Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 30 Απριλίου 2025
Ο Φαναριώτης έμεινε σύννους, είτα είπε: — Πώς τον Δίγαμον;.. Η νύφη είνε παρθένος, κ' έρχεται εις πρώτον γάμον. Τον αρραβώνα θα διαβάσης και το στεφάνωμα. — Δεν ξέρω τι γίνεται στο Φανάρι. Τον Δίγαμον θα διαβάσω, επέμενεν ο ιερεύς. Ο γραμματεύς του Παπά υπεχώρησεν. — Ας είνε. — Διάβασε τον Δίγαμον. Ο ιερεύς έβαλεν ευλογητόν και ήρχισεν. Αντήλλαξε τα δακτυλίδια.
ΡΩΜΑΙΟΣ Είπε της το απόγευμα να εύρη ευκαιρίαν να έλθη 'ς του πνευματικού να την εξαγορεύση· κ' εκεί θα γείνη, 'ς το κελλί του πάτερ Λαυρεντίου, και η εξομολόγησις και το στεφάνωμά μας. Ιδού διά τον κόπον σου. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Ούτε λεπτόν δεν παίρνω. ΡΩΜΑΙΟΣ Ω! έλα δα· παρακαλώ. Σου λέγω θα τα πάρης. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Απόψε το απόγευμα; Καλά· εκεί θα ήναι.
Και πήγε ίσα στον Αλαμάνο· τούσφιξε για δεύτερη φορά το χέρι, έπειτα στάθηκε αντίκρυ του κ' ετοιμάστηκε να βγάλη λόγο. Ήθελε να συγχαρή το νέο σοφό που έλαβε την τιμή να βρεθή σ' ένα τέτοιο γάμο — γάμο του Ευμορφόπουλου! — και να κατηγορήση τους άλλους για την αχαριστία τους. Έννοια σου και θαν τους έλουζε για καλά. Μα εκείνη τη στιγμή μπήκε ο παππάς κι άρχισε το στεφάνωμα.
Θυμούμαστε του Γρηγόριου τους Αρειανικούς αγώνες, του Χρυσόστομου τις αλύπητες σαϊτιές, του Ευτρόπιου το τραγικό επεισόδιο, την πυρκαγιά εκείνη ύστερ' από την εξορία του Χρυσόστομου, το νέο χτίσιμο του ναού από το μικρό Θεοδόσιο, ακούσαμε κατόπι εκεί το Νεστόριο που δίδασκε τα νέα του δόγματα, παρασταθήκαμε στο στεφάνωμα του Λέοντα, του πρώτου που παράλαβε την κορώνα από τον πατριάρχη, ακούσαμε από τον άμπωνα το περίφημο ενωτικό του Ζήνωνα, είδαμε τον πατριάρχη τον Ακάκιο να λειτουργάη δίχως να μνημονεύη τον αρχιερέα της Ρώμης, κι άλλα κάμποσα μαρτυρήσαμε μέσα στους ιερούς εκείνους τοίχους, από το πρώτο χτίσιμο του ναού ως την καταστροφή του Νίκα.
Στο στεφάνωμα να παρασταθή δεν το κατάφερε· ας μαζέψη λοιπόν όσα κάτια του μνήσκανε κι ας σηκωθή ναλλάξη τα στεφάνια κι ο ίδιος. Μουρμούριζε την αποθυμιά του. Τη σεβάστηκαν την αποθυμιά ξανάθεσαν τα στεφάνια στο γαμπρό και στη νύφη, τονε σήκωσαν το γέρο στα πόδια του. Έκαμε δύναμη κι άπλωσε τα κοκκαλιασμένα του χέρια ο γέρος. Τάλλαξε τα στεφάνια. Δάκρυζε ο κόσμος τριγύρω.
Αυθέντη, του είπεν ο νέος, εχθές με εστεφάνωσες με την Γαντζάδα, μα η υπανδρεία δεν εχάλασεν ούτε εφθάρη· ετούτος ο ξένος που βλέπεις ήλθεν εψές την νύκτα δια να συγχίση το στεφάνωμά μας· θέλει να ειπή ότι είναι ο άνδρας της Γαντζάδας, και να τολμά να κράζεται ο Αμπουλβάρης.
Εσύ καλά ειξεύρεις ότι τα πράγματα των μεγάλων ανθρώπων πρέπει να είνε μυστικά, έως που αυτοί θελήσουν· όθεν διά τώρα έπαρε τον γαμβρόν σου εις το σπήτι σου και δέξου τον κατά την μεγαλειότητά του, και παράγγειλε της θυγατρός σου να του δείξη κάθε υπακοήν και τιμήν, κάνοντας να τελειωθή και το στεφάνωμα ετούτην την νύκτα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν