Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Ιουνίου 2025


Η είδηση τίποτα δεν έγραφε κι' ο Ρένας σκέφτηκεν ότι οι εφημερίδες του μέλλοντος δε θα έχουνε τις ατέλειες των τωρινών. Οι ώρες περνούσαν άεργες και παράξενες μέσα στο καράβι.

Ο Ρένας τον άρπαξεν από τον ώμο όπως αρπάζουνε τον ένοχο πάνω στη σκηνή. — Στέκεται στα πόδια του ο κόσμος; — Ου! Καλά. — Οι άνθρωποι; Οι γυναίκες; Οι γυναίκες προ πάντων! — Ναι και οι γυναίκες. — Και είναι ώμορφες ε; Πολύ ώμορφες; — Ώμορφες, λέει; Γιατί, δεν τις ξέρεις; — Τώρα πεια!

Του τώπε με κάποια κακία, μα ο Ρένας δε στενοχωρήθηκε γιατί ήξερεν όλους τους ναύτες κακούς από τη δυστυχία τους και τον ένα χειρότερο από τον άλλο,. Τριγύρω του τα πράγματα και τα πρόσωπα είχαν χάσει το πρώτο τους σοβαρό κι' αλλοιώτικο ύφος.

Ένας ναύτης γραφέας συνάδελφός του στο ίδιο γραφείο, τον έπιασε ψηλά από το μπράτσο και τούπε: — Η σάλπιγγα χτύπησε πληρωμή των ανθρώπων που ανθράκεψαν. Έλα να μας βοηθήσεις στη δουλειά. — Αυτό είνε δικός σας λογαριασμός, απάντησεν ο Ρένας. Οι τιμωρημένοι με φυλάκιση δε δουλεύουνε. Η σάλπιγγα περιγύριζεν ακόμα το καράβι και φώναζε.

Παχειά μυρουδιά από κουνουπίδι γέμιζε τον γύρω αέρα, χωνότανε στη μύτη και στο στόμα, και μούσκευεν ακόμα το πρόσωπο και τα ρούχα. — Δε σου φαίνεται...; είπεν ο Ρένας. — Δε μου φαίνεται, διάκοψε κείνος, νομίζοντας ότι κι' αυτό αποτελούσε κάποιαν εξυπνάδα. — Άκουσε λοιπόν, κακομοίρη.

Ένα άσπρο πουλί πέρασεν από πάνω ψηλά. Λογάριασεν ότι ήτανε πιο κοντά του παρά στο βουνό.,, Στο βουνό φωτισμένο κόκκινο από τον ήλιον υπήρχε δυνατή η έννοια της χαράς. Ήτανε δύσκολο όταν το κύτταζε κανένας κάναι λυπημένος. — Ο ήλιος Θεός του φωτός είναι ο μόνος αληθινός Θεός της χαράς, συμπέρανεν ο Ρένας. Το γέλιο είναι το μάζεμα του φωτός στα χείλια. Και η νύχτα δε γελά γιατί δεν έχει φως.,,

Καμιά. — Σωστά. Η τεμπελιά κατεβάζει σοφία. — Ναι όλοι οι αρχαίοι φιλόσοφοι ήτανε κλασσικοί τεμπέληδες. Ο φορτωμένος με το βάρος του σχοινιού ναύτης έφυγε φωνάζοντας: «Ε, ίσαααα! μπρόοοοςκι' ο Ρένας στο μισοσκόταδο του υποφράγματος αισθάνθηκε κάτι σαν υγρασία. Τινάχθηκε λίγο λέγοντας: — Μπα! Είναι η δυσαρέσκεια που φέρνει το σίδερο και το σκοτάδι του υποφράγματος.

Τώρα που θα μπείτε στο καράβι θα τα βρείτε καλλίτερα. Πάνω στο κατάστρωμα του καραβιού του οι δίοποι κι' οι υπαξιωματικοί αεικίνητοι, βάρβαροι στις φωνές και στις κίνησες, περνούσαν απ' όλα τα μέρη του καραβιού διατάζοντας, φωνάζοντας, χειρονομόντας. Κάποιος αμούστακος ακόμη αξιωματικός μιλούσε με αυστηρότατο τόνο σ' ένα γέρο αρχικελευστή. Ο Ρένας σκέφτηκε: — Αν γινόμουνα έξαφνα ένας γλάρος!

Τις ώρες της αυγής αργοξυπνούσεν η στεριά, κι' ενώ τα χρώματα στον ορίζοντα τινάζονταν μαντεύοντας το φως που ερχόταν, αυτή επίμενε στον ύπνο της και διατηρούσε το σκοτάδι της σαν κακόν εφιάλτη πολύ πιο ύστερα από το γενικό ξύπνημα. Ο Ρένας ο ναύτης κύτταζεν ολοένα σκαρφαλωμένος στο π η γ α ί ο του μεγάλου ταχυβόλου.

Ο πανθεϊσμός έβαζε και στο παραμικρό τη σφραγίδα του. Ύστερα ο Ρένας άρχισε να μη γνωρίζει τον πρώτο του εαυτό. — Βέβαια, σκέφθηκε κάποτε, γυρεύοντας μιαν όποια δήποτε λύση, πρέπει νάμαι το αποτέλεσμα κάποιας περασμένης εποχής, και γι' αυτό η ίδια θάλασσα, τα ίδια καράβια, τα ίδια βουνά, δε μοιάζουνε διόλου με τον εαυτό τους.

Λέξη Της Ημέρας

προφητεύσω·

Άλλοι Ψάχνουν