Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 2 Μαΐου 2025
Αλλά δεν είν' η λύπη μου τόσο γι' αυτό μεγάλη• σαν φάγω όμως σκέπτομαι, που τάχα διευθύνεται η κοπριά πού γίνεται; γιατ' ο δημότης Αχλαδούς, που για φαΐ τον πήρα, μου βούλλωσε τη θύρα.
Ο κόσμος όλος, από τον Παπά και κάτω, με ψεύτικα σκαρώματα πολεμούσε να τον καταπείση πως έλαμπε ακόμα ολόστεκη η τιμή του, που αυτός την ήξερε βουτημένη στην κοπριά. Κάθισε στο τραπέζι, έκαμε πως έφαγε, έκαμε πως ήπιε, να περάσ' η βραδιά.
Με μόνη την ελπίδα πως ίσως κ' η κοπριά που σήμερα μανιτάρια μονάχα μας θρέφει, βγάλη και θρέψη το μεγάλο το βαθιόρριζο, το μυριόκλωνο το δέντρο που θα μας σκεπάση με τον καλορρίζικό του τον ίσκιο. Το Λεβέντη, που θα προβάλη μια μέρα από το παλάτι εκείνο και θα μας πη: «Το έθνος έκαμε λάθος θανάσιμο τότες που θάρρεψε πως τον αποτέλειωσε τον προορισμό του.
Για να γεννηθής εσύ και να κάθεσαι μπροστά μου αυτή την ώρα, έπρεπε να τόχουνε γεμισμένο κιβούρια εκείνο το κοιμητήριο! Αν μπορούσες να μυρίσης το αίμα σου, θα σ' έπνιγε η μυρουδιά του πρι να προφτάξης να πης κανενός να το χύση. Μα η μύτη σου, να με συμπαθήσης, τόσο μακριά δεν πηγαίνει. Έτσι κ' η βρωμόμυιγα που ζη απάνω στην κοπριά, τη νοστιμεύεται αντίς να τη σιχαθή.
Κ' επειδή έφευγε πια το καλοκαίρι κ' έφτανε το χυνόπωρο, του ετοίμαζε την εξοχή ο Λάμωνας, ώστε να του αρέση σ' όλα άμα την έβλεπε· πάστρευε τις πηγές για νάχουν νερό καθαρό· έβγανε την κοπριά από την αυλή για να μη τον πειράξη βρωμώντας· σιγύριζε το περιβόλι για να φανή όμορφο.
Και παίρνουν το σιδερόδρομο και κατεβαίνουνε στο Φάληρο, και κάμνοντας κέφι στης θάλασσας την αθάνατη, την αμόλυντη την πνοή, μακαρίζουν τους αμανίτες που φύτρωσαν και με λαμπρότατα χρώματα στολίζουνε την παχειά κοπριά που μας έστρωσαν τεσσάρων αιώνων κακομοιριές.
Πού όμως να πάνε όσοι πηγαίνουν εκεί, αφού οι γιατροσύνεδροι, οι αρχιτέκτονες, οι αστυνόμοι, οι δήμαρχοι και οι νομάρχαι σας θεωρούν όλοι τ' αναγκαία περιττά; Αντίκρυ μου έχω ένα χασάπη πού σφάζει στη μέση του δρόμου ζώα μικρά και μεγάλα, γίδια, πρόβατα και βιδέλα, και τρέχουν πάντοτες δύο ποταμοί, ο ένας κόκκινος από αίμα, και ο άλλος πράσινος από κοπριά και χολή.
Προχωρώντας λοιπόν αυτοί οι καλόγεροι κάποτες ως την Κίνα παρατήρησαν κ' έμαθαν το μυστικό τω σκουληκιών, έμαθαν και τι λογής θρέφουνται. Άμα τάκουσε αυτό ο Ιουστινιανός συναγροικιέται με δυο καλόγερους και του φέρνουνε στα 551 αυγά σκουληκιώνε στην Πόλη. Ζέσταναν τ' αυγά με κοπριά και γεννήθηκαν τα σκουλήκια.
Δηλαδή άλλοι μεν θεωρούν αυτήν ως κάποιαν ομοιότητα και τους φίλους ως ομοίους, διά τούτο λέγουν παροιμιωδώς : «ο όμοιος τον όμοιον και η κοπριά τα λάχανα» και τα παρόμοια. Άλλοι όμως αντιθέτως όλους τους τοιούτους τους θεωρούν μεταξύ των ως αντιζήλους κεραμοπλάστας , και διά τούτο περί αυτών των ιδίων ζητούν ανωτέραν και φυσικωτέραν εξήγησιν.
Ξένες κ' οι γλάστρες, ξένη κ' η κοπριά τους και δανεισμένη, επειδή ο τόπος μήτ' εμπόριο δε φαίνεται να είχε της προκοπής, μήτε βιομηχανία ριζωμένη, μήτ' άλλη πόρεψη, εξόν από τα χαρίσματα και τα δανεικά των ξένων, που οι πιώτεροί τους έθρεφαν και πάχαιναν τους ψευτόσοφους και παράλλυτους μέσα στην Αθήνα και μέσα στην Κόρινθο. 5 Αεροκοπανίσματα
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν