United States or Costa Rica ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΕΡΜ. Και όμως δεν δύνασαι να φαντασθής πόσον πράγματικώς είνε γελοία, Χάρων, και μάλιστα η μεγάλη σημασία την οποίαν αποδίδουν εις τα πράγματα και αι ελπίδες υπό των οποίων κατέχονται καθ' ον χρόνον επέρχεται και τους αρπάζει ο θάνατος.

Εγώ την επήκουσα και τότε όλες οι γυναίκες θεωρώντας την φούσκαν που είχα εις το κεφάλι, εδόθηκαν εις μεγαλώτατα γέλοια, και να φωνάζουν τόσον, που με έκαμαν να καταντροπιασθώ.

Παραδέχεσαι αυτά, ή έχεις άλλην γνώμην; Ερμογένης. Βεβαίως τα παραδέχομαι. Σωκράτης. Ομολογώ, Ερμογένη μου, ότι ίσως θα μας φανούν γελοία τα πράγματα, όταν αποδειχθούν ότι είναι διά μιμήσεως, αποτυπωμένα εις γράμματα και συλλαβάς, είναι όμως ανάγκη να γίνη αυτό. Διότι δεν έχομεν άλλο καλλίτερον εις το οποίον να παραπέμψωμεν την έρευναν περί της αληθείας των πρώτων ονομάτων.

Εκ των παρόντων άλλοι μεν ησθάνοντο εντροπήν, άλλοι δε εγέλων, έως ου ο Αλκιδάμας απέκαμε να κτυπάται υπό του ανθρωπίσκου, ο οποίος ήτο γυμνασμένος εις την πυγμαχίαν και υπεχώρησεν ηττημένος. Γέλοια ακράτητα υπεδέχθησαν την έκβασιν της μάχης.

Επομένως είναι γελοία η απάντησις από εκείνον όστις ερωτήθη τι είναι επιστήμη, εάν απαντήση ένα όνομα μιας τέχνης, διότι απαντά τι παράγει η επιστήμη, ενώ δεν το ερωτήσαμεν αυτό. Θεαίτητος. Φαίνεται. Σωκράτης. Και έπειτα βεβαίως ήτο δυνατόν να απαντήση με το τίποτε και συντόμως, και όμως εκείνος διέτρεξε ένα απέραντον δρόμον.

Κάποιος χτύπησε την πόρτα απέξω ! Τρέχει η Λιόλια νανοίξη . . και γιομίζει από χαρτοπόλεμο και μπαίνει ο Νίκος σκασμένος στα γέλοια που έκαμε τη Λιόλια και τρόμαξε. Μύριζε ο Νίκος δυνατά κρασίλας. Έπειτα πήγε και στης Βεργινίας το κρεββάτι και την πασπάλισε κι αυτή με τα πολύχρωμα χαρτάκια. Έτσι φαινόταν ακόμα πιο κίτρινη, σα λείψανο μασκαρεμένο. —Μ' ηύρε στο δρόμο η θεια Ελέγκω, είπε ο Νίκος.

Εν γένει πάντα όσα έβλεπα εις το ποικίλον εκείνο και πολύμορφον θέατρον ήσαν γελοία.

Ο Αριστόδημος καλοξαπλώθηκε στο κάθισμα του, σαν ουζοθρεμμένος αγάς κ' έσκασε τα γέλοια. Γελούσε τόσο δυνατά που έκανε τους τοίχους του σπιτιού να ταράζωνται συθέμελοι και τα τζάμια των παραθυριών να τρίζουν, σαν από κάποια υπόγεια βροντή. Το σκυθρωπό και αναιμικό πρόσωπό του έλαμπε κ' εκοκκίνιζε σα βερνικωμένη τομάτα.

Ξέσπαναν τότες στα γέλοια οι Τούρκοι, κι αντίλαλούσαν οι λόγγοι με τάσεμνα χωρατά τους.

Όσο συνηθισμένα και να τα είχε τα γέλοια του γέρου, τώρα πια της μπαίνανε στα στήθια σαν αλύπητες μαχαιριές. Αυτή μαθές να γυρεύη να κυβερνήση την κόρη της, κι ο πατέρας της να την αρρεβωνιάζη κιόλας έτσι μωρό παιδί μ' άλλο μωρό παιδί στο τραπέζι απάνω, αυτό να το καταπιή δεν δενήθηκε. Το φυσούσ' αυτό και δεν κρύωνε. Άλλαζε κι όλο άλλαζε χρώματα.