Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 14 Μαΐου 2025


Αν και κάθε δειλινό έβγαινε στ' αγνάντια η κάκω η Μήτραινα, για να ιδή το παιδί της νάρχεται, όμως ούτε φαγί ετοίμαζε, ούτε την πρόκοβα έστρωνε, ούτε τη σκύλλα έδενε στην κρικέλλα, για να μην αληχτάη τους χωριανούς. Μόνο την παραμονή του Άη-Γιαννιού έκανε αυτή τη δουλειά.

Τότε η κάκω η Μήτραινα την έβγαλε από τη φωτιά, την απόθεκε ψηλά στο πεζούλι της στιας, κι' ύστερα έκανε το σταυρό της μπροστά στο εικόνισμα, παρακαλώντας την Κυρά την Παναγιά και τον ΆηΓιάννη να της φέρουν το παιδί της γερό και καλά από τα Ξένα, πήρε την τσέργα της, χάλασε και σκέπασε τη φωτιά, έσβησε το λυχνάρι, και πλάγιασε ψηλά στην πρόκοβα της τη νυφιάτικη, για να κοιμηθή, γιατί είταν περασμένη η ώρα.

ΣΗΜΕΡΑ τα Φώτα, το δειλινό της παραμονής του Άη-Γιαννιού, η κάκω η Μήτραινα, σαν όλες της παραμονές του Άη-Γιαννιού, έσφαξε μια παχειά και μεγάλη κόττα, από τες δέκα-δώδεκα κοττούλες, που είχε στην πλατύχωρη αυλή της, τη ζεμάτησε, τη μάδησε, και την έβαλε να βράση ακέρια, μέσα σ' ένα κακκάβι, συγύρισε το σπιτοκάλυβό της, έστρωσε στην κορφή της παραστιάς τη νυφιάτικη την προκόβα της, έδεσε τη γκρινιάρα της τη σκύλλα στην κρικέλλα, και περίμενε, σαν όλες τες παραμονές του Άη-Γιαννιού, νάρθη ο ξενιτεμένος της ο Γιάννης, ξημερόνοντας του Άη-Γιαννιού.

— «Εσύ, Βασίλαινα να ζυμώ'ης καθάριο και να φκιά'ης πρόσφορα.. Να φκιά'ης και πήττα!... Τα παιδιά όλα τα προσέχω εγώ.. Σηκωθήτε όλοι και στες δουλειές σας! Έδωκε ο Θεός τη μέρα του.... τι περιμένετε»; — «Ξιουουουού!.. παλιόκοττες που να σας μάση ο μπούφος! μου λερώνετε την πρόκοβα! Ξιουουουού»!

Το είχε κομποδεμένο εκείνη την ημέρα, ότι θάρχονταν ο Γιάννης της, χωρίς άλλο, ξημερόνοντας η γιορτή του, κι' από την παραμονή, χωρίς να βγη καθόλου στ' αγνάντια, έσφαζε την παχύτερη της την κόττα, τη ζεματούσε, τη μαδούσε, και την έβανε να βράση, σκούπιζε το σπίτι καλά καλά, έστρωνε την πρόκοβα της τη νυφιάτικη στην κορφή κι' έδενε την σκύλλα στην κρικέλλα, για νάνε όλα έτοιμα το πρωί, και να μην έχη άλλη δουλειά, παρά να πάη μόνο στην εκκλησιά, κι' ούδ' άλλο, κι' ούδ' άλλο.

Στην στιγμή έτρεξαν κι' οι γειτόνοι, σήκωσαν τον ξένο στα χέρια και τον έβαλαν ψηλά στην προκόβα, πούχε στρωμένη η Κώσταινα, και τον σκέπασαν με την καινούργια την στέργα, ενώ ο προύχοντας, νομίζοντας ότι προσβάλλονταν η φιλοτιμία του, επέμενε να σηκώσουν τον άρρωστο και να τον πάνε στο σπίτι του, γιατί είταν προσκαλεσμένος του, και να μη τον αφήση να κοιταστή σε άλλο σπίτι, και μάλιστα στης φτωχότερης και της ορφανώτερης του χωριού, αλλ' η Κώσταινα δεν έστρεγε, και του είπε με μύτη: — Εδώ πώπεσε, αφέντη, ο άνθρωπος, εδώ και θα μείνη, κι' αν είμαι φτωχή, ο άντρας μ' να ζήσ'... ποιος ξέρ':..

Άμα είδε αυτό η Κώσταινα, με γληγοράδα ζαρκαδιού μπήκε μέσα στο σπίτι της, για να στρώση κατά γης την καλή της την πρόκοβα και να ρίξη το πλουμισμένο προσκέφαλο. Ο προύχοντας κοντοστάθηκε λίγο στην αυλή, και θεώρησε ανάγκη να δικαιολογήση την επίσκεψη αυτή: — Ας σταθούμε, του είπε, μια στιγμή σ' αυτή τη φτωχή.

Τι λέγαμε στην αρχή;... Α! λέγαμε ότι η κάκω η Μήτραινα έσφαξε την πλειο παχειά της κόττα, τη ζεμάτησε τη μάδησε και την έβαλε να βράση ακέρια, σιγύρισε το σπιτοκάλυβό της, έστρωσε στην κορφή της παραστιάς την πρόκοβα της τη νυφιάτικη, έδεσε στην κρικέλλα τη σκύλλα της και περίμενε να ξημερώση του ΆηΓιαννιού, για νάρθη ο ξενιτεμένος της....

Λέξη Της Ημέρας

μεταβατική

Άλλοι Ψάχνουν