Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 1 Ιουνίου 2025
Αρά γε κ' εσύ Χλόη τα ίδια υποφέρνεις; άρα γε θυμάσαι τον κάμπο τούτο και τις Νύμφες αυτές κ' εμένα; ή σε παρηγορούν τα πρόβατα και τα γίδια, που σκλαβωθήκανε μαζί σου; Κ' εκεί που έλεγεν αυτά, από τα δάκρυα κι από τη λύπη τον παίρνει ύπνος βαθύς· και του παρουσιάζουνται οι τρεις Νύμφες, γυναίκες αψηλές κι όμορφες, μισόγυμνες και ξυπόλυτες, με ξέπλεκα μαλλιά και παρόμοιες με τ' αγάλματα.
Όμορφες είταν κ' οι καλαμιές καθώς λυγίζανε με του μπάτη το φύσημα. Γλυκό είταν και το κελάιδημα του κορυδαλού, πιο γλυκό ακόμα το κύμα που μουρμούριζε πλάγι μου και φιλούσε την αμμουδιά. ....Ήθελα να πέσω στα κρουσταλέννια τα νερά και να σβύσω τη φλόγα μου .... ....Μερικές μέρες κατόπι, αρχίζει κι ο τρυγητός. Δε χωράτευε του τρυγητού η δουλειά.
Το δροσερό ανοιξιάτικον αέρα που πνιγμένος σε μύριες ευωδιές το βασιλιά και τους αρχόντους πέρα σε πιο όμορφες τους φέρνει ακρογιαλιές. Κάθε άεργο, ζητιάνο, κλέφτη, αλήτη γύρω απ τη χώρα έχει μαζέψει εδώ, από καλύβι γύρισε σε σπίτι κι ερέθισε τον κόσμο το φτωχό.
Δεν είχε τελειώσει την κουβέντα του και οι δυο νέοι έτρεχαν χέρι με χέρι προς το σπίτι. Η Ελπίδα ούτε το κέντημά της δε σκέφτηκε να πάρη. Τ' άφηκε απλωμένο εκεί απάνω στα χόρτα κι ο ήλιος φιλούσε αχόρταγα της όμορφες κλωστές, έδινε κ' έπαιρνε χρώματα. Ο γέρος έσκυψε και το κύτταξε για πολλή ώρα. Έμοιαζε σαν διψασμένο ζωντανό που πίνει αχόρταγα στην ξάστερη γούρνα του.
Κοιμούνται γύρω τα περιβολάκια με τα ψηλά κυπαρίσσια τους, πέρα τ' αμπέλια μόλις χωρίζουν και το ποταμάκι κάτω πόπλυνε τόσες όμορφες μέρες τα ρούχα της η νύφη, ακούεται σα να κλαίη παραπονεμένα κι αυτό, για τον ξενιτεμό της. Φεύγουν φεύγουν κι από μπρος της φεύγει κ' η αγαπημένη όψη του χωριού της, πόζησε σ' αυτό όλη τη ζωή της για ν' ακολουθήση τόρα τον ξένο αυτόν τον άντρα της.
Ποτέ δεν είχε ιδεί τόσο όμορφες χάντρες. Ο νέος ο κυνηγός της είπε τότε: — Μην το βγάλης ποτέ απ' το λαιμό σου. Αυτό είναι το θυμητικό της αγάπης μας. Η βοσκοπούλα γύρισε και κύτταξε τα όμορφα μαργαριτάρια στο λαιμό της και δυο δάκρυα στάξανε απάνω στα θαμπά πετράδια. — Ποτέ μου δεν είδα τόσες όμορφες χάντρες, ξαναείπε. Ο νέος ο κυνηγός φίλησε τον άσπρο της λαιμό, με τα θαμπά μαργαριτάρια.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν