United States or Oman ? Vote for the TOP Country of the Week !


Γιατί νομίζουν οι πολλοί, πως κάθε τι δεν πρέπει, Με δίχως κάνα σκέπασμα καθένας να το βλέπει. Εγώ πολύ παλιότερο και γεροστότερόν σου, 95 Με τα στολίδια, που φορώ, φαντάζω νιότερό σου. Και ντιούμαι πάντα λογιαστά, και πάντα συχναλλάζω, Και πάσα ημέρα αλλιότικο, καινούρια νιάτα βγάζω.

Πέτρινες στοές δίχως τέλος και δίχως ταίρι μας ισκιώνουν και μας προφυλάγουν από το φοβερό το λιοπύρι· οι πιώτεροι δρόμοι μ' επίτηδες μέρος για να περνούν τ' αμάξια και τάλογα, σύστημα ασυνήθιστο στις ελληνικές πολιτείες· αρίθμητα δημόσια χτίρια· ο λαός πάντα πανηγυρικός, πάντα περίχαρος, πάντα στο ποδάρι κι ακοίμητος.

Πλάκωσε τέλος και ο Λέοντας, και δίχως άλλο ψυχή δε θαπόμνησκε, μόνο που πρόφταξε κι ο Γαϊνάς με ταυτοκρατορικά τα στρατέματα και βοηθούσε πια τώρα τον Τριβιγίλδο! Κολώνει αμέσως ο Λέοντας, μα πού τον αφίνει ο εχτρός! Αναγκάζεται με το στανιό να πολεμήση, καταπονιέται, σκοτώνεται, κι απομένει όλη η εξουσία στους δυο Γότθους.

Θανατώνουν το Βοδερίκο και πολλούς αξιωματικούς του, και σέρνουν τα κορμιά τους στους δρόμους μέσα. Ο Θεοδόσιος είταν τότε στο Μιλάνο. Μόλις ήρθανε σταυτιά του τα γενάμενα, και φρένια τονέ συνεπαίρνει, να παιδευτή και καλά η Θεσσαλονίκη δίχως δίκη, δίχως ανάκριση. Αίμα έφτυσε, που λέει ο λόγος, ο Επίσκοπος του Μιλάνου ο Αμπρόσιος ώσπου να τον καταπείση ναλλάξη γνώμη.

ΝΕΑΝΙΑΣ Βρε για σταθήτε: κι' αν εσείς με κάνετε κομμάτια, πώς θα μπορέσω πειά να ιδώ μιαν ώμορφη στα μάτια; Γ' ΓΡΑΥΣ Κάμε καλά• μα πρώτ' αυτό θα κάνης δίχως άλλο. ΝΕΑΝΙΑΣ Με ποιά προτήτερ' απ' της δυο τα μάτια μου θα βγάλω; Β' ΓΡΑΥΣ Δεν ξέρεις; κόπιασ' από 'δω. Β' ΓΡΑΥΣ Ώ, μα τον Δία! τον κρατώ και δεν σου τον αφίνω. Γ' ΓΡΑΥΣ Κ' εγώ δεν σου τον δίνω.

Τι όσο μου κάνεις ημπορείς απ' άλλον να το πάθης, Κι' η σαγιτιαίς του πόσο καιν με βλάβη σου να μάθης· Αχ! να 'ξερες, και να' λεγες τι θελά ειπή ο Έρως· Τ' ανίκητο δοξάρι του· και πιο πληγόνει μέρος! Αφού για σε μ' ελάβοσε ανάπαψι δεν έχω, Και με κατάντησε ζουρλόν να περπατώ να τρέχω. Μερόνυχτα οχ τα μάτια μου δε σταματάει το δάκρυ, Και κολυμπώ σε πέλαγο με δίχως πάτο κι' άκρη.

Τα κοντινά η Κίμωλος και η Πόλυβος, η Μήλος και η ερημόμηλος και τα Γερακούνια εξεχώριζαν καθαρά τυλιγμένα σε ασπρογάλαζη ομίχλη, με τις σχισμάδες και τις σπηλιές τους σκοτεινόμαυρες, τ' ακρωτήρια και τις ραχούλες φωτεινώτερες, τις πλαγιές τους ήμερες, στρωτές, δίχως λάκκους και αγριαγκάθια, τις ρεματιές τους και τ' ακρογιάλια δίχως λιθάρια και χάλαρα.

Έτσι είπε, και την άκουσε ο κεραβνοτινάχτης, και λέει εφτύς της Αθηνάς δυο φτερωμένα λόγια «Πήγαινε κάτου στο στρατό δίχως στιγμή να χάσεις, 70 κι' έτσι να κάνεις π' άπιστα ν' αρχίσουν πρώτοι οι Τρώες και να χτυπάν τους Αχαιούς που κέρδισαν τη νίκηΈτσι είπε, και ξαπόστειλε την Αθηνά στα πλήθη, όπως κι' εκείνη ώρα πολλή να τρέξει λαχταρούσε, κι' απ' του Ελύμπου χύθηκε, τα κορφοβούνια κάτου.

Ξερκά όμως, δίχως νερό τα καϋμένα τα σπαρτά, μπροστέλευαν εδώ κ' εκεί ανάριες τες λυγνές καλαμιές τους με τ' αχαμνά στάχια, κ' έγερναν καταμεριά τες μαραμένες τους φούντες λυπητερά, σαν κεφάλια παραπονεμένων ραγιάδων.

Αυτό το φαινόμενο, που δεν είναι δίχως ενδιαφέρον και παρουσιάζεται πάντα ύστερ' από τη δημοσίευση καμμιάς νέας εκδόσεως του ενός ή του άλλου από τα βιβλία που ανάφερα, αποδίδεται γενικά στην επίδραση της φιλολογίας, στη φαντασία. Όμως αυτό είναι πλάνη. Η φαντασία είναι κατ' ουσίαν δημιουργική και αποζητάει πάντα καινούργιες φόρμες.