Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Ιουνίου 2025


Εννοήσας δε την ταραχήν του κυρ-Δημάκη, προσέθηκε πραΰνων αυτόν. — Θαρθούν αύριον βάρκες! θαρθούν! Και παραλαβών αυτόν εισήγαγεν εις τον ναόν, μικρόν, φωτισμένον, στολισμένον, πανηγυρίζοντα. Ησπάσθη ο κυρ-Δημάκης την «Γέννησιν» ανακειμένην εν μέσω κλαδίσκων φασκομηλέας επί χρυσοϋφάντου ποδιάς, επί γλυπτού παλαιού εικονοστασίου· και κατέλαβε στασίδιόν τι.

Της έστρωσεν ένα παλαιόν κιλίμι, μίαν τριμμένην τσέργαν, ένα μικρόν σινδόνι, της έβαλε μίαν προσκεφαλάδα σκληράν, με γέμισμα από λινόξυλα, και της ευχήθη καλήν νύκτα και «ύπνον ελαφρόν». Ελαφρός ή βαρύς, ο ύπνος της Φραγκογιαννούς δεν ήτο δυνατόν να ήτο εύκολος ούτε ευάρεστος, ευρισκομένης εις τοιαύτην ταραχήν και τοιούτον τρόμον.

Ανάψαντες λοιπόν πολλά πυρά ανεχώρησαν διά νυκτός· αλλ' ησθάνθησαν την ταραχήν εκείνην, η οποία είναι σύνηθες αποτέλεσμα του πανικού φόβου, πού καταλαμβάνει όλους τους στρατούς, προ πάντων τους μεγίστους, όταν οδοιπορούν νύκτα διά χώρας εχθρικής και όταν ο εχθρός είναι πλησίον.

Οι λόγοι ούτοι του Διός επρόξένησαν ταραχήν και θόρυβον εις την συνέλευσιν και ήρχισαν να φωνάζουν όλοι• Κεραύνωσε, κατάκαυσε, σύντριψε, εις το βάραθρον, εις τον Τάρταρον όπως τους Γίγαντας.

Μη έχοντες άλλο γνώρισμα ειμή το σύνθημα εζήτουν τούτο συνεχώς και διά του τρόπου τούτου όχι μόνον ηύξαναν την ταραχήν, αλλά και όλοι συγχρόνως ερωτώντες κατέστησαν αυτό γνωστόν εις τους πολεμίους χωρίς να μάθουν το σύνθημα των Συρακουσίων, οι οποίοι, νικηταί και ουχί διεσπαρμένοι, ανεγνώριζαν αλλήλους ευκολότερα.

Άμα δε τη αυγή, οπότε είχαν καταληφθή πλέον τα τείχη και οι εν τη πόλει Μεγαρείς διετέλουν εις ταραχήν, οι μετά των Αθηναίων συμπράξαντες και άλλοι μετ' αυτών, όσοι είχαν λάβει μέρος εις την σκευωρίαν, εζήτησαν να ανοίγουν αι πύλαι και να εξέλθουν εις μάχην. Ήτο δε συμφωνημένον, άμα ανοίγουν αι πύλαι, να εισορμήσουν οι Αθηναίοι.

Δι' ενός βλέμματος είδε την ταραχήν και τον πόνον της Αϊμάς, είδε το δέμα όπερ έφερε περί το μέτωπον και έπεσε παρ' αυτήν έξαλλος. — Τι έχεις, Αϊμά; είπεν. Η νεάνις δεν ηδυνήθη να αρθρώση λέξιν, είδε μόνον τον Μάχτον και εφάνη ως να μη τον εγνώριζε. — Τι έπαθες, Αϊμά: επανέλαβεν ο νέος. Ο υπερασπιστής της Αϊμάς έσπευσε ν' απαντήση αντ' αυτής. Της έσπασε το κεφάλι μία πέτρα.

Κατόπιν δε αφού παρήλθε πολύς καιρός και έπαυσε πλέον τον θόρυβον και την ταραχήν και τους σεισμούς, ήρχισε να ησυχάζη και να βαδίζη με τάξιν τον συνηθισμένον του δρόμον, διότι ανέλαβε ο ίδιος την επιμέλειαν και την εξουσίαν εις όσα είχε εντός του και ήσαν ιδικά του, προσπαθών όσον ήτο δυνατόν να ενθυμηθή τα διδάγματα του δημιουργού και πατρός του.

Ευθύς που λείψη, άνδρας εκ νέου γίνομαι. — Καθήσετε, ω φίλοι! ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ Απ' την πολλήν σου ταραχήν η ευθυμία 'πάγει. Την συντροφιά την έκαμες να γείνη άνω κάτω.

Αλλ' η προσέγγισίς του επέτεινε και την συγκίνησιν της Πηγής· εις δε την ταραχήν της εστράφη και αφού επέρασε τα πόδια της εις τις πατητήρες έπιασε την σαΐταν. Αλλά τα χέρια της έτρεμαν. Ο Μανώλης είχε σκύψει επ' αυτής και ησθάνθη θερμήν την πνοήν του επί του τραχήλου της. — Ψυχή μου, Πηγιό, ώμορφη πούσαι! εψιθύρισεν η φωνή του εγγύτατα εις την παρειάν της.

Λέξη Της Ημέρας

προφητεύσω·

Άλλοι Ψάχνουν