Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Ιουνίου 2025


Αλλ' η Τασιούλαινα τ' άκουγε όλα αυτά τα πράγματα και τίποτε δεν πίστευε και μόνη της παρηγοριά είχε το παιδάκι της, που μεγάλονε ημέρα με την ημέρα, και μόνον τα Χριστούγεννα, τ' Άη- Βασιλειού, τη Λαμπρή και τ' Άη-Γεωργίου θυμώνταν πως είταν παντρεμμένη και είχε άντρα στην Ξενιτειά. Ενώ η μάννα και το παιδί κοιμώνταν στου πόνου το προσκεφάλι, ένας γουνοφορεμένος ξένος μπήκε καβάλλα στην αυλή.

Δεν βλέπεις τα ρούχα; Η γυνή ουδ' έλαβε τον κόπον να παρατηρήση μετά προσοχής τα ενδύματα, αν ήσαν τα εδικά της. Και αν υπήρχεν ομοιότης ή διαφορά, δεν ήτο ικανή, παραφερομένη υπό του θυμού, να εξακριβώση τούτο. Τέλος τα φαινόμενα έπειθαν αυτήν να επαναλαμβάνη·Μπράβο, κυρά γυφτοπούλα, είσαι και τέτοια; Ποιος το πίστευε; — Όχι, έλεγεν η Αϊμά, όχι. Αυτά τα ρούχα είνε εδικά μου.

Αλλά, αν δεν υπάρχη κανέν εμπόδιον εις τον Μέγιλλον, πίστευε ότι το κατ' εμέ όσον είναι δυνατόν είμαι σύμφωνος μαζί σου. Πολύ καλά ομιλείς. Και εγώ βεβαίως είμαι σύμφωνος. Καλά είπατε και οι δύο. Λοιπόν ας δοκιμάσωμεν πρώτον με την συζήτησιν να ιδρύσωμεν την πόλιν.

Άλλες πάλε έλεγαν άλλα, σε τρόπο, που μπορούσε κανένας να πιστέψηαν πίστευε τα γυναικίσια λόγιαότι το ίσκιωμα εκείνο είταν χίλιων λογιών, και ότι είταν ο ίδιος ο Ζερζεβούλης.

Και σκέφτηκε μόλις τελειώση τα βιβλία του Αριστόδημου να τραβήξη για το σπίτι της Ελπίδας. Ήξερε πως εκεί δε θα βρη ούτε βιβλία ούτε χερόγραφα. Μα πίστευε πως η κόρη με την ανοιχτή καρδιά της θα τον γνώριζε άσφαλτα με την ψυχή των Ευμορφόπουλων. Όχι του περασμένου καιρού τους Ευμορφόπουλους παρά τους τωρινούς.

Με έναν δρόμο τόσο επίπεδο και ήσυχο μπορεί κανείς να γυρίσει τον κόσμο σε μια μέρα. Ναι, η θεία Νοέμι έμεινε με το στόμα ανοιχτό όταν με είδε. Σίγουρα δεν με περίμενε και ίσως πίστευε ότι λάθεψα πόρταΚάθε λέξη του και η ξενική του προφορά έκαναν την καρδιά της Γκριζέντα να σκιρτάει.

Η απάντησή μου έφερε σαμηχανία τη μητέρα μου, που σαν όλες οι γυναίκες, πίστευε τα όνειρα. — Είδες το αληθινά αυτό το όνειρο; — Τώδα, σου λέω. — Μα σούπε κ' η Παναγία πως άνε πηαίνης στση Βαγγελιάς δεν είνε φόβος να πάρης το χτικιό; Είπε σου το αυτό; — Δε μου τώπε. — Μα σου το λέω 'γώ κιαυτό φοβούμαι. Μαγάρι να γιάνη η κακομοίρα η Βαγγελιά. Ο Θεός το κατέει άνεν το θέλω.

Όταν σου ομιλούν περί γυναικός πανούργου, πίστευε, χωρίς να την ίδης, ότι δεν είνε πλέον ωραία. Υπάρχει και κάτι χειρότερον από το σκότος των οφθαλμών· το μίσος, σκότος της ψυχής. Όταν ίδης άνθρωπον, αρχίζοντα να επιδεικνύη την αξίαν του, μη δίδης πλέον προσοχήν εις αυτόν· την έχασε.

Ακόμη και η γυναίκα φοβήθηκε από την ερημιά και τον ξαφνικό θάνατο. Έβαλε τα κουτιά επάνω στο κεφάλι της και είπε: «Πρέπει να φύγω. Θα ειδοποιήσω το γιατρό στο ΝούοροΚι έτσι ο Έφις απόμεινε μόνος, ανάμεσα στον ετοιμοθάνατο και στον τυφλό. «Ο σύντροφός μου υπόφερε από καρδιά», έλεγε ο ζητιάνος. «Τις τελευταίες ημέρες ήταν άρρωστος, αλλά κανείς δεν το πίστευε.

Όνειρο γύρεψες, κι όνειρο σου φέρνω, εσένα που, αν τα πίστευε τα λόγια σου εκείνος που μ' έστειλε, θα σε γκρέμιζε ίσια στη Κόλαση, να ταγίζης δαιμόνους με τη χολή σου. Μην ταπλώνης τα χέρια σου. Να καθαριστούνε πρώτα αυτά τα χέρια με τάγιο μύρο του μαρτυρίου. Κοιτάζεις την όψη μου, κι ο νους σου λαφροπετάει στην καταφρονεμένη σου την αγάπη, που την έχεις ιερώτερη κι απόνα μαρτύριο.

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν