Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 12 Ιουνίου 2025


Μην κάνεις έτσι Αννούλα μου, παιδί μου. Θα περάση, δεν είναι τίποτα. Είναι της φαντασίας σου. ΑΝΝΟΥΛΑ. Όχι! όχι, δεν είναι της φαντασίας μου. Να, άκου, άκου! Από κει είναι, από κει. Σηκώνεται ύστερα σιγά σιγά και προχωρεί φοβισμένη στο παράθυρο. Να, να! γλυστρά, αυτή η μαυρίλα, γλυστρά πάνου στο δρόμο, και μουγγρίζει, ακούτε πώς μουγγρίζει; — και προχωρεί προς τα εδώ, όλο προς τα εδώ.

ΑΜΛΕΤΟΣ Εις το σπαθί μου, 'ς το σπαθί μου. Ορκισθήτε. ΑΜΛΕΤΟΣ Α! Α! συ, παλληκάρι, τούτο λέγεις; Είσαι κει κάτω, τιμημέν' εργάτη ; — Ελάτε· ακούτε τον άνθρωπον αυτόντα κατωκέλλι· στέρξτε να ορκισθήτε. ΟΡΑΤΙΟΣ Τον όρκον, Κύριε, πρόβαλέ μας. ΑΜΛΕΤΟΣ Ό,τι έχετε ιδή, ποτέ να μην ειπήτε. θα ορκισθήτετο σπαθί μου.

Όταν ακούτε και σας μιλώ με τέτοιο τρόπο, μήτε σας κολακέβω, μήτε φαίνουμαι αχάριστος για τη Γαλλία που μ' έκαμε παιδί της. Έγινε πατρίδα μου και μητέρα. Εκεινής είναι η ζωή μου. Εκείνη με σπούδαξε, εκείνη με μόρφωσε νου και ψυχή. Την ώρα που σας το λέω, θυμούμαι που κάτω κάτω στα δυτικά της παράλια, άφησα τα παιδιά μου και της γυναίκας μου τον πατέρα.

Κρότος παραθύρου ανοιγομένου ηκούσθη ήδη εις τον οικίσκον του γέρο-Παγούρη, όστις ακούσας την ακατανόητον έφοδον, την γενομένην την νύκτα εκείνην εις τον αυλόγυρόν του, ήνοιγε το παράθυρον και ηρώτα έκπληκτος·Τι είνε; τι τρέχει; . . . ποιος είνε; . . . ποιοι είστε; . . . ε! δεν ακούτε!

Και προσέθηκεν: — Νά ο κυρ-Δμάκης το παίρνει το κορίτσι της Αχτίτσας. Τον ακούτε πώς τραγδάει; Θα δέσουν της παντρειές, μεθαύριο, τα Χριστούγεννα! Σαν πάρη, λέει, τα δέκατα, τώρα δεν αδειάζει. — Και σαν δεν τα πάρη; Ηκούσθη φωνή ως από τους κρυφούς της νυκτός κόλπους, βραχνή, πένθιμος. Πρωί-πρωί. Χαράματα.

Όλοι εσιώπησαν σκυφτοί-σκυφτοί, με της γούναις των και με τα πρόβεια κασκέτα των, και ηκροώντο, του ποιμένος κυρτωθέντος με την κατσούλαν του μέχρι της χιόνος. Ηκούετο ως τις στεναγμός βαθύς και ασθενής, μακρυνός-μακρυνός ήχος. — Ακούτε; ηρώτησεν ο ποιμήν. Και τότε ως εκ κοινού συνθήματος κράζουν και οι έξ άνδρες. — Μπάρμπα-Σταύρο!

Καλώς ορίστε! Και ευθύς προσέθηκε·Πόσα καντάρια ρουβάδα έχετε; Γενικός καγχασμός υπεδέχθη την ερώτησιν. Είτα επανέλαβε·Δεν ακούτε; Μας φέρατε πολλή ρουβάδα; πόσην έχει ο καθένας σας; Ο γέλως επανελήφθη, αλλ' ουδεμία απάντησις εδόθη. Και τρίτον ηρώτησε·Έχετε δηλωτικό για τη ρουβάδα;

Το ζήτησε από τους γονείς του να το κάνη παιδί του, να το πάρη στην Αγγλία, γιατ' είνε άκληρος, τους είπε. — Και θέλησε το κορίτσι, θέλησαν οι γονείς του; ρώτησε κάποιος από μας. — Ακούτε θέλησαν! Πώς δε ζουρλάθηκαν ούλοι τους. Κιό, το κορίτσι είνε να πετάξη απ' τη χαρά του. Είδες τι αέρα που σου πήρε, αυτό το μωρό που βόσκαε ως τα χτες τα γίδια του πατέρα του.

Λέξη Της Ημέρας

βόηθα

Άλλοι Ψάχνουν