Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025


Ω αυθέντη, λέγει ο Αμπτούλ πλησιάζοντας εις τα ποδάριά του, αν η βασιλεία σου είσαι υψηλότερος από τους άλλους ανθρώπους διά την αξίαν, και ακόμη περισσότερον διά την γενναιότητά σου, όμως δος μου την άδειαν, να σου φανερώσω τον θησαυρόν μου, τον οποίον σου το δίδω εις την εξουσίαν σου.

Διά τούτο λοιπόν, είπα προς τον εξωτικόν, με το να έχω αυτό το δακτυλίδι, δεν εκινδύνευσα εις την θάλασσαν και δεν με έγγιξαν και τα θηρία που εσυναπάντησα; Ναι, ω αυθέντη μου, είπεν, αυτό σε εφύλαξε και σε φυλάγει από κάθε εναντίον.

Ευθύς που ο βεζύρης του τον είδεν έλαβε πολλήν χαράν, και επρόσπεσεν εις τους πόδας του και του είπεν· Ω Αυθέντη, ο ουρανός το λοιπόν επήκουσε τες παρακάλεσές μου, και σε έφερε εις τον λαόν σου, διά να τον χαροποιήσης. Τότε ο βασιλεύς αγκαλιάζοντας τον βεζύρην, του εδιηγήθη τα όσα του εσυνέβηκαν και ο βεζύρης έμεινεν εκστατικός από τον θαυμασμόν του.

Εις τούτα τα λόγια ο Αμπτούλ, που δεν ήτο ολιγώτερον εκστατικός από τον Καλίφην και γνωρίζοντάς τον, εφώναξεν· Ω μεγαλώτατε Αυθέντη μου, και βασιλέα του κόσμου, εσύ είσαι εκείνος που εκατεδέχθης να έλθης εις το σπήτι του σκλάβου σου, και ούτω λέγοντας έπεσε εις το ποδάρι του βασιλέως, ο οποίος τον εσήκωσε και τον έβαλε να καθήση επάνω εις ένα προσκέφαλον σιμά του.

Γυριζόμενος δε προς τον Λαλάν μου, πόσον είμαι δυστυχής, του είπα με θλίψιν αν ολίγον προτήτερα είχα φθάσει, ήθελα ιδεί την Ρετζίαν. Αυθέντη μου, απεκρίθη ο Λαλάς με μεγάλην χαράν, ευχαριστώ τον ουρανόν, που εσύ δεν είδες μίαν τόσον φθοροποιάν μορφήν, η οποία δεν ήθελε σου προξενήσει άλλο παρά ζημίαν.

Ναι, ω τελεία εικόνα του παραδείσου, εγώ είμαι έτοιμος διά να σε στεφανωθώ, αν εσύ αγαπάς να κλίνης. Αυθέντη, απεκρίθη αύτη, εγώ από το μέρος μου δεν θέλω αρνηθή τέτοιαν χάριν και τιμήν που ζητείς να μου κάμης, μα φοβούμαι ότι δεν θα ημπορέσης να καταπείσης τον πατέρα μου, με το να είναι πολλά σκληρός, καθώς θέλεις τον δοκιμάσει.

Βασταγμέναι και βασταγμέναι. Δεν ηξεύρω μα την αλήθειαν, αυθέντα, πού θα πάη αυτή η ιστορία. — Τι θέλεις να το ηξεύρης; ηρώτησεν απαθώς ο οικοδεσπότης, και τα χονδρά του χείλη εμόρφασαν παραδόξως. — Λέμε δα, αυθέντη, να ξεύρωμε και 'μείς κάπως πού πατούμε . . . . — Αφού δεν πατείς διά λογαριασμό σου, τι σε μέλει; Αύριο κύτταξε να μου κάμης όσας ημπορέσης . . . — Με τα σαράντα; αδύνατον.

Αυθέντη Κατή, αυτή απεκρίθη, σηκώνοντας το σκέπασμα από το κεφάλι της, εσύ έχεις την δύναμιν εις το να κάνης να φυλάγεται ο νόμος και η δικαιοσύνη τόσον εις τους πτωχούς ωσάν και εις τους πλουσίους· πρόσεχε, σε παρακαλώ, και ας είσαι κατανυκτικός εις τα παράπονά μου, και λάβε ευσπλαγχνίαν της δυστυχίας μου εις την οποίαν ευρίσκομαι.

Ποίος είναι ο άνθρωπος αυτός που σας ενοχλεί; τους είπεν ο Κατής· φέρετέ τον εδώ, και εγώ θέλω τον παιδεύσει. Αυθέντη, απεκρίθησαν, ημείς δεν τον γνωρίζομεν, ούτε τον είδαμεν άλλην φοράν· Εις αυτό το αναμεταξύ φθάνω και εγώ εις την αυλήν του Κατή.

Ετούτη η ομιλία εθύμωσε πολλά τον Καλίφην, ο οποίος κυττάζοντας τον βεζύρην του με φοβερόν βλέμμα του είπεν· γνωρίζεις εσύ κανένα, που να με παρομοιάζη εις την γενναιότητα και εις τα χαρίσματα που κάνω, και μιλείς έτσι; Ναι, ω αυθέντη, απεκρίθη ο βεζύρης· εις την πόλιν Μπέσρα ευρίσκεται ένας άνθρωπος υποκείμενός σου, ονομαζόμενος Αμπτούλ Μπαρσή, και με όλον που είναι ένας άνθρωπος χωρίς αξίαν, ζη με περισσοτέραν μεγαλοπρέπειαν και γενναιότητα από κάθε βασιλέα και δεν είναι βασιλεύς εις τον κόσμον, που να τον υπερβαίνη εις την γενναιότητα των χαρισμάτων, που καθημερινώς κάνει, και εις την μεγαπρέπειαν.

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν