Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Ιουνίου 2025


Τα ανέκδοτα, η ζωηρότης της παραστάσεως, η ενάργεια της περιγραφής, αι σκέψεις, η εμβριθής κρίσις, καθιστώσαι τους «Παραλλήλους Βίους» μελέτην τερπνήν και μορφωτικήν. ΘησεύςΡωμύλοςΛυκούργοςΝουμάς. — Ο ήρως των Αθηνών παραβάλλεται προς τον ιδρυτήν της Ρώμης. Και ο νομοθέτης της Σπάρτης Λυκούργος προς τον Ρωμαίον Νουμάν. Τόμος Α'. Δρ. 3.

Ακολούθως ο Γεροστάθης μας ωμίλησε και περί του θανάτου του Σωκράτους, τον οποίον τοσούτω μάλλον πατριωτικόν εθεώρει, καθ' όσον ο ενάρετος ούτος ανήρ δεν απέθανεν εις τον ενθουσιώδη βρασμόν μάχης τινός, αλλ' ησύχως και εσκεμμένως εντός της φυλακής επροτίμησε να πίη το κώνειον, παρά να βλάψη την φιλτάτην πατρίδα του, δίδων παράδειγμα ασεβείας προς τους νόμους αυτής διά της δραπετεύσεώς του.

Το πήρε στα χέρια της η κόρη, τόσφιξε μέσα στα μεστωμένα στήθη της, και το φίλησε, το φίλησε παράφορα.... Ύστερα ξαπλώθηκε στη βελέντζα της μ' έναν αναστεναγμό, πνιγμένο στη βοή της ανεμοζάλης που παράδερνε έξω ακόμα φριχτά.... Θαμπά, θαμπά ξυπνήσαμε. Η αυγή ξημέρονε κρύα και καθάρια, ο ουρανός έφεγγε λαγαρός.

Στην αρχή μας δείχτουν άπειρο πλούτο· έπειτα το κλιτικό και συζυγικό τους σύστημα σομμαζώνεται, ή, αν το θέλετε κ' έτσι, ομαλώνεται και μας παρουσιάζει πιώτερη ενότητα κι αρμονία. Η αρχαία και κείνη με τον καιρό πολύ έσιαξε το τυπικό της και τη φωνολογία της. Η δική μας θα πάθη το ίδιο, τώρα μάλιστα που κανείς δε θέλει να τη γράψη.

Και την παρέβαλε με την σημερινήν κατάστασίν του, να κάθεται γυναίκα χάσασα όλην την δρόσον και την περιποίησίν της να σε καρτερή εις τον νερόμυλον με δύο παιδιά, οπού το ένα να διηγήται παραμύθια στο άλλο. Βεβαίως η δευτέρα θέσις τον συνεκίνει κάπως, αλλ' η πρώτη του εφαίνετο πλέον επιθυμητή, και ευχαρίστως θα εδέχετο να ξαναρχίση πάλιν.

το πάχος των ασθματικών αυτών καιρών μας πρέπ' η Αρετή και αυτή να παίρνη της Κακίας συγχώρεσιν, και, όταν θέλη να της κάμη καλό, την άδειαν να ζητή σκυμμένη εμπρός της.

Έφθασε στον ΆιΛιά ως δύο ώρας προ της μεσημβρίας. Τα πελώρια πλατάνια εφυσώντο κ' εσείοντο κυρτά επί της πλατείας, σκεπάζοντα όλην την έκτασιν, νανουρίζοντα την μεγάλην δίκρηνον βρύσιν.

Δεν έχεις τίποτα, κορίτσι μου. — Α! Μπάρμπ' Αλέξανδρε, εψέλλισεν ασθενώς. Πότε θα μου πης πάλι τα θεία... τραγούδια; — Όποτε θέλεις, Κούλα μου. Άμα γείνη αγρυπνία εις τον Άγιον Ελισσαίον να έλθης να σου τα πω. — Να μου τα πης. Μα θα τ' ακούσω; — Άμα προσέχης, θα τ' ακούσης ... — Ωχ! Εστέναξεν, έκλεισε τα όμματα και δεν μου ωμίλησε πλέον. Της έφεραν χρίσμα, έλαιον από την κανδύλαν.

Εγώ λοιπόν δεν έχω άλλο τίποτε πρόχειρον παρά να ειπώ προς το παρόν ένα αναγκαίον και συμφέροντα λόγον. Ποίον δηλαδή; Φρονώ ότι εις την πόλιν αυτήν, την οποίαν σκοπεύομεν να συνοικίσωμεν, δεν υπάρχει άλλη ως μήτηρ και πατήρ της παρά η πόλις η οποία την συνοικίζει, αν και γνωρίζω ότι πολλαί αποικίαι κάποτε εφάνησαν και θα φαίνωνται ασύμφωνοι με τας μητροπόλεις των.

Μόνον τας Κυριακάς επήγαινε εις την εκκλησίαν της ενορίας των, τας δε λοιπάς ημέρας τας εξώδευε εις το σπήτι και εις το περιβόλι, το οποίον μετέβαλεν εις καράβι, διότι το μεν ένα μέρος, το βορεινόν, ωνόμαζε «πλώρην» το δε άλλο, το προς το σπήτι, «πρύμη» και την μέσην, όπου ήτο και η στέρνα την εβάπτισεν «αμπάρι»· και ήκουες με το πλέον σοβαρόν ύφος να σου λέγη ότι κολοκυθάκια έχει η πλώρη, αγγουράκια η πρύμη και μελιτζάνες το αμπάρι.

Λέξη Της Ημέρας

αρματώση

Άλλοι Ψάχνουν