United States or Sudan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η Βενετιά τα δέχεται περίχαρη, στολίζεται και καμαρώνει σαν ξιπασμένη και άμυαλη τσιγγάνα. Ζώνεται το σπαθί του Κωνσταντίνου μας το ευλογημένο, που έχει στο θηκάρι του τον ουρανό με τ' άστρα, τη θάλασσα με τα καράβια, τη γη με τα κάστρα της·ιστορία χρυσόγλυπτη του απέραντου Κράτους μας.

Στη Βενετιά όμως, ακόμη και σήμερις, έχουνε φάμπρικες ξεπίτηδες για μωζάικες, και μάλιστα στην Εβρώπη τρελλαίνουνται για τα ιστορικά της μωζάικας. Γράφηκαν άπειρα βιβλία και για την τέχνη την ίδια και για την κατασκεβή, και για τα μεσαιωνικά της ιστορικά στο Βυζάντιο.

Ο τρίτος είπε: — Είμαι ο Κάρολος Εδουάρδος, βασιλιάς της Αγγλίας· ο πατέρας μου, μου παραχώρησε τα δικαιώματά του στη βασιλεία· πολέμησα για να τα υποστηρίξω· ξερρριζώσανε την καρδιά από οχτακόσιους του κόμματός μου, και τους τη χτυπήσανε στα μούτρα· με βάλανε στη φυλακή· πάω στη Ρώμη να επισκεφτώ τον πατέρα μου, εκθρονισμένον όπως κ' εγώ κι' ο παπούς μου· κ' ήρθα να περάσω τα καρναβάλια στη Βενετία.

Πόσα θέλετε, τόνε ρώτησε ο Αγαθούλης, για να με πάτε κατ' ευθείαν στη Βενετία, εμένα, τους ανθρώπους μου, τις αποσκευές μου κι' αυτά τα δυο πρόβατα; Ο πλοίαρχος ζήτησε δέκα χιλιάδες πιάστρα· ο Αγαθούλης δεν αντέτεινε. — Ω! ω! είπε μέσα του ο πονηρός Βάντερντέντουρ, αυτός ο ξένος δίνει μονομιάς δέκα χιλιάδες πιάστρα! Πρέπει νάναι πολύ πλούσιος.

Ύστερα, χαλώντας την συμφωνία μετά ένα λεπτό, δήλωσε, πως δε μπορεί να ταξιδέψη μ' ολιγώτερα από είκοσι χιλιάδες. — Ε! καλά, θα τα λάβης, είπε ο Αγαθούλης. — Ουά! είπε χαμηλόφωνα ο έμπορος, αυτός ο άνθρωπος δίνει είκοσι χιλιάδες πιάστρα με την ίδια ευκολία, που έδωσε δέκα. Τάστριψε πάλι και τούπε, πως δε μπορούσε να τον πάη στη Βενετία μ' ολιγώτερα από τριάντα χιλιάδες πιάστρα.

Όλα είναι καλά, όλα πάνε καλά, όλα πάνε όσο το δυνατό καλύτερα! &Περί Πακέττας και του αδελφού Γαρουφάλη.& Μόλις ήρθε στη Βενετία, ζήτησε τον Κακαμπό σ' όλες τις ταβέρνες, σ' όλα τα καφενεία, σ' όλα τα πορνεία, και δεν τον βρήκε πουθενά. Έστελνε κάθε μέρα να ψάχνουν όλα τα καράβια κι' όλες τις βάρκες· καμιά είδηση από τον Κακαμπό!

Πολύ ευχαρίστως, είπε ο Μαρτίνος· λέγουν, πως η Βενετία είναι καλή μονάχα για τους ευγενείς Βενετσάνους· και πως, ωστόσο, δέχονται πολύ καλά τους ξένους πούχουνε παράδες. Εγώ δεν έχω· έχετε σεις· θα σας ακολουθήσω παντού. — Μια στιγμή! Πιστεύετε, πως η γης ήτανε πρώτα θάλασσα, όπως διατείνεται αυτό το χοντρό βιβλίο του καπετάνιου;

Όταν ήμουν στη Βενετία, μ' έπιασε μια λαχτάρα τρομερή ναν την έβλεπα να βούλιαζε, μαζί με τα παλάτια της και μ' όλες τις θύμησες, και μ' όλη την ιστορία της, και μου ήρθε έπειτα ένας πόθος, κάτι να γεννήσω καινούριο κι όμορφο, όσο άσκοπο κι αν φαίνονταν. Κ' είναι, βέβαια, όλα άσκοπα στη ζωή αυτή, αλλά η δημιουργική δύναμη δεν της μέλει, και όλο γκρεμίζει και ξαναφτειάνει τα ίδια και τα ίδια.

— Α! τα τέρατα! φώναξε ο Αγαθούλης. Τέτοιες φρικαλεότητες σ' ένα λαό, που χορεύει και τραγουδεί! Δε θα μπορέσω να φύγω, όσο το γρηγορώτερο απ' αυτό τον τόπο, όπου μαϊμούδες και τίγρεις παίζουνε μαζί. Είδα αρκούδες στον τόπο μου· ανθρώπους είδα μόνο στο Ελδοράδο. — Για τόνομα του Θεού, κύριε αστυνόμε, στείλε με στη Βενετία, όπου πρέπει να περιμένω τη δεσποινίδα Κυνεγόνδη.

Φαίνεται ότι ήτο καλός ελληνιστής, και πονήματά τινα κατέλιπεν, έμμετρα και πεζά, εξ ων έν μόνον φυλλάδιον είχε τυπωθή εν Βενετία, ζώντος του συγγραφέως. Εκείνας τας ημέρας έγεινεν η μνηστεία, και μετ' ολίγον καιρόν ο γάμος.