United States or Gambia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διατί λοιπόν κατηγορείτε τον Αλέξανδρον; Όταν δε πάλιν ο Ρουτιλλιανός ηρώτησεν εις ποίους είχε μετεμψυχωθή, έλαβε την εξής απάντησιν• Πρώτον Πηλείδης εγένου, μετά ταύτα Μένανδρος, είθ' ος νυν φαίνη, μετά δ' έσσεαι ηλιάς ακτίς, ζήσεις δ' ογδώκοντ' επί τοις εκατόν λυκάβαντας . Αλλ' αυτός απέθανεν εβδομηκοντούτης, αφού παρεφρόνησε χωρίς να περιμένη την υπόσχεσιν του θεού.

Και εφώναζεν ο διφρηλάτης Εύμηλος, ηγεμών των Φερών, παρορμών και κεντών διά των πτερνιστήρων τους νεαρούς του ωραιοτάτους ίππους, δάκνοντας χρυσοποικίλτους χαλινούς, τους μεν δύο μεσαίους, λευκοστίκτου τριχώματος, τους δε πλαγίους και εις τας στροφάς αντιστοίχους, πυρρότριχας και με κνήμας ποιχιλόχρους. Και έτρεχεν ο Πηλείδης Αχιλλεύς πάντοτε παρά τους τροχούς του άρματος πάλλων το δόρυ.

Ραψωδία Ω Και των μνηστήρων ταις ψυχαίς σιμά του προσκαλούσε ο Ερμής Κυλλήνιος· χρυσό ραβδί κρατούσε ωραίο· μ' εκείνο ανθρώπου βλέφαρα γλυκάτον ύπνο κλίνει, οπόταν θέλ', ή κ' έξαφνα κοιμώμενον εγείρει. μ' εκείνο ταις εκέντησε και αυταίς ακολουθούσαν 5 τρίζοντας· και, ως πτεροκοπούντο βάθος άντρου θείου η νυκτερίδες τρίζοντας, αν απ' τον βράχο μία πέση της όλης αρμαθιάς, και ομού πλεκταίς κρατιούται, παρόμοια τρίζαν η ψυχαίς, ενώ ταις ωδηγούσε μέσ' από δρόμους σκοτεινούς ο αντίκακος Ερμείας. 10 τα ρείθρα του Ωκεανού, την πέτρα την Λευκάδα, ταις πύλαις του Ηλίου και την χώρα των ονείρων, πέρασαν, κ' έφθασαν γοργά 'ς τ' ασφοδελό λειβάδι, οπού η ψυχαίς εγκατοικούν, σκιαίς αναπαυμένων. κει την ψυχήν απάντησαν του Αχιλλιά Πηλείδη 15 και του Πατρόκλου ομού μ' αυτόν, του άψεγου Αντιλόχου, του Αίαντα, 'πουτην μορφή θα ενίκα καιτο σώμα τους Δαναούς, αν έλειπεν ο ασύγκριτος Πηλείδης. και, τούτοι ενώ συνώδευαν οι τρεις τον Αχιλλέα, η ψυχή του Αγαμέμνονα, του Ατρείδ' ήλθε σιμά τους 20 θλιμμένη· και τρυγύρω της συνάχθηκαν η άλλαις, όσαις μαζή του απέθαναντην κατοικιά του Αιγίσθου. και του Πηλείωνα η ψυχή πρώτ' είπε προς εκείνον· «Ατρείδη, εμείς ελέγαμε πως όλων των ηρώων σε θα προτίμα ολοκαιρίς ο χαιρεβρόντης Δίας, 25 αφού βασίλευες πολλών ανθρώπων και γενναίων, όταντην Τροίαν οι Αχαιοί σκληρόν είχαμ' αγώνα· αλλ' όμως πρόκαιρα και σε να εύρ' η πικρή μοίρα έμελλ', οπ' άμα γεννηθή θνητός δεν αποφεύγει. να σ' είχε πάρει ο θάνατος και η μοίρ', ακόμη ότ' ήσουν 30 εις την Τρωάδα υπέρλαμπρος των άλλων βασιλέας· τάφον τότ' οι Παναχαιοί λαμπρόν θα σου σηκόναν, και ωραίαν δόξαν θα 'παιρνες ν' αφήσης του παιδιού σου· αλλ' από θάνατον φρικτόν σου 'μέλλετο να πέσης».

Τέτοιαις ελέγαμε φρικταίς οι δυο μας ομιλίαις, 465 δάκρυα χύνοντας θερμά, 'ς την λύπη βυθισμένοι, τότε μου εφάνηκε η ψυχή του Αχιλληά Πηλείδη, και του Πατρόκλου ομού μ' αυτόν, και του άψεγου Αντιλόχου, και του Αίαντα, οπούτην μορφή θα ενίκα και εις το σώμα τους Δαναούς, αν έλειπεν ο ασύγκριτος Πηλείδης. 470 ευθύς μ' εγνώρισε η ψυχή του γοργοπόδη Αιακίδη, και κλαίοντας μου ωμίΛησε με λόγια πτερωμένα• «Λαερτιάδη διογενή, πολύτεχνε Οδυσσέα, τι άλλο φοβερώτερο θα επιχειρήση ο νους σου; 'ς τον Άδη πώς κατέβηκες, 'που οικούν οι πεθαμένοι, 475 άνοα φαντάσματα θνητών, 'πώχει αναπαύσει ο χάρος

Ο δε Πηλείδης Αχιλλεύς, λαβών το κάνιστρον και το δοχείον του ιερού ύδατος της θυσίας, περιήλθε κύκλω τον βωμόν της θεάς και είπεν : «Ω κόρη του Διός, κυνηγέ των θηρίων, συ, ήτις διατρέχουσα τον ουρανόν φωτίζεις την γην κατά τας νύκτας, δέξου το θύμα τούτο, το οποίον ο στρατός των

Έτσι αυτοί μ' αντιλογιαίς μαλώνοντας, σηκώθκαν· Και την βουλήν απόλυσανΑχαϊκά καράβια. Κι' ο μεν Πηλείδηςταις σκηναίς καιτα καράβια πήγε Με του Μενοίτιου τον υιόν και με τους σύντροφούς του· Ο δε Ατρείδης έσυρετην θάλασσαν καράβι Γοργό· και εδιόρισε είκοσι λαμνοτάδαις· Και έμπασε για τον θεόν την εκατόμβην μέσα.