Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 9 Ιουνίου 2025


Πώς να την ιδή ευτυχισμένη και δοξασμένη, καμάρι των φίλων, αγκάθι των οχτρών της. Ακόμα και οι τωρινοί κόποι του για κείνη γίνονταν. Να δείξη στον κόσμο τη σειριά της· να την θαυμάσουν και να την προσκυνήσουν οι αιώνες. Μα εκείνη αντί να τον συντράμη στον αγώνα, τον άφησε μάρμαρο. Είνε ή δεν είνε ν' απελπίζεται κανείς! — Γιατί, μαννούλα μου, γιατί; εψιθύρισε παραπονεμένα.

Αν τα διάβαζαν, θα γίνονταν σίγουρα μισάνθρωποι ή, αν μου επιτρέπεται να δανεισθώ μια φράση κάποιας από τις όμορφες τελειόφοιτες της Newnham τέλειοι μισογύναι για το υπόλοιπο της ζωής των . Ούτε είναι ανάγκη να τα διαβάζουν. Για να καταλάβη κανείς την προέλευση και την ποιότητα ενός κρασιού δεν είναι ανάγκη να πιη ολάκερο το βαρέλι.

Φοβόταν μήπως οι κυράδες του τού βάλουν τις φωνές. ΄Ηξερε ότι αυτό που έκανε ήταν σοβαρό, ίσως λάθος, αλλά δεν μετάνιωνε. Ένα μυστηριώδες χέρι λες και τον έσπρωξε κι εκείνος ήξερε πως όλα όσα γίνονταν έτσι, κάτω από μια υπερφυσική δύναμη, ήταν πράξεις καλές. Περίμενε τον Τζατσίντο μέχρι αργά. Τ’ ολόγιομο φεγγάρι φώτιζε την κοιλάδα και η νύχτα ήταν τόσο φωτεινή που ξεχώριζε η σκιά κάθε βλαστού.

Και κανένας δεν ερχόταν να ταράξη τον καλλιτέχνη στην εργασία του. Καμμιά ανεύθυνη φλυαρία δεν τον ανησυχούσε. Δεν βασανίζονταν με γνώμες. Δίπλα στον Ιλισσό, λέει κάπου ο Arnold, δεν ήταν κανένας Higginbotham. Κοντά στον Ιλισσό, αγαπητέ μου Γιλβέρτε, δεν γίνονταν ανόητα συνέδρια για την Τέχνη, που να κουβαλούν επαρχιωτισμό στις επαρχίες και να μαθαίνουν τις μετριότητες πώς να γαυγύζουν.

Βαθειά, βαθειά 'ςτόν πάτο Της γης, μέσα 'στά Τάρταρα Απλόνονται αντάρα. Κι' όλο μαυρίλα 'φαίνονταν, Τι φρίκη! . . . Τι τρομάρα! . . . Και μια βοή — 'σάν ποταμιούΑκούω εκεί κάτω. Θόρυβος μέγας γίνονταν, Και ταραχή μεγάλη. Ακούω μαύρους στεναγμούς, Ακούω μοιρολόγια. Ακούω και κλαψήματα, Και λόγια, πόνου λόγια. Κι' ανατριχίλα μ' έπιασε! Και μ' έπιασε μια ζάλη! Κυτάζω· 'σάν τα Τάρταρα Ήταν βαθειά.

Ένα ποτήρι ξέχειλο από νέκταρ ήταν ο τόπος κ' έπιναν οι άνθρωποι και γίνονταν θεοί· έπιναν οι θεοί και γίνονταν θεώτεροι. Αλήθεια λέω ή παραμύθι; Όπως θέλτε πάρτε το. Φτάνει να μάθετε πως τη θεόκορμη βελανιδιά κακό δρολάπι τη γκρέμισε. Και το δρολάπι δεν ήταν άλλος παρά η κολασμένη γενιά του Άλταη του Χαγάνου. Το πατρικό της ήταν ψηλά στο Χρυσοβούνι, σε τόπο λογγωμένο και μισόξενο.

Λέξη Της Ημέρας

συγκατάνευσε

Άλλοι Ψάχνουν