Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 4 Ιουνίου 2025


Ότε δε έμαθε την είδησιν ο Ιππίας εν τω Κεραμεικώ, διηυθύνθη ουχί εις τον τόπον της σκηνής, αλλά προς τους μεθ' όπλων συνοδεύοντας την πομπήν πριν ούτοι μάθουν τίποτε, διότι είχαν απομακρυνθή· και πλάσας το πρόσωπόν του ούτως, ώστε να κρύπτη την συμφοράν, διέταξεν αυτούς να μεταβούν εις μέρος τι, το οποίον τους υπέδειξε.

Καθώς είπομεν εις τα προηγούμενα διά την κλήρωσιν, την οποίαν έκαμαν οι θεοί, ότι εμοίρασαν όλην την γην με κλήρους και έλαβαν άλλοι μεν μεγαλύτερα κομμάτια και άλλοι μικρότερα και εσύστησαν εκεί ναούς και θυσίας εις τους εαυτούς των, έτσι λοιπόν και ο Ποσειδών, αφού του έλαχεν η Ατλαντίς, εκατοίκισεν εκεί τα παιδιά του, τα οποία εγέννησεν από θνητήν γυναίκα εις ένα τόπον της νήσου ως θα είπωμεν.

Όταν λοιπόν επέλθη θάνατος εις τον άνθρωπον, καθώς φαίνεται, το μεν θνητόν μέρος αποθνήσκει, το δε αθάνατον σηκώνεται και φεύγει απείρακτον και άφθαρτον, αφού σιγά σιγά δώση τόπον εις τον θάνατον. Έτσι φαίνεται, είπεν ο Κέβης.

Και ούτω, με μόνον το θλιβερόν τούτο επεισόδιον ήλθεν εις τον Γολγοθάν, τον λεγόμενον Κρανίου τόπον. Εκεί, κατά την παράδοσιν, έκειτο τεθαμμένον το κρανίον του Αδάμ, αι δε σταγόνες αι πεσούσαι από του αίματος του Χριστού, έκαμαν τον Αδάμ ν' αναστή εκ νεκρών.

Αυτοί 'ςτή βρύση του Ζαβογιάννη κι εμείς 'ςτού Τρίκκα. Μια τουφεκιά τόπον αλάργα. Μέσ' του Τρίκκα, τα σύγνεφα μας σκέπασαν τον ήλιο και βαθιά αχολόγησε μια βροντή. Όσο μας δρόσισαν τα σύγνεφα που μας ίσκιωσαν από το λιοπύρι, τόσο μας φόβισε η βροντή. Σηκώθηκε κι' έν ανεμόχολο δυνατό ξάφνου, που τύλιξε μεσουρανής τον κορνιαχτό κ' επάσχιζε να ξερριζώση τα δέντρα.

Πώς να πυροβολήση το ζώον χωρίς να βλάψη τον άνθρωπον; Ο Χρήστος, νέας λαβών δυνάμεις ως εκ της επελθούσης επικουρίας, σφίγγει την κεφαλήν της λυκαίνης, την κρατεί όσον ηδύνατο μακράν του στήθους του και φωνάζει: Φωτιά! Ο γέρων, χωρίς να χάση καιρόν, στηρίζει την κάνναν εις το αυτίον του ζώου και πυροβολεί. Η λύκαινα έμεινεν εις τον τόπον. Ο Παππά-Σεραφείμ εσιώπησεν επ' ολίγον.

Αμέσως λοιπόν οι Λακεδαιμόνιοι και οι Είλωτες έδραμον πανδημεί μετά ταχύτητος απαραδειγματίστου μέχρι τότε, και επροχώρησαν προς το Ορέσθειον της Μαιναλίας· και τους μεν Αρκάδας οι οποίοι ήσαν σύμμαχοι των επροσκάλεσαν να τους ακολουθήσουν εις Τεγέαν, αυτοί δε φθάσαντες όλοι εις το Ορέσθειον, απέπεμψαν εις τα ίδια το έκτον μέρος του στρατού των, ήτοι τους πρεσβυτέρους και τους νεωτέρους, διά να φρουρή τον τόπον, και με τον επίλοιπον στρατόν έφθασαν εις την Τεγέαν.

Το θυγάτριον της Μαρούσας ήτο ήδη τεσσάρων ετών, και ούτε ο πατήρ είχεν ιδεί ποτέ το τέκνον, ούτε αυτό εγνώριζε την όψιν του πατρός. Κατ' εκείνον τον καιρόν, μαζύ με την ανάπτυξιν του εμπορίου και της συγκοινωνίας, είχαν αρχίσει να ξανοίγουν κάπως και τα ήθη εις τον μικρόν, απόκεντρον τόπον.

Ήτο στρογγυλωτέρα ολίγον το ανάστημα, όπως η άλλη ήτο λιγνή, παχουλή, όσον ισχνή εκείνη, με παιδικόν πρόσωπον όπως η πρώτη, ολιγώτερον κομψή, αλλά συμπαθής την έκφρασιν. Είχεν έλθει εφέτος, πρώτην φοράν εις τον τόπον, καθώς είχε λάβει το δίπλωμά της από το εν Αθήναις Αρσάκειον, όπου όλαι ως γνωστόν αριστεύουν· ενώ η πρώτη ήγε τον τρίτον χρόνον από του διορισμού της.

Τότε έτρεξα προς εκείνο το μέρος που ήκουον το σύρισμα, και καθώς εγώ επλησίαζα έτσι εκείνη η φωνή εμάκραινε· και ακολουθώντας εις τούτον τον τόπον το σύρισμα, είδα ολίγον τι φως ωσάν ένα άστρον· ως τόσον το ζώον που εσύριζεν επήγαινεν εμπρός και εγώ ακολουθούσα εις το σκότος, αλλά βλέποντας πάντοτε το ολίγον εκείνο φως, έως που τέλος πάντων είδα μίαν τρύπαν αρκετήν του σπηλαίου, και εβγαίνοντας έξω ευρέθην εις το παραθαλάσσιον ανάμεσα σε κάποιους βράχους.

Λέξη Της Ημέρας

βαρδαλάαας

Άλλοι Ψάχνουν