Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 13 Ιουνίου 2025
Σε πολλές από τις κάπως βίαιες επιθέσεις που έγιναν τελευταία ενάντια στο μεγαλοπρεπές εκείνο επί σκηνής ανέβασμα, που χαρακτηρίζει σήμερα το ξαναζωντάνεμα των έργων του Σαίξπηρ στην Αγγλία, φαίνεται πως σιωπηλά υποστηρίχθηκε από τους κριτικούς ότι κι ο Σαίξπηρ ο ίδιος ήταν λίγο πολύ αδιάφορος για τα κοστούμια των ηθοποιών του κι ότι, αν μπορούσε κ' έβλεπε το παίξιμο του &Αντωνίου και της Κλεοπάτρας& από την κ.
Το απόγεμα βγήκε όξω στον κήπο και την άκουσα που τραγουδούσε μόνη κάτω από τα παράθυρά μου με λαγαρή, ολόδροση φωνή. Έπειτα από λίγη ώρα ήρθε μέσα μ' ένα μπουκέτο αγριολούλουδα, όπου η καλοκαιρινή χλωρίδα έσμιγε όπως σμίγουν οι τόνοι σ' ένα τραγούδι. Τα έβαλε αμίλητη απάνω στο τραπέζι μου και χαμογέλασε σιωπηλά, για να μη μ' ενοχλήση στην εργασία μου.
Αφού εξήτασε μετά προσοχής η Αϊμά έκαστον των αγαλμάτων τούτων, δεν είχε πλέον ουδέ σκιάν φόβου εν τη διανοία, αλλά τουναντίον ησθάνετο τόσον θάρρος και οικειότητα, ώστε παρ' ολίγον θ' απέτεινε τον λόγον προς τα σιωπηλά ταύτα αγάλματα. Αλλ' είπε καθ' εαυτήν: «Κρίμα, όπου δεν μιλούν!» Εν τούτοις και σιωπώντα, ήσαν σύντροφοι της μοναξίας της, και δεν έπαυε να τα θαυμάζη.
Ασθενή και πάσχοντα η μήτηρ σας εφρόντισε να σας θεραπεύση, νύκτας ολοκλήρους αγρυπνούσα εις το προσκέφαλόν σας, με την μίαν χείρα το ιατρικόν κρατούσα, και με την άλλην τα σιωπηλά της δάκρυα σπογγίζουσα. Κλονιζόμενα επί των αδυνάτων ποδών σας αυτή σας υπεστήριξε, και σας ενεθάρρυνεν εις τα πρώτα αβέβαια βήματά σας.
Μειδίαμα τότε εζωγραφίζετο εις τα σιωπηλά της χείλη, μειδίαμα ελαφρόν και γλυκύ, ως είναι γλυκύ το ηλιοβασίλευμα· οι οφθαλμοί της οι νεκροί εκείνοι και ακίνητοι, ως εξ υάλου ψεύτικοι, ανεζούσαν αίφνης κ' ελαμπύριζον κ' έπαιζον. Και τότε ενθυμείτο ότι υπάρχει, και ενθυμείτο ότι ζη.
Σήκωσε την πόρτα και είδα την αρχή μιας ελικοειδούς σκάλας· μετά είπε γυρνώντας προς την κυρία, «Κυρία μου, αυτός είναι ο δρόμος που θα σας οδηγήσει στο σημείο που σας είπα.» Η κυρία δεν απάντησε και σιωπηλά κατέβηκε την σκάλα, ακολουθούμενη από τον πρίγκιπα. Στην κορυφή της σκάλας όμως, αυτός με κοίταξε: «ξάδελφέ μου», φώναξε, «Δεν ξέρω πώς να σε ευχαριστήσω για την καλοσύνη σου. Αντίο.»
Όλα είναι σιωπηλά γύρω μου και νομίζω πως τον βλέπω, όπως τις τελευταίες μέρες που είταν ορθός ακόμα, να περπατά στους δρόμους του κήπου κρατώντας με το μικρό, τρυφερό του χέρι το δικό μου και να μιλή αδιάκοπα, ενώ με κοίταζε με τα στοχαστικά παιδικά μάτια του. Και καθώς βυθίζουμαι στην ανάμνηση αυτή, η απελπισία πως δε θα τον ξαναδώ ποτέ μου είναι όσο δε λέγεται πικρή.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν