Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 4 Ιουνίου 2025


Αλλ' εάν εβαρύνετο ενίοτε διά τούτο τον Κύριον Πλατέαν, δεν ηδύνατο όμως ο Λιάκος να μένη αναίσθητος εις τοιαύτην λατρείαν. Ο καθηγητής των Ελληνικών προσεκολλήθη τοσούτον εις τον νέον πρωτοδίκην, ώστε κατήντησε και ο δεύτερος να θεωρή τον πρώτον ως μέρος αναπόσπαστον της υπάρξεώς του. Η καθημερινή σχέσις επέφερε φιλίαν, ήτις τους συνέδεσε στενώς, ει και κατά πάντα ανομοίους.

Είδεν εαυτήν μόνην και εγκαταλελειμμένην εν μέσω του σκότους της νυκτός, και τρόμος επάγωσε την καρδίαν της· ενθυμήθη πόθεν και πώς ευρέθη εκεί, ανελογίσθη την φοβεράν της τύχην, ανέπλασεν εν φρίκη το απαίσιον μέλλον της, και αναίσθητος προς τα κύκλω θέλγητρα της θερινής νυκτός, απαθής προς την περιβάλλουσαν αυτήν μαγείαν της φύσεως, ανελύθη εις δάκρυα και έκλαυσε πικρώς.

Κ' εγώ, ένας αχρείος, λασποζυμωμένος, χάσκω τριγύρ' ως ο μωρός ονειροκόπος, αναίσθητοςτο δίκαιόν μου, και ουδέ λέξιν να βγάλω είμαι ικανός δι' έναν βασιλέα, οπού 'ς ό,τι και αν είχε καιτην ποθητήν του ζωήν επράχθη επικατάρατη ληστεία.

ΑΓΟΡ. Και διατί τούτο σου είνε αδύνατον; ΦΙΛ. Διότι, φίλε μου, δεν δύναμαι να τον συλλάβω. ΑΓΟΡ. Αυτό το εννοώ, διότι φαίνεσαι βραδύς και νωθρός. Αλλ' ο σκοπός της επιστήμης σου ποιος είνε; ΦΙΛ. Η άγνοια και ούτε ν' ακούω ούτε να βλέπω. ΑΓΟΡ. Λοιπόν θέλεις να πης ότι είσαι τυφλός και κωφός συγχρόνως; ΦΙΛ. Και άκριτος προσέτι και αναίσθητος και εν γένει ουδόλως διαφέρω από τον σκώληκα.

Και αύτη ήτο η στιγμή η κατάλληλος προς πειρασμόν. Κατά το χρονικόν εκείνο διάστημα αι ηθικαί και πνευματικαί δυνάμεις του Ιησού υπέστησαν δεινήν έντασιν. Εις τοιαύτας υψηλάς στιγμάς εκστάσεως, ο άνθρωπος δύναται να υποβληθή εις απείρως καταπονητικόν μόχθον χωρίς να υποκύψη, και ο στρατιώτης ημπορεί να εξακολουθή πολεμών καθ' όλην την ημέραν αναίσθητος προ των τραυμάτων του και λησμονών αυτά.

Μετ' ολίγα λεπτά της ώρας, ο καπετάν Γεωργάκης κατεβλήθη, έκλεισε τα όμματα, κ' έπεσε σχεδόν αναίσθητος υπό την σκιάν του δένδρου. Την επαύριον, το δειλινόν, είχε πλεύσει μεγάλη σκαμπαβία με έξ κουπιά κάτω εις τον αιγιαλόν της Κεχριάς. Οι πέντε κωπηλάται ανήλθον μισής ώρας δρόμον εις το κτήμα του καπετάν Γεωργάκη. Ο έκτος είχε μείνει κάτω εις τον όρμον, διά να φυλάξη την βάρκαν.

Αλλ' ο τοιούτος νους δεν φαίνεται έχων θέσιν εν τω ορισμώ της ψυχής, καθ' ον αύτη είναι εντελέχεια σώματος φυσικού έχοντος την δύναμιν του ζην. Κεφ. Κεφ. Κεφ. Κεφ. Κεφ. Κεφ. Ο Έκτωρ κατέκειτο αναίσθητος εκ πληγής, είχεν άρα διατεταραγμένην και την διάνοιαν. Αλλ' όμως ο Δημόκριτος διακρίνει τον λόγον από της αισθήσεως.

Τότε μη έχοντες άλλο τι να πράξετε, θα έχετε καιρόν να φιλονεικήτε. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Σιώπα· συ είσαι μόνον στρατιώτης. ΑΙΝΟΒΑΡΒΟΣ. Είχα σχεδόν λησμονήση ότι η αλήθεια πρέπει να σιωπά. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Δεικνύεις έλλειψιν σεβασμού προς τους παρόντας, αρκεί. ΑΙΝΟΒΑΡΒΟΣ. Καλά λοιπόν, εξακολουθήτε· εις το εξής θα είμαι αναίσθητος ως πέτρα.

Ανδρειεύεται η καρδιά του Τρέχει ακόμα λίγο εμπρός, Μια κρυφή βρίσκει σπηλειά του, Μέσα ρίχνεται ο φτωχός. Ξεφορτόνεται, δειλιάζει, Γέρνει αναίσθητοςτη γη, Κλει τα μάτια του, πλαγιάζει Και το λείψανο κρατεί. Κ' εκεί πούτανε θαμμένος Μεςτου ύπνου τη νυχτιά, Σ' το πλευρό του ο σκοτωμένος Ανταριάζεται, ξυπνά. Στέκει εμπρός του... Τα δυο μάτια Κούφια χάσκουνε πλατειά.

Όλες αυτές η εμορφιές, όλ' αυτά τ' αγαθά σαν να σε προσκαλούσαν να ζης, σαν να σου λέγαν να λησμονής κάθε βάσανο και κάθε λύπη. Αλλά ο ναύτης με τη μαυρίλα της συμφοράς, με το βαθύ σκοτάδι στην καρδιά του την πληγωμένη, ήταν αναίσθητος στην γοητευτικήν εικόνα και αν ετύχαινε να έρθη στο σκοτισμένο του μυαλό καμμιά ιδέα, ήταν και αυτή απελπιστική.

Λέξη Της Ημέρας

καρποφόροι

Άλλοι Ψάχνουν