Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 6 Μαΐου 2025


Βρε, παιδιά, είπεν ακολούθως ο ναύκληρος. Ποιος ξέρει το Χριστός Γεννάται; Νά, τώρα, που μας χρειάζεται και ο καπετάν- Φαφάνας, καλή του ώρα. Αυτός κάπου 'δω θα φέρνη γύρω,

Αφ' ού λοιπόν αυτός είπε ταύτα, ο Κρίτων είπεν· Έστω, ω Σώκρατες. Τι δε παραγγέλλεις εις τούτους ή εις εμέ, ή διά τα παιδία σου ή διά κανέν άλλο πράγμα, το οποίον ημπορούμεν να κάμωμεν διά σε, διά να σ' ευχαριστήσωμεν;

Ταύτα ήκουσα περί του τρόπου δι' ου ανετράφησαν τα παιδία. Έμαθον προσέτι και άλλα συνομιλών εις την Μέμφιν μετά των ιερέων του Ηφαίστου, και έπειτα εις τας Θήβας, και ακολούθως εις την Ηλιούπολιν όπου μετέβην επίτηδες θέλων να μάθω εάν αι παραδόσεις εν τη πόλει ταύτη συμφωνούσι με τας της Μέμφιδος, διότι οι Ηλιοπολίται φημίζονται ότι είναι μάλλον λόγιοι όλων των Αιγυπτίων.

Αλλ' έως ου καλοκκυτάξουν όλοι την θάλασσαν, ήρχισεν ένα δυνατό αεράκι να σφυρίζη από μέρος του σιρόκου με όλα τα προμηνύματα μιας τρικυμίας, τα οποία ως αναφρικιάσεις έφθαναν έως εις την ακτήν Σαγανάκια μαύρα και ύποπτα. — Την τράτα με όλα τα παιδιά! Διατάσσει τότε ο καπετάν Γιάννης· και αμέσως ευρέθη από το δείπνον προς την θάλασσαν.

Ξέρει καλά πως τ' όνειρο δεν είνε πολύ μακρυά απ' την αλήθεια. Τα πράματα της γενιάς του πάνε και πάνε απ' το κακό στο χειρότερο. Εδώ κ' ένα μήνα σκοτώθηκε ο πρωτότοκός του απάνω στο φαγοπότι. Τ' άλλα του παιδιά σερνικοθήλυκα, βγήκαν του σκοινιού και του παλουκιού. Δεν ήταν και λίγα· κάπου δεκαφτά. Κανένα όμως δεν άξιζε. Χαροκόποι, σπάταλοι, μεθυστάδες, αφιλότιμοι τα σερνικά.

Κ' έτσι τα παιδιά, που κατοικούσαν εδώ, έπρεπε να γκρεμίσουν τα σπίτια τους και να φέρουν τα υλικά σ' άλλο νησί, όπου κάποιος πλούσιος συγκινήθηκε και τους έδωσε τόπο να χτίσουνε νέα σπίτια. Μα όταν είχε φορτωθεί κ' η τελευταία βάρκα κ' είταν έτοιμη να φύγη, έπιασε και το νέον η μανία και με το δικαίωμα, που είχε κι αυτός, άρπαξε το πελέκι.

Εκείνο όμως το οποίον πιθανόν να αισθάνθηκαν οι ερασταί μόλις επλησίασαν τα παιδία, δεν γνωρίζω, αλλ' ως προς εμέ δύναμαι να σας βεβαιώσω ότι εταράχθην διότι παντού και πάντοτε όταν βλέπω και νέους και ωραίους συγχρόνως, τι να σας πω, πολύ συγκινούμαι.

Ω φωνάζουν όλα αντάμα Τα Ψαράκια, ω! τι θιάμα Σπίτια, δέντρα, όλα ένα 185 Νάτα καταποντισμένα. Φόβου τόπος πλιο δε μένει· Πέλαγος η οικουμένη· Ήρθε ήρθε ο καιρός μας. Είναι ο κόσμος εδικός μας. 190 Τι λες, Μάνα, είναι χρεία Να 'χομε άλλην υποψία; Μάλιστα, παιδιά μου, τώρα, Να φοβάστε είναι ώρα.

Βγήκαν κ' οι λιγερές κ' οι γυναίκες στα πηγάδια, το πήραν απάνω τους τα παιδιά, ξανάναψαν οι φούρνοι, και μέσα στο ξεθάρρεμα του χωριού, αγροικιώνταν κάπου κ' η φωνή κανενός στρατιώτη: — Κότα πήττα, σταυρομάννα, θέλει η καρδούλα μου, κότα πήττα!... Μπήκαμε κ' εμείς στου κυρ πάρεδρου το σπίτι.

ΙΩΝ Ποιά μάννα μ' έδωκεεσέ; ΞΟΥΘΟΣ Να σου το ειπώ δεν ξέρω. ΙΩΝ Ούτε ο Φοίβος το είπε αυτό; ΞΟΥΘΟΣ Απ' την πολλή χαρά μου δεν τον ερώτησα. ΙΩΝ Και πως; από τη γη γεννήθηκα; ΞΟΥΘΟΣ Το χώμα δεν γεννά παιδιά; ΙΩΝ Πώς είμ' εγώ δικός σου; ΞΟΥΘΟΣ Δεν ξέρω. Τον θεόν γι' αυτό θα τον ρωτήσω πάλι. ΙΩΝ Ας πούμε γι' άλλα πράματα. ΞΟΥΘΟΣ Αυτά είνε τα πειό καλά, παιδί μου.

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν