Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 11 Ιουνίου 2025
Σπρώχνω τη θύρα· άνοιξε· Τι θέαμα! . . . Τι τόπους... Τι τόπους είδα σκιερούς! . . . Τι χλόαις! . . . Τι λουλούδια! . . Τι δένδρα, δένδρα ανθηρά! . . . Πόσ' άκουγα τραγούδια Απ' τα πουλιά! . . . Πόσους εκεί Εγνώρισα ανθρώπους! . . .
Επήγα εις την Βαβυλώνα, εις την Αίγυπτον, εις την Περσίαν, και εις όλους τους τόπους που εστάθηκα, αστερέωσα την καλήν τύχην όλων εκείνων εις τους οποίους συνέλαβα αγάπην· περιδιαβάζοντας τέλος πάντων τον κόσμον, ήλθα εδώ εις το Αστραχάν, εις το οποίον εστοχάσθηκα και εδώ να κάμω να ομιλήσουν διά εμένα.
Ο Ψαμμίτιχος έδωκεν εις τους Ίωνας και τους Κάρας οίτινες τον εβοήθησαν γαίας όπου κατώκησαν απέναντι αλλήλων, χωριζομένας υπό του Νείλου. Ωνομάσθησαν δε οι τόποι εκείνοι Στρατόπεδα. Αυτούς λοιπόν τους τόπους τοις έδωκε και εξεπλήρωσεν όλας τας άλλας υποσχέσεις του.
Αύτη η δυνάμει ενυπάρχουσα διεγερτική εμπειρία ανακινεί τας διαφόρους μνήμας, εξ ων θα πορισθή τις την ζητουμένην τελείαν μνήμην. Το κείμενον λέγει «από τόπων», κατά δε τον Θεμίστιον «τόπους λέγομεν ή τας αρχάς, αίτινες πρέπει να υπάρχωσιν εν τη ψυχή, ή τους κατά τα σύστοιχα και τα όμοια και τα εναντία, ή τους σωματικούς και τας εν τούτω ή εκείνω τω μέρει θέσεις». Ίνα εύρη το ζητούμενον.
Αφού εμισεύσαμεν από το Αστραχάν, εδιαβήκαμεν από διαφόρους τόπους και βασίλεια· και όπου και αν απερνούσα, έκανα με τα δώρα μου και τα μεγαλοπρεπή μου έξοδα να δειχθώ ποίος ήμουν.
Ο τυφλός γνώριζε καλά πότε γίνεται κάθε πανηγύρι και ποιόν δρόμο έπρεπε να πάρουν και ήταν εκείνος που οδηγούσε το σύντροφό του. Περνώντας από το Νούορο ο Έφις τον οδήγησε προς το Μύλο, τον άφησε ακουμπισμένο σ’ ένα τοίχο και πήγε να χαιρετήσει τον Τζατσίντο. «Φεύγω για τόπους μακρινούς. Αντίο. Να θυμάσαι την υπόσχεσή σου.» Ο Τζατσίντο ζύγιζε ένα σακί αλεσμένο κριθάρι.
Εις ταύτα τέλος προσέθηκεν όλους τους κοινούς τόπους, εις τους οποίους καταφεύγει τις εις τοιαύτην υπερτάτην στιγμήν, και τους ωμίλησε περί των γυναικών, των τέκνων και των πατρώων θεών.
Εξ άλλου όμως το να μη δεχώμεθα περιηγητάς ούτε οι ίδιοι να περιηγούμεθα άλλους τόπους πρώτον μεν είναι απολύτως αδύνατον, αλλ' εκτός τούτου θα εφαίνετο άγριον και σκληρόν εις τους άλλους ανθρώπους, δηλαδή να εφαρμόζωμεν πράγμα του οποίου και το όνομα είναι απαίσιον, την ξενηλασίαν, και τρόπους αυταρέσκους, καθώς εκείνοι θα ενόμιζαν.
Οι γέροι δεν εμίλησαν τότες. Είχαν καρφώσει γερά τα μάτια τους απάνω 'ςτην εικόνα κι ο λογισμός τους ποιος ξέρει σε τι καιρούς και σε τι τόπους αρμένιζε. Τήρα, ωρέ καψαρέ, βασιλιά πούχαμαν μια βολά οι δύστυχοι. — Για βιστό κουρμ για βιστό τριμρί! — Τήρα άρματα κι άλογο και φορεσιά; — Άιντε, μωρέ Σκεντερμπέο, άιντε μωρ' ινγκιούαρ μπρετ ισκηπετάρβε!
Χάρις εις τους ποιητάς, τους συγγραφείς και τους καλλιτέχνας πάσα από κτίσεως της σφαίρας μας εποχή και εκάστη επ’ αυτής χώρα είναι μάλλον ή ήττον εις πάντας γνωστή. Έκαστος αιών και πας λαός κατέλιπον ημίν μνημείον εικονίζον τους τότε ανθρώπους, οι Εβραίοι την Γραφήν, οι Αιγύπτιοι τας πυραμίδας και οι Έλληνες την Ιλιάδα. Από της Εύας, ης τους έρωτας έψαλλεν ο Μωυσής και ο Μίλτων μέχρι της Κυμοδοκείας, ης τον μαρτυρικόν στέφανον έπλεξεν ο Σατωβριάνδος η άλυσις είναι σχεδόν αδιάκοπος. Εις ποίαν εποχήν δύναται να ανατρέξη ή εις ποίαν παραλίαν να προσοχθήση ο οδοιπόρος χωρίς ν’ απαντήση πρόσωπα γνωστά και μειδιώντα, φίλους τείνοντας εις αυτόν την χείρα; Ραχήλ προσφέρουσαν ύδωρ εις τα διψώντα χείλη του ή Ναυσικάν οδηγούσαν αυτόν υπό φιλόξενον στέγην; Αλλά καταβαίνοντες του Πηγάσου μας, πριν χάση τα πέταλά του, παρατηρούμεν ότι πας τις γνωρίζει τας γενειάδας των Πατριαρχών, τους τρίβωνας των Ελλήνων φιλοσόφων, τας φάλαγγας των Μακεδόνων, τας ξανθάς φενάκας των εταιρών της Ρώμης, τα ποικιλόστικτα δέρματα των αρκτώων βαρβάρων, τα κομβοσχοίνια των χριστιανών μαρτύρων και όσα άλλα περιέγραψαν οι ποιηταί και συγγραφείς, ους παρεδόθη εν τω σχολείω ή ανέγνωσεν εν μεταφράσει. Πολύ δε γνωστότεροι είναι οι κατά την δευτέραν περίοδον του μεσαιώνος αναφανέντες σιδηρόφρακτοι ήρωες και λευχείμονες ηρωίδες, οι Αμαδείς, οι Τριστάνοι, οι Λεοντοκάρδιοι, οι Τεμπλάριοι, οι Αβενσεράγοι, αι Υολάνδαι, αι Ερμινίαι και αι Αρμίδαι, ων τα σύμβολα, τας πανοπλίας, τους έρωτας και τα κατορθώματα πας τις γνωρίζει εκ των βιβλίων του Ουαλτερσκότου, των στίχων του Βίκτωρος Ούγου, των συλλογών των μουσείων και των μελοδραμάτων του Ροσίνου και Μαγερβήρου. Αλλ’ από του έκτου μέχρι του ενδεκάτου αιώνος, από του τελευταίου Ρωμαίου αυτοκράτορος μέχρι του πρώτου ιππότου, τίνες οι επί του πλανήτου μας κατοικούντες; τι έπραττον, τι έτρωγον, τι επίστευον και τι εφόρουν; εις την ερώτησιν ταύτην δύναται ν’ αποκριθή μόνος ο εξ επαγγέλματος ιστορικός, ο αναλαβών τον άχαριν κόπον να φυλλομετρήση τας απεράντους συλλογάς των μεσαιωνικών Χρονογράφων, τα ευρωτιώντα Συναξάρια, τας εις μέγα φύλλον δυσπέπτους μωρολογίας των καλογήρων, τα συγγράμματα του Κασσιοδώρου, Καισαρίου, Αλκουίνου, Αγ. Αγοβάρδου, Ραβάνου του Μαύρου και μυρία άλλα βιβλία εις μόνους τους σοφούς και τους σκώληκας γνωστά, άτινα ονομάζει ο Μουρατόρης Sterili steppe della letterattura del medio evo ήτοι α γ ό ν ο υ ς ε ρ ή μ ο υ ς τ η ς μ ε σ ο χ ρ ο ν ί ο υ φ ι λ ο λ ο γ ί α ς. Εις τας ερήμους ταυτάς έτυχε να πλανηθώ ακολουθών τα ίχνη της Ιωάννας. Καθώς δε ο περιηγητής ο επισκεπτόμενος απέχοντας και αβάτους τόπους φιλεί να λαμβάνη εξ εκάστου μνημείον τι των περιπλανήσεών του, φύλλον εκ του δένδρου του σκιάζοντος την βρύσιν της ερήμου, όστρακον εκ παραλίας αγνώστου εις τους ναυσιπόρους ή άνθος θάλλον επί απατήτου κορυφής, ούτω καγώ εξ εκάστου των εις αιωνίαν λήθην καταδικασθέντων εκείνων τόμων απέσπων ως ενθύμημα χωρίον τι περιγράφον έθιμα παρωχημένα, αλλοκότους δοξασίας, δημώδεις προλήψεις, λείψανα της ειδωλολατρίας και είτι άλλο ανεύρισκον διαφυγόν την προσοχήν των νεωτέρων ιστορικών, οίτινες εις γενικάς Θεωρίας καταγινόμενοι και εις ουδέν άλλο ως επί το πολύ αποβλέποντες, ειμή πώς να δικαιολογήσωσι διά της ιστορίας τους σκοπούς και τας τάσεις του κόμματος εις ο ανήκουσι, διά τοιαύτας λεπτομερείας ούτε καιρόν έχουσιν ούτε τόπον. Εκ των παρ’ αυτάς τας βορβορώδεις του μεσαιώνος πηγάς συλλεγέντων τούτων λιθαριών συνήρμοσα ή μάλλον επειράθην να συναρμόσω μωσαϊκόν, παριστών εικόνα οπωσούν πιστήν της ζοφώδους εκείνης εποχής, περί ης, καθόσον γνωρίζω, ουδέν ουδαμού εξεπονήθη ακόμη βιβλίον τοις πάσι προσιτόν και εν ταυτώ ευσυνειδήτως γεγραμμένον, καθιστών αυτήν πασίγνωστον και φαεινήν ως αι Τ ύ χ α ι τ ο υ Τ η λ ε μ ά χο υ την ηρωϊκήν Ελλάδα, οι Μ ά ρ τ υ ρ ε ς την καταρρέουσαν Ρώμην και ο Ι β α ν ό η ς την ιπποτικήν Αγγλίαν. Αμέσως δε συναισθανθείς πόσον αι δυνάμεις μου ήσαν προς τοιούτον έργον ανεπαρκείς και πόσον ηλαττούμην των τα τοιαύτα επιχειρησάντων, εφιλοτιμήθην να μη ελαττωθώ αυτών τουλάχιστον κατά την ιστορικήν ακρίβειαν. Εκάστη εν τη
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν