United States or Cook Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τούρθε μάλιστα να ξεκινήση και να παιδέψη τους φονιάδες. Οι καιροί όμως είτανε δύστροποι. Είχε μεγάλους περισπασμούς η Ανατολή. Κ' έτσι κάμνοντας την ανάγκη φιλοτιμία αναγνωρίζει το Μάξιμο, κλει μαζί του συνθήκες, και γυρίζει το νου του στα δικά μας τα βάσανα. Και ποια να είταν τώρα τα βάσανά μας; Ο Αρειανισμός, και πάλε ο Αρειανισμός, που κάστρο του και στρατόπεδο είταν η ίδια η Πρωτεύουσα.

Δεν είναι δε μόνον αναγκαία η φιλία αλλά και καλόν. Διότι τους κάμνοντας φίλους τους επαινούμεν, έπειτα η πολυφιλία φαίνεται ότι είναι έν από τα καλά, ακόμη δε πολλοί νομίζουν ότι το ίδιον είναι οι αγαθοί άνδρες και οι φίλοι. &Η φύσις της φιλίας ή αγάπης&. ― Διαφιλονικούνται όμως περί αυτής όχι ολίγα.

Ημείς αφού ευχαριστήσαμεν την Βέδραν διά την χάριν που μας έκαμεν, εμισεύσαμε διά την Δαμασκόν και πριν να φθάσωμεν εις αυτήν ηθελήσαμεν να κάμωμεν την δοκιμήν εις την στράταν και κάμνοντάς την εμείναμεν εκστατικοί εις το να ιδούμεν που επαρωμοιάζαμεν έτσι θαυμασίως εκείνου του υποκειμένου που επιθυμούσαμεν.

Στον χαιρετισμόν μου επάνω σηκώθηκε αυτός, μ' έπιασε μπράτσο και κάμνοντάς μου τον γύρον του σαλονιού εξηκολούθησε: Εδώ, καθώς βλέπετε, υπάρχουν εικόνες όλων των εποχών, από τα παλαιά Ελληνικά χρόνια μέχρι του Σιμαμπουέ και από του Σιμαμπουέ πάλιν ως τα σήμερα. Και η συλλογή αυτή έρχεται εις πλήρη αρμονίαν με την σάλαν αυτήν.

Ο ηγούμενος διέταξε να περιποιηθούν καλά τους ταξειδιώτας χωρικούς, που έρχουνταν μπλούκια μπλούκια να κονέψουν στο μοναστήρι, κάμνοντας το σταυρό τους, σαν περνούσαν την αυλόπορτα κι αντίκρυζαν τη Μονή, και μεις όλοι, ο κυρ αστυνόμος, ο ηγούμενος, κ' οι πατέρες ανεβήκαμε στην τραπεζαρία.

Αφού έγραψαν όλοι οι πραγματευταί όσον ηδύναντο καλύτερον διά να επιτύχουν τοιούτον βαθμόν αξίας, επλησίασα και εγώ και έλαβα το χαρτί διά να γράψω· αυτοί εφοβήθησαν μήπως θέλω να το σχίσω, ή να το ρίξω εις την θάλασσαν και εβόησαν όλοι ομοφώνως· αλλ' όταν είδαν πώς με πολλήν επιτηδειότητα εκρατούσα, το χαρτί και το κονδύλι, κάμνοντας σχήμα πώς θέλω να γράψω έμειναν εκστατικοί.

Και παίρνουν το σιδερόδρομο και κατεβαίνουνε στο Φάληρο, και κάμνοντας κέφι στης θάλασσας την αθάνατη, την αμόλυντη την πνοή, μακαρίζουν τους αμανίτες που φύτρωσαν και με λαμπρότατα χρώματα στολίζουνε την παχειά κοπριά που μας έστρωσαν τεσσάρων αιώνων κακομοιριές.

Όταν ο δυστυχής πραγματευτής είδεν ότι το Τελώνιον χωρίς άλλο έπρεπε να τον αποκεφαλίση, άρχισε να θρηνή μεγαλοφώνως, και λέγει του· σε παρακαλώ, άκουσε ακόμη ένα λόγον, λάβε ταύτην την καλωσύνην να περιμένης ολίγον καιρόν, διά να υπάγω να αποχαιρετήσω την γυναίκα μου και τα παιδιά μου, και τακτοποιήσω τα υπάρχοντά μου κάμνοντας διαθήκην διά να μη γεννηθούν σκάνδαλα, κρίσεις και διχόνοιαι αναμεταξύ εις τους υιούς μου μετά τον θάνατόν μου, και έπειτα θέλω έλθει εδώ εις τον ίδιον τόπον διά να με αποκεφαλίσης.

Κύριε, απεκρίθη ο Αμπτούλ γεμάτος από ταπείνωσιν, εσύ έχεις βεβαίως αιτίαν να παραπονεθής από τον δυστυχή Αμπτούλ· κάνει χρεία, ότι κάποιον από όσα έκαμα δεν θα σου αρέση, και ζητείς να μου επιστρέψης τα δώρα, που σου έστειλα; Όχι, όχι απεκρίθη ο Καλίφης, μη γένοιτο αυτό, εγώ είμαι πολλά σκοτισμένος από τα ευγενικά σου καμώματα, και από τες δεξίωσές σου, και μάλιστα διά τα πολύτιμα δώρα σου, τα οποία υπερβαίνουν εκείνα των βασιλέων· και αν είχα την άδειαν διά να ειπώ εκείνο που στοχάζομαι, ήθελα σου ειπεί πώς πρέπει να μην είσαι τόσον ελεύθερος εις το να μοιράζης τον πλούτον σου· επειδή και πρέπει να στοχασθής ότι κάμνοντας έτσι εξ αποφάσεως πρέπει να τον ολιγοστεύης.

Μ' εμεθύσανε . . . τάχασα . . . ξέρω γω ίντα κάνουνε; Να ο 'γούμενος, μα το θεό εγώ δεν ειξέρω, δε φταίω, εγώ δεν ήθελα . . . εγώ . . . Και κάμνοντας για να φύγη, ξαπλώνεται μακρός πλατύς στο πάτωμα. Ο Δήμαρχος εστράφηκε τότε στο 'γούμενο και του έκαμε παρατήρησες και παράπονα.