Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 19 Μαΐου 2025
— Βάλε κάτω σιγά — σιγά το δοιάκι· λέγει στον τιμονιέρη κάπως με δισταγμό. Τρέχω να τραβήξω τη σκότα της μπούμας· ναι! Η σκότα κοκκαλιασμένη από τον χιονιά καθόλου δεν έσερνε. Πάει ο υποναύκληρος να κάμη τη μαΐστρα και — φτου σου διάβολε! — η σταβεντοσκότα ξεκοτσάρεται και η μαΐστρα ελεύθερη ανεμίζει και πλαταγεί σαν παντιέρα. Πού να ορθοπλωρίσουμε! Το ξύλο δεν μας ακούει πλέον.
Βάνει τις φωνές, ακούνε από τις φρεγάδες, ρίχνουν και τις επίλοιπες βάρκες στη θάλασσα, βάνουν όλο το πλήρωμα μέσα και βγαίνουν έξω οι καπετάνοι. Βγαίνουν έξω, ρίχνονται αποδώ, τρέχουν αποκεί, φωνάζουν, βρίζουν, φοβερίζουν μα ποιος τους ακούει; Όλοι οι άντρες είνε πιασμένοι στα χέρια.
Πάνε άλλοι να τους χωρίσουν, πιάνονται κ' εκείνοι· σπάνε ποτήρια, πετάνε πιάτα, αναποδογυρίζουν το τραπέζι· επανάστασι στην Παράδεισο! Ο Παντοκράτορας βαρύς από το φαγοπότι, εκοιμόταν εκείνη την ώρα, γειρμένος στα γόνατα ενός αγγέλου. Ακούει τον καυγά, πετάεται θυμωμένος, αρπάζει ένα βούρδουλα «να σου!» του ενός, «να σου!» τ' αλλουνού, τους αλωνίζει όλους.
Εις την Βαβυλώνα βασιλεύοντος του Χαρούμ Καλίφη, διά τον οποίον προ ολίγου σας διηγήθην, ευρίσκετο ένας πλουσιώτατος άνθρωπος ονομαζόμενος Σεβάχ θαλασσινός, ο οποίος είχε συνήθειαν επτά ημέρας κατά συνέχειαν εις την πρώτην εβδομάδα του μηνός να κάμνη θυσίας και συμπόσιον πλουσιοπάροχον εις όλους τους φίλους του και γνωστούς, εις ανάμνησιν των επτά ταξειδίων του, εις τα οποία υπέφερε τόσους κινδύνους και εδοκίμασε τόσας δυστυχίας με διάφορα και αναρίθμητα συμβάντα και εις τα οποία είδε τόσα παράδοξα και τερατώδη πράγματα ώστε εξίσταται ο νους του να τα διηγηθή και φρίττει όποιος τα ακούει, καθώς η συνέχεια της ιστορίας θέλει το φανερώσει.
Εις την όψιν. λ.χ. βλέπει, ακούει. λ.χ. συλλογίζεται, φαντάζεται. Και όμως δεν είναι όλως άμοιρα ύπνου και εγρηγόρσεως, αλλ' έχουσιν ανάλογους λειτουργίας. Υπό του λόγου, ή της νοήσεως γίνεται ο χωρισμός. Επειδή ο ύπνος και η εγρήγορσις είναι εναντία. Αλλ' ουχί συγχρόνως εν ενεργεία και τα δύο. Της καρδίας.
Και λοιπόν η κατόπιν τούτων εύνοια της τύχης εις την κατασκευήν των νόμων, ως άλλος κύβος ιερός, επειδή είναι ασυνήθιστος, ίσως εις την αρχήν κάμνει εκείνον που την ακούει να απορή. Και όμως εις τον συλλογιζόμενον θα φανή ότι κατά δεύτερον λόγον η πόλις μας λαμβάνει, τον καλλίτερον συνοικισμόν. Ίσως όμως δεν την παραδεχθή κανείς, διότι δεν συμμορφώνεται με νομοθέτην μη αυταρχικόν.
Ο ξεθωριασμένος ουρανός στην ανατολή, πάνω από το βουνό, φλεγόταν ακόμη, λες και όλη η λάμψη της ημέρας είχε συγκεντρωθεί εκεί πάνω. Επέμενε να ράβει, αλλά δεν έβλεπε ούτε το πανί , ούτε το βελόνι, μόνο εκείνη την μεγάλη αναλαμπή, εκείνο τον αντικατοπτρισμό χωρίς όρια, βαθύ, απέραντο. Νόμιζε ότι ακούει τη σερενάτα του αγοριού και τραγούδια αγάπης πετούσαν μες στη φλεγόμενη ατμόσφαιρα του δειλινού.
Πεινώντας η Σωματοφυλακή απέξω, αρχίσανε να φωνάζουν κι αυτοί για να μπουν και να πάνε τουλάχιστο στην Αγορά να πορευτούνε. Οι δικοί μας όμως τους αντιστάθηκαν, ώσπου πιάστηκαν, και κει απάνω σκοτωθήκανε μερικοί. Ακούει ο Λουπικίνος, μεθησμένος εκείνη την ώρα πως οι άνθρωποι του Φριτιγέρνη χάλασαν τους ανθρώπους του, και προστάζει αμέσως να τους κόψουνε.
Εάν δε πάλιν ειπή ότι ο δικαιότατος βίος είναι ο ευτυχέστερος, θα ερωτήση, νομίζω, οποιοσδήποτε τον ακούει, ποίον άραγε αγαθόν και καλόν υπάρχει εις αυτόν ανώτερον από την ηδονήν, το οποίον επαινεί ο νόμος.
Αλλά όστις έχει το φως των οφθαλμών του αισθάνεται ότι βλέπει, και όστις ακούει αισθάνεται ότι ακούει, και όστις βαδίζει αισθάνεται ότι βαδίζει, ομοίως δε και εις όλα τα άλλα υπάρχει κάτι, το οποίον αισθάνεται ότι ενεργούμεν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν