United States or Syria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διότι ούτε κανείς από τους Φλιασίους πολίτας πολυπηγαίνει τώρα εις τας Αθήνας, είναι δε πολύς καιρός, οπού ούτε κανένας ξένος μας έφθασεν από εκεί, ο οποίος να είναι εις κατάστασιν να μας πληροφορήση τίποτε καθαρόν περί του πράγματος τούτου, εκτός μόνον τούτου, ότι απέθανεν, αφού έπιε το δηλητήριον· τίποτε δε άλλο δεν ημπόρεσε κανείς να είπη. Φαίδων.

Άγγελος ερχόμενος από την Κόρινθον φέρει το μαντάτον, ότι ο Πόλυβος ετελεύτησε και ότι οι Κορίνθιοι ανεκήρυξαν βασιλέα τον Οιδίποδα. Εις το άκουσμα τούτο η Ιοκάστη καλεί τον Οιδίποδα δια να ιδή διαψευδομένους τους χρησμούς, που του είχαν ταράξει την καρδίαν. Αφού ο Πόλυβος, ο πατέρας του, απέθανεν εις την Κόρινθον, ασφαλώς ο Οιδίπους δεν θα τον φονεύση.

την Πύλο πρώτα πήγαινε, 'ς τον Νέστορα τον θείο, κείθετην Σπάρτη, ς' τον ξανθό Μενέλαο, να ερωτήσης, 285 ότ' ύστερος των Αχαιών χαλκοχιτώνων ήλθε. και αν ο πατέρας ότι ζη και θα γυρίση ακούσης, τότε, και ας στενοχωρηθής, υπόμειν' έναν χρόνο. και αν πάλιν ότι απέθανεν ακούσης και ότι εχάθη. γύρισε τότε εις την γλυκειά την γη την πατρική σου, 290 και μνήμα εκείνου σήκωσε, κ' εντάφια, ως πρέπει, δώρα δόσε πολλά, και υπάνδρευσε κατόπι την μητέρα. και αμ' ενεργήσης όλ' αυτά, κ' εις όλα δώσης τέλος, 'ς τον νου σου τότε μέτρησε καιτης ψυχής τα βάθη, πώςτα δικά σου μέγαρα να κόψης τους μνηστήραις, 295 είτε με δόλο ή φανερά• και πλειά δεν σε συμφέρει παιδιού να 'χης φρονήματα, μικρός αφού δεν είσαι• και δεν ακούς πώς ο λαμπρός Ορέστης εδοξάσθητον κόσμον, ότι εφόνευσεν αυτός τον δολοφόνον Αίγισθο, 'που του φόνευσε τον ένδοξον πατέρα; 300 φίλε, και συ, 'που 'σαι καλός και μέγας, ως σε βλέπω, γενναίος γίν', οι απόγονοι να σε καλολογήσουν. αλλ' ήδη εγώ 'ς τ' ογλήγορο καράβι θα καταίβω, κ' οι σύντροφοί μου αγανακτούν, θαρρώ, 'που περιμένουν. και συ μόνος σου φρόντιζε, και ψήφησε ό,τι σου 'πα». 305

Αφού δε διεδόθη εις την πόλιν η είδησις ότι απέθανεν ο Αριστέας, Κυζηκινός τις ελθών της πόλεως Αρτάκης εφιλονείκει με τους λέγοντας τούτο, βεβαιών ότι συνήντησε τον Αριστέαν μεταβαίνοντα εκ της Αρτάκης εις την Κύζικον και ότι συνωμίλησε μετ' αυτού.

Εάν δε και κανείς, φαίνεται ότι δεν απέθανε με φυσικόν θάνατον, ούτος θ' απέθανεν εκ δυσπεψίας. ΤΥΧ. Αρκετά καλά υπερήσπισες τους παρασίτους εναντίον των φιλοσόφων.

Όταν η σιωπή απεκατεστάθη, διηυθέτησε τας πτυχάς του μανδύου του και ως κριτής έκαμεν ερωτήσεις. — «Αφού ο προφήτης απέθανεν.....» ψιθυρισμοί τον διέκοψαν. Ενόμιζον ότι ο Ηλίας μόνον εξηφανίσθη. Ωργισμένος κατά του όχλου εξηκολούθει την κρίσιν του. — Φαντάζεσαι ότι ανεστήθη; — «Διατί όχιείπεν ο Ιακώβ. Οι Σαδουχαίοι ύψωσαν τους ώμους.

Όταν είδεν ότι την υπώπτευσες ως συνεννοουμένην μετά του Καίσαροςπράγμα, όπερ ουδέποτε θα πράξηκαι ότι δεν ήτο δυνατόν να κατευνασθή η οργή σου, σου εμήνυσεν ότι απέθανεν, αλλά φοβουμένη τα αποτελέσματα της αγγελίας, μ' έστειλε να σου φανερώσω την αλήθειαν, πλην φοβούμαι ότι έφθασα πολύ αργά. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Πολύ αργά, φίλτατε Διομήδη· κάλεσε τους φύλακάς μου.

Μετά τριάκοντα έτη επεσκέφθην ως ξένος την πατρίδα και είδα κατεστραμμένην την Χίον και ηρειπωμένην την οικίαν μας. Αλλ' ο πατήρ μου απέθανε πλάνης και φερέδικος, ουδ' είχε πριν αποθάνη την παρηγορίαν να ίδη καν τα τέκνα του ανακτώντα επί ξένης γης την άνεσιν και την ευημερίαν. Απέθανεν ενόσω διήρκει έτι η θλίψις της καταστροφής και της εξορίας η κακοπάθεια.

Ναι! δεν ενόησα· ναι! επλανήθην, διότι από τους οφθαλμούς μου τα λέπυρα δεν έπεσαν και ο παλαιός χαρακτήρ μου δεν απέθανεν εντελώς παρ' εμοί.

Προσέξατε, επρόσθεσεν η εξαδέλφη της, μήπως ερωτευθήτε! — Διατί τούτο; είπα. — Την έδωσαν ήδη, απεκρίθη εκείνη, εις ένα πολύ καλόν άνδρα, ο οποίος εταξίδευσε προς τακτοποίησιν των υποθέσεών του, επειδή απέθανεν ο πατήρ του, και διά να ζητήση επιφανή θέσιν. Η είδησις μου ήτο όλως αδιάφορος. Ο ήλιος απείχεν ακόμη από το όρος ένα τέταρτον, ότε η αμαξά μας εστάθη προ της θύρας της αυλής.