United States or Nicaragua ? Vote for the TOP Country of the Week !


Θεόρατη πέτρα έμοιαζε στη θάλασσα. Όλα της τα ξάρτια εξεχώριζαν ένα κ' ένα στον γλαυκόν αιθέρα θαυμάσια. Είδα τους φλόκους, τις μαΐστρες, τους παπαφίγγους, τις γάμπιες, τους τρίγγους, τα πόμολα. Ακόμα και το σωτρόπι ημπορώ να ειπώ πως είδα. Το μάτι μου παντοδύναμο έκανε κρύσταλλο το ξύλο κ' έφτανε στα έγκατά του.

Τα κοντινά η Κίμωλος και η Πόλυβος, η Μήλος και η ερημόμηλος και τα Γερακούνια εξεχώριζαν καθαρά τυλιγμένα σε ασπρογάλαζη ομίχλη, με τις σχισμάδες και τις σπηλιές τους σκοτεινόμαυρες, τ' ακρωτήρια και τις ραχούλες φωτεινώτερες, τις πλαγιές τους ήμερες, στρωτές, δίχως λάκκους και αγριαγκάθια, τις ρεματιές τους και τ' ακρογιάλια δίχως λιθάρια και χάλαρα.

Και ζερβόδεξα φαντάσματα να κατεβαίνουν απάνω μας, με τον όγκο τους να μας πνίγουν, πανιά και ξάρτια καραβιών άλλων που έτρεχαν αιθεροπλανημένα νομίζεις να εύρουν τον πόρο τους. Οι ναύτες τυλιγμένοι στην ομίχλη μόλις εξεχώριζαν, ψυχές ανεμοκίνητες που ταξειδεύουν στο χάος.

Οι φλόγες του λυχναριού ελύγιζαν πέρα δώθε, κ' εξεχώριζαν σε διπλές γλώσες γλυκοπράσινες. Η μάνα περίχαρη και γελαστή, — τι μέρα ξημέρωνε αλήθεια! — ανακάτωνε τα λαλάγκια με ταδράχτι, να ξεροψηθούν. Κόκινη κόκινη, φουντωμένη, με ροδισμένο το πρόσωπο από τη φωτιά, μας ξάνοιγε μες απ τον καπνό που σήκωναν οι λιοπυρίνες κ' εχαμογελούσε.