Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 27 Μαΐου 2025


ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ, εισερχόμενος. 'Σάν την φωνήν μου φαίνεται του πάτερ Ιωάννου. Καλώς 'τον απ' την Μάντουαν! Τι λέγει ο Ρωμαίος; Αν σ' έδωσε απόκρισιν γραμμένην, δος το γράμμα.

Κατοίκησε ‘ς την Μάντουαν· και με τον άνθρωπόν σου έχω την έννοιαν μου εγώ ειδήσεις να σου στέλνω, ευθύς που τίποτε συμβή εδώ διά καλόν σου. Δος μου το χέρι· είν' αργά· καλήν σου νύκτα. Φύγε. ΡΩΜΑΙΟΣ Αν δεν μ' επρόσμενεν αλλού τέτοια χαρά μεγάλη, θα ήτο λύπη μου βαρειά ο χωρισμός σου, πάτερ. Ώρα καλή. Θάλαμος εν τη οικία του Καπουλέτου.

Ποιος άλλος; και ο Πάρης! και βουτημένος στ’ αίματα! Τι ώρα ωργισμένη, τι θρήνος!... Ω! εσάλευσεν η Ιουλιέτα. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Πάτερ, ω πάτερ μου παρήγορε, ο άνδρας μου πώς είναι; Το ενθυμούμαι καθαρά πού έπρεπε να ήμαι· ηξεύρω πού ευρίσκομαι. Πού είναι ο Ρωμαίος; ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Ακούω κρότον. — Κόρη μου, να φύγης και φωληάζει εδώ αρρώστια, θάνατος, και ύπνος χωρίς τέλος.

Τοιαύτη είνε η κατάστασις της συζύγου σου, πάτερ, και αναγκάζομαι να σου είπω ότι ουδέποτε θα βελτιωθή και αν μυριάκις πίη το φάρμακον• διά τούτο είνε περιττόν και να επιχειρήσω, εκτός αν μόνον με εξαναγκάζης διά ναποτύχω και δυσφημισθώ. Άφησε με να με ζηλεύουν οι ομότεχνοι. Εάν δε με αποκηρύξης πάλιν, εγώ καίτοι θα μείνω έρημος, δεν θα τρέφω εναντίον σου καμμίαν έχθραν.

Αλλοίμονον, πάτερ, τοιαύτα ήσαν και της προηγουμένης σου παραφροσύνης τα προοίμια. Λόγος πρώτος Μας έπεμψεν, ω Δελφοί, ο ημέτερος ηγεμών Φάλαρις να φέρωμεν προς τον θεόν τούτον τον ταύρον και να δώσωμεν προς υμάς εξηγήσεις και περί αυτού και διά την προσφοράν του• ο σκοπός λοιπόν της αφίξεώς μας είναι ούτος και εκείνα δε τα οποία θέλει να σας ανακοινώσωμεν ο Φάλαρις είναι τα εξής.

ΡΩΜΑΙΟΣ Εξορίαν! Λυπήσου με, και πρόφερε θανάτου καταδίκην! Μου είναι κι’ από θάνατον πλέον φρικτή και μαύρη η εξορία! Πάτερ μου, μη λέγης εξορίαν. ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Εξορισμένος απ' εδώ, απ' την Βερώναν, είσαι. Υπομονή, υπομονή! Μεγάλος είν' ο κόσμος. ΡΩΜΑΙΟΣ Κόσμον δεν έχει δι’ εμέ απ' την Βερώναν έξω· δεν έχει παρά κόλασιν, και βάσανα και θρήνον!

Πάτερ μου, ηρώτησε τέλος ο εργάτης, ποίος είναι αυτός ο προδότης; Ο Χίλων εχαμήλωσε την κεφαλήν. «Ποίος ήτο εκείνος ο προδότης!

Ου, παιδί μου! έκαμεν ο άγιος· εκείνος είνε ο πάτερ Χαράλαμπος, που στον καιρό του μισόκαλου Σεβήρου είδε κ' έπαθε για τον αφέντη το Χριστό μας! — Μπα! είπε με αμφιβολία ο ναύκληρος· περισσότερα έκαμες του λόγου σου.

ΙΟΥΛΙΕΤΑ Μ' έδωσες πολλήν παρηγορίαν. Πήγαινε μέσα να ειπής, πως είμαι λυπημένη διότι τον πατέρα μου παρώργισα, και ότι πηγαίνω τώρα ‘ς το κελλί του πάτερ Λαυρεντίου να 'πώ ταις αμαρτίαις μου και άφεσιν να λάβω. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Μετά χαράς θα το ειπώ. Τι φρόνιμα που κάμνεις. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Κατηραμένε πειρασμέ! Παληόγρηα αχρεία!

Εν αυτοίς δίεκρίνοντο ο Πάτερ Ματθαίος, εκ του στόματος του οποίου εξήρχοντο σκώληκες διά την υπερβολικήν νηστείαν· ο Αθανάσιος, όστις ουδέποτε ένιψε το πρόσωπον ή τους πόδας του ουδ’ έφαγε μαγειρευμένον φαγητόν, διότι οσάκις έβλεπε το πρόσκαιρον πυρ του μαγειρείου ενθυμείτο το άσβεστον πυρ της Κολάσεως, και ο Μελέτιος του οποίου το σώμα εκαλύπτετο από έλκους πονηρού ως του Ιώβ.

Λέξη Της Ημέρας

αργογλιστρά

Άλλοι Ψάχνουν