Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Μαΐου 2025
Η γραία έδειξεν εις την Αμέρσαν την μικράν φιάλην με το ρακί, εις το μικρόν ράφι άνωθεν της εστίας, και της ένευσε να βάλη στο ποτηράκι, διά να πιή ο Κωνσταντής. — Δεν έχει κανένα σύκο; . . . ηρώτησεν ούτος, άμα έλαβε το ρακοπότηρον από την χείρα της γυναικαδέλφης του.
Μήτε στιγμή δεν κατέβηκε να τους βάλη γνώση· μόνο πήγε στον Κίσσαβο, στη Μάνη, και σ' άλλα βουνά, κ' έστησε κει τη φωλιά της σαν ουράνιος αϊτός, και φύλαγε την ώρα να κατέβη στους κάμπους και να βλογήση τη Ρωμιοσύνη.
Με ρωτάς τι θάλεγε ο Leonardo, αν κανένας του είχε πη για την εικόν' αυτή πως «όλες οι σκέψεις κ' η πείρα του κόσμου χάραξαν κ' ετύπωσαν εκεί 'πάνω ό,τι ήταν ικανό να εξευγενίση και να κάνη εκφραστική την εξωτερική φόρμα, το ζωισμό δηλ. των Ελλήνων, τη Ρωμαϊκή λαγνεία, τη ρέμβη του Μεσαιώνος με την πνευματική του φιλοδοξία και τους φανταστικούς του έρωτες, τον γυρισμό του ειδωλολατρικού κόσμου και τις αμαρτίες των Βοργιών»· θ' αποκρινόταν πιθανώτατα ότι δεν είχε υπ' όψει ο ίδιος τίποτ' απ' αυτά, μα κύτταξε μονάχα πώς να βάλη σε τάξη τις γραμμές και τις μάζες και φρόντισε για καινούριους και παράξενους συνδυασμούς του γαλάζιου και του πράσινου.
Ο Αγαθούλης άκουσε αυτήν την ομιλία με προσοχή, σχημάτισε μεγάλη ιδέα για τον συζητητή! Κι' όπως η κυρία Μαρκησία είχε φροντίσει να τον βάλη πλάι της, έγειρε στ' αυτί της και τη ρώτησε, ποιος ήταν αυτός ο άνθρωπος, που μιλούσε τόσο καλά! — Είν' ένας σοφός, είπε η κυρία, που δεν ποντάρει ποτές, και που ο αββάς μου τόνε φέρνει κάποτε στο δείπνο.
Μα δεν εννοούσε να στρώση ποτέ τον πισινό του. Άφινε στη μέση πετσιά και σύνεργα, ανασήκωνε την ποδιά και δος του στον καφενέ. Να βάλη παντού το λόγο του· να διορθώνη την κοινωνία. Σα δεν πήγαινε στο καφενείο, κάθε λίγο και στο σπίτι του. Να ιδή τι γίνεται Φαίνεται πως ζήλευε λιγάκι και τη γυναίκα του. Πάντα η ίδια η ιστορία.
Ενίοτε όμως ο Γιωργής της Θασίτσας, μεταβαίνων εις την προκυμαίαν εκαθάριζε κοντόχονδρον ως τον εαυτόν του βαρέλιον. — Ώρες καλές! Τον εχαιρέτιζαν εις την αγοράν. Ήτο σημείον ότι προσήγγιζον αι εκλογαί. Τότε, λαμβάνων χρήματα παρά των υποψηφίων να κερνά το κόμμα, εθεώρει περιττόν να βάλη το κρασί του καθενός χωριστά. Επλήρου λοιπόν ολόκληρον βαρέλιον.
Και διά να επανέλθω εις το παράδειγμα του λικμίσματος, αν κανείς βάλη φωτιά εις τον σίτον και εις το άχυρον αυτού, νομίζω ότι πολύ ταχύτερα θ' ανάψη το άχυρον, ο δε σίτος δεν θ' αναφλεχθή διά μιας, αλλ' ολίγον κατ' ολίγον• δεν θ' αναδώση μεγάλην φλόγα, αλλ' αφού επί τινα ώραν καπνίση, θα καή επιτέλους και αυτός.
Δε λέω που ο μεταφραστής ή ο εγδότης δεν μπορεί να βάλη πού και πού τίποτις δικό του, να διορθώση ένα κόμμα ή να δώση ερμηνεία πιο σωστή για μια λέξη, κ' έτσι να μας βγάλη στη μέση, για το κοινό, καμιά καινούρια νοστιμάδα. Όσο θερισμένος κι αν είναι ένας κάμπος πάντα κατορθώνει κανείς να μαζέψη δυο τρία στάχια που έπεσαν καταγής. Απομεινάρια βρίσκουνται παντού.
Η δεύτερη μανία τον έφερε στην Ελλάδα για να βάλη σε δρόμο την πρώτη. Και το χερότερο, που Έλληνες τον πρωτοπαρακινήσανε να κατεβή στην Ελλάδα, να παραβγή στους Αγώνες, και να μαζέψη με τα δικά του χέρια τα στεφάνια που τούστελναν ως τότες από τα μακριά.
Τα γραφούμενά μου, αν τον ακούσης, «δεν κατώρθωσαν κανέναν να ενθουσιάσουν». Πολύ νόστιμο, που το γράφει κιόλας αφτό στην «Ακρόπολη». Σα βγήκε το «Ταξίδι μου», όχι «ενθουσιάστηκε», τρελλάθηκε ο Γαβριηλίδης, κόντεψε να βάλη όλο το Ταξίδι στην «Ακρόπολη». Και του έφκουμαι του κ. Σωτηριάδη, αντίς ένα του άρθρο, να του βάλη καμιά μέρα ο Γαβριηλίδης στην Ακρόπολη, αλάκαιρο βιβλίο.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν