Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025


Ήτο αγαθός ανήρ ο αυθέντης του Γεώργη, και ο Γεώργης το ησθάνθη την στιγμήν εκείνην. Του εφάνη, δεν ηξεύρω πώς, ότι η χειρ του πατρός του κατήρχετο αοράτως επί της κεφαλής αυτού και τον εθώπευεν. Η καρδία του εσκίρτησεν εξ αγάπης και ευγνωμοσύνης, και θαρρήσας ανέβλεψε προς τον κύριόν του και τω είπεν·Αυθέντη,. . . . ήθελα να σας ζητήσω μίαν χάριν. — Τι θέλεις, παιδί μου;

Ω πολλά γενναίε Αμπτούλ, εφώναξεν ο Καλίφης πόσον ευτυχισμένος που θέλει είνε ο λαός της Μπάσρας, εις το να σε έχη διά βασιλέα του; Αυθέντη, του απεκρίθη ο Αμπτούλ, κάνει χρεία να σας παρακαλέσω διά μίαν άλλην χάριν, να δώσης του Αλή τον θρόνον, που εις εμένα διορίζεις, διά να βασιλεύη με την γυναίκα του την βεζυροπούλαν, που έλαβε τόσην ευσπλαχνίαν να μου γλυτώσουν την ζωήν.

Θέλεις ηξεύρει, ω αυθέντη, εξανακολούθησεν η Ζεμπρούδα, ότι με όλην την ευμορφιάν που έχω, ζω εις ένα σκοτεινότατον σπίτι, του οποίου η εμπασιά είνε εμποδισμένη όχι μόνον των ανδρών αλλά και των γυναικών, οι οποίες με την κουβένταν τους ημπορούσαν να μου φέρουν κάποιαν παρηγορίαν.

Ποιος ξεύρει πόσα τέτοια γράμματα θα έχη ως τώρα γραμμένα ο άνδρας της. — Αι, και θα του δανείσης τώρα συ; — Να ιδούμεν. Αν έχη ασφάλειαν . . . — Αφού σου γράφει ότι δεν έχει άλλην από την υπογραφήν του. — Αυτό είνε ένας λόγος. Όλοι εις την αρχήν έτσι λέγουν. Κάτι θα του βρίσκεται. Την στιγμήν εκείνην κρούεται η θύρα, και μετ' ολίγον εισέρχεται ο υπηρέτης λέγων·Αυθέντη, ένας κύριος σας ζητεί.

Λέγοντας έτσι εκίνησαν μαζί με τον Κουλούφ διά να πηγαίνουν. Φθάνοντας δε εμπρός εις ένα μετζίτι, η γραία του λέγει· καρτέρει με εδώ, ω αυθέντη, έως να γυρίσω.

Εκεί ήτον ένας γέροντας εις μίαν αγκωνήν καθήμενος, τον οποίον ποτέ δεν τον εστοχάσθηκα διά να του προσφέρω να αγοράση από την πραγματείαν μου, ο οποίος βλέποντάς με έκραξε· Φίλε μου, από τι προέρχεται και δεν μου φέρεις και εμένα να αγοράσω από την πραγματείαν σου; ή με στοχάζεσαι πως δεν έχω να ξοδέψω όπως και οι άλλοι; Αυθέντη, του απεκρίθηκα, συμπάθησέ με διατί δεν σε εστοχάσθηκα· όμως όλον τούτο που έχω είνε εις τα προστάγματά σου.

Αχ αυθέντη, του λέγει ο βεζύρης, διατί θέλεις να ακολουθής αυτήν την επιθυμίαν; βεβαιώσου πως δεν θέλεις συναπαντήσει κανένα που να είναι τελείως ευχαριστημένος της τύχης του. Ο βεζύρης Ταλμούχ εποθούσε με πολλήν θερμότητα, ότι ο αυθέντης του θα ήθελεν απαρατήσει αυτήν την επιχείρησιν.

Αυθέντη, είπεν η γραία, πίστευσε εις τα όσα σου λέγω, διατί η άκρα ωραιότης της Βασιλοπούλας είναι τόση, που όστις την ιδή εβγαίνει από τον εαυτόν του και δεν στοχάζεται τον θάνατον διά το ουδέν. Και πως αυτά τα αινίγματα, απεκρίθη ο Καλάφ, είναι τόσον σκοτεινά, που να μην είναι κανείς να τα εξηγήση, ετούτο είναι πολύ, δεν το πιστεύω.

Ομάρ σήμερον το ταχύ ήλθεν εδώ μία κόρη πολλά ωραία και μου είπε πως είνε θυγατέρα σου, και πως δεν θέλεις να την υπανδρεύσης, δίδοντας να καταλάβη ο κόσμος πως είνε λίαν τερατώδης, διά να μην ήθελε κανείς σου την γυρέψη εις γυναίκα. Αυθέντη, του λέγει, ο βαφιάς, εκείνη η εύμορφη κόρη είμαι βέβαιος πως σε ενέπαιξε, βαλμένη από κανένα εχθρόν σου, διά να σου κάμη καταισχύνην και σε περιπαίξη.

Και διατί μου εσυνέβη η δυστυχία, και με έγδυσαν οι κλέπται εις την στράταν, και ευρέθηκα στενεμμένος διά να ζητήσω ελεημοσύνην διά να κυβερνηθώ προς ώρας, διά τούτο δεν είμαι αρκετός να φυλάξω μίαν γυναίκα τον καιρόν που ημπορώ να φυλάξω εκατόν; και διά τα όσα σου λέγω, αυθέντη Κατή, αν δεν με πιστεύης, ημπορείς να στείλης ένα μετζίλι προς τον πατέρα μου, που δεν είναι μακράν παρά οκτώ ημερών δρόμον, διά να βεβαιωθής διά την κάθε αλήθειαν.

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν