Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 15 Σεπτεμβρίου 2025


Εν τοσούτω, επειδή το εχθρικόν κανόνιον εμψύχωνε τους Τούρκους και έφερεν αθυμίαν εις τους Έλληνας, διώρισε και αυτός και έφεραν δύω κανόνια και αντεκτύπα τον εχθρόν. Παρήλθαν ικαναί ημέραι και εκτός ακροβολισμών τινών, κανέν άλλο σημαντικόν έργον δεν επράχθη ούτε από το έν, ούτε από το άλλο μέρος.

Απέρασε περισσότερον της ώρας διάστημα, έως ότου οι δύο συνοδοί της προμηθευθούν από τα πλησιέστατα σπιτάκια καραβόσχοινα και κοντάρια διά να παράσχουν βοήθειαν το κατά δύναμιν και μετά πολλάς προσπαθείας έφεραν έξω από την παγεράν φάραγγα δυο πτώματα, ως εφαίνετο. Μετεχειρίσθησαν όλα τα μέσα· κατώρθωσαν το παιδίον, αλλ' όχι και την μητέρα να φέρωσιν εις τας αισθήσεις της.

Κανείς δεν μας συντρέχει, κανείς δεν μας κάνει δικαιοσύνην τι έχομεν να γένωμεν το λοιπόν; ετούτα τα λόγια έφεραν τον γέροντα εις την υστερινήν απελπισίαν, και άρχισε να λέγη χίλιες κατάρες εναντίον των ανθρώπων και τον καιρόν που ήθελε να τες ξαναειπή, η Αροουγία τον απόκοψε λέγοντας.

Την επαύριον ο άνεμος εκόπασε, το ψύχος ηλαττώθη πολύ κ' επωφελούμενοι την ανακωχήν του χειμώνος απεφάσισαν ν' απέλθωσιν. Ο μπάρμπα-Στεφανής και ο υιός του μετά δύο άλλων βοηθών επανήλθον εις την μικράν αμμουδιάν υπό τα Μποστάνια, καθείλκυσαν την λέμβον, επέβησαν αυτής, και κάμψαντες το Κάστρον, την έφεραν από &Σοφράν& εις το βορειανατολικόν μέρος.

Ήτο ο πρώτος της ζωής του τρόμος, η πρώτη φρίκη, την οποίαν ησθάνθη. Αργά το βράδυ επανήλθε φέρων την είδησιν του θανάτου εις το σπίτι, το οποίον τώρα έγινε σπίτι πένθους. Η γυναίκα δεν εύρισκε δάκρυα· και μόνον, όταν έφεραν το πτώμα, εξέσπασεν η οδύνη. Ο καϋμένος ο ηλίθιος εχώθη μέσα εις το κρεββάτι του· δεν τον είδε κανείς όλην την άλλην ημέραν, και μόλις το βράδυ ήλθε προς τον Ρούντυ.

Και σα να μην έσωναν τα τόσα βάσανα της πολυτάραχης εκεινής εποχής, αναστατώθηκαν και τα στοιχεία κ' έφεραν κι αυτά μερικό χαλασμό, εξόν αν τάχουν και κείνα μεγαλωμένα. Από τα πρώτα χρόνια του Ιουστίνου έχουμε ένα σεισμό που ξολόθρεψε 24 κάστρα της Δαρδανίας, καθώς και την πρωτεύουσα της, τους Σκούπους.

Μα πιο πολύ απ' όλα τον βασάνιζε η τοποθέτηση της Δόξας. Ήθελε νάβρη για κείνη ένα βάθρο πολύτιμο, όλως διόλου άξιο για τέτοιο καλλιτέχνημα. Τις έφτιασε ένα από μάρμαρο λευκό και την τοποθέτησε δίπλα στο τραπέζι της δουλειάς του. Μα το μάρμαρο του φαινότανε πρόστυχο. Αντί να δείχνη την ωμορφιά της την έκρυβε. Παράγγειλε λοιπόν έναν κορμό καρυάς ψηλόν ως ένα μέτρο και τον έφεραν στο γραφείο του.

Τι κλαις μωρή ; γρουσούζα! Σκοτωμένο μ' έφεραν και κάνεις έτσι δα; Δεν υποφέρνεσαι, το ξέρεις για όχι; Ζωή είν’ αυτή!

Αυτή την τρισκατάρατη στρίγλα, την Συκόρακα, εξ αιτίας από κρίματα πλήθια, και μάγια τρομαχτικά να τα δέχετ' ανθρώπου ακοή, την εξώρισαν από το Αλγέρι, καθώς ηξέρεις· ηθέλησαν να της χαρίσουν τη ζωή, για κάποιο τι που είχε κάμει· ψέμματα ; ΑΡΙΕΛ. Αλήθεια, Κύριε. ΠΡΟΣΠ. Έφεραν τη γαλανομμάτα στρίγλα εγγαστρωμένη, κ' εδώ την άφησαν οι ναύταις.

Ο βεζύρης τον υπήκουσε, και μας επήρε και μας έφερεν εις μίαν τένταν, που εχρησίμευε διά φυλακή, και έκαμε να μας δώσουν κεχρί, ρίζι, και άλλα φαγητά διά να γενούμε παχύτεροι διά την θυσίαν. Την ακόλουθον ημέραν έρχονται δύο Μώροι, και παίρνουν έναν από τους συντρόφους μας και τον έφεραν του όφεως.

Λέξη Της Ημέρας

θεολογικοί

Άλλοι Ψάχνουν