Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 2 Μαΐου 2025
Ούτω δε εγώ νομίζων ότι μετ' ολίγον θ' αναβή επάνω εις το φέρετρον, του έστελνα πολλά δώρα, διά να συναγωνίζωμαι προς τους αντεραστάς κατά την μεγαλοδωρίαν, και πολλάκις αγρυπνούσα, σκεπτόμενος και υπολογίζων και τακτοποιών τα της κληρονομίας.
Η σύζυγος, ήτις παρεφύλαττεν ήδη εν τη αιθούση, είχε καταληφθή υπό του ύπνου, τόσας νύκτας πλέον αγρυπνούσα και πονούσα, αλλά προς την φωνήν του πρεσβύτου «η σκούναις μου» εξηγέρθη έντρομος και ονειρευομένη, ίσως, τον αγνοούμενον υιόν της, εξήλθεν εις τον εξώστην, ψιθυρίζουσα, ως ημικοιμωμένη: — Παιδάκι μου, καλώς ήλθες! Αλλ' εκεί ανεμνήσθη αίφνης, ότι εκάθητο ο καπετάν Τσούρμας ο Παπαργυρός.
Ενώ δε κάποτε αγρυπνούσα με τοιαύτας σκέψεις, απεφάσισα να υπάγω εις την Βαβυλώνα και να παρακαλέσω κανένα εκ των μάγων μαθητών και διαδόχων του Ζωροάστρου, περί των οποίων είχα ακούσει να λέγεται ότι με επωδάς και διαφόρους μαγείας δύνανται ν' ανοίξουν τας πύλας του Άδου, να κατεβάζουν οποίον θέλουν και να τον ανεβάζουν πάλιν οπίσω.
Κοιμόμουνα ντυμένος στο κρεβάτι κοντά στην Έλσα, που δε θα ξυπνούσε ποτέ πια, και καθόμουνα κι αγρυπνούσα μόνος για να ησυχάζη η νοσοκόμα και για να μπορώ να κρατήσω την ανάμνηση από τις λίγες ώρες, που δεν είτανε κανένας άλλος από τους δυο μας μέσα στην κάμαρα του θανάτου.
Ότε δε προ ενός και ημίσεος έτους ευοίωνα τινα αλλ' απατηλά δυστυχώς σημεία υπέδειξαν, ότι επρόκειτο να εξαναστή το Ελληνικόν, και οι άνδρες ωπλίζοντο και εβάδιζον προς τα σύνορα, ημείς δε αι γυναίκες, υπακούοντες εις το ευγενές φώνημα της ελληνικής μας βασιλίσσης, ερράπτομεν χιτώνας και εξαίναμεν μοτόν διά τους μέλλοντας τραυματίας του νέου ιερού αγώνος, η χήρα του Οδυσσέως ησθάνθη και πάλιν την γηραιάν της καρδίαν θερμαινομένην· εμνήσθη ημερών αρχαίων, ενθυμήθη την υπό τον ζυγόν πατρίδα της, ωνειρεύθη την σοβαράν μορφήν του απαγχονισθέντος ήρωός της, και έμεινε νύκτας πολλάς αγρυπνούσα υπό το αμυδρόν φως της διψώσης λυχνίας της, ίνα . . . ξαίνη μοτόν δ ι ά τ α π α λ λ η κ ά ρ ι α!
Μόνο και μοναχά τη νύχτα κάποτε σαν αγρυπνούσα, άκουγα το ζεμπερέκι να χτυπάη κρα... κρα .. σα να ήθελε ν' ανοίξη την πόρτα. — Καλώς τον!.. καλώς τον!.. του φώναζα εγώ από μέσα. Μα στη φωνή έπαυε αμέσως το ζεμπερέκι σα να ήταν κλέφτης κ' έφευγε μην τον πιάσουμε.
Επί πολλάς νύκτας η Φραγκογιαννού δεν είχε δώσει ύπνον εις τους οφθαλμούς της, ουδέ εις τα βλέφαρά της νυσταγμόν, αγρυπνούσα πλησίον του μικρού πλάσματος, το οποίον ουδ' εφαντάζετο ποίους κόπους επροξένει εις τους άλλους, ουδέ πόσα βάσανα έμελλε να υποφέρη, εάν επέζη, και αυτό.
Ασθενή και πάσχοντα η μήτηρ σας εφρόντισε να σας θεραπεύση, νύκτας ολοκλήρους αγρυπνούσα εις το προσκέφαλόν σας, με την μίαν χείρα το ιατρικόν κρατούσα, και με την άλλην τα σιωπηλά της δάκρυα σπογγίζουσα. Κλονιζόμενα επί των αδυνάτων ποδών σας αυτή σας υπεστήριξε, και σας ενεθάρρυνεν εις τα πρώτα αβέβαια βήματά σας.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν