνήν: — Πώς να το δώσω, κορίτσι μου, αφού δεν είνε δικό μου; Είνε του παιδιού μου. Κάθε βράδυ το γλέπω ς' τον ύπνο μου και μου λέει: θαρθώ μάννα! θαρθώ μάννα! Ψες τα βράδυ το είδα πάλι. Είνε μικρό-μικρό, ως οχτώ χρονών.

Ο τοίχος του περιβολιού μου είναι χαμηλός και βλέπω πέρα πέρα κάμπους και πρασινάδες. Ο ουρανός από πάνω μοιάζει σα γαλανή πεδιάδα που κοιμάται. Δε γυρέβω να μάθω αν είναι πουθενά κανένας πλανήτης στον ουρανό καλήτερος από το δικό μας. Δε γυρέβω να μάθω αν υπάρχει πουθενά καμιά αιώνια πρασινάδα. Έρημος ο κάμπος για μένα κι ο ουρανός ερημιά. Ξέρω πως η αγάπη πουθενά πια δε θα καρπώση.

Πηγαίνει λοιπό στους «Τραμπούκους» του καιρού εκείνου, τους αρχηγούς του Ιπποδρομίου, συναγροικιέται μαζί τους, κάμνει δικό της και τον Ίλλο, άλλον Ίσαυρο του παλατιού, άνθρωπο άξιο και δραστήριο, και στα 475 σηκώνει μεγάλη στάση.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν