United States or Chad ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αποστόλων έψαλα το «Σε την υπερένδοξον νύμφην», και το «Ο Χριστοκήρυξ Σταυρού καύχημα φέρων, σε την πολυέραστον θείαν ηγάπησεν». Και της Μεταμορφώσεως έψαλα το «Προ του Σταυρού σου, Κύριε, όρος ουρανόν εμιμείτο». Και εις μνήμην της Παναγίας έψαλα τα θεσπέσια εκείνα κελαδήματα, το «Πεποικιλμένη» και το «Νενίκηνται», και το «Συνέστειλε χορός των Αποστόλων το θεοδόχον σώμα σου· εις ουρανίους θαλάμους προς τον υιόν χαιρετώσα». Και εις την αποτομήν του Προδρόμου έψαλα το «Φρίττουσι πάθη των βροτών» και τόσα άλλα.

Ο Καίσαρ, όστις από τινος είχεν εγκαταλείψει τον εξώστην, εφάνη αιφνιδίως επί της ανθοσπαρμένης κονίστρας, ενδεδυμένος πορφύραν και με χρυσούν στέφανον. Δώδεκα αοιδοί τον ηκολούθουν ωπλισμένοι με κιθάρας. Εκείνος με αργυράν βάρβιτον εις την χείρα, εγερθείς επροχώρησε με βήμα επίσημον μέχρι του κέντρου, εχαιρέτισεν επανειλημμένως και ύψωσε τους οφθαλμούς προς τον ουρανόν.

Ο δε Ζευς ακροώμενος και εξετάζων ακριβώς πάσαν ευχήν δεν υπέσχετο τα πάντα, αλλ' έτερον μεν έδωκε πατήρ, έτερον δε ανένευσε, τας μεν δικαίας ευχάς έσυρεν άνω του στομίου και τας ετοποθέτει δεξιά του, τας δε παρανόμους απέπεμπεν απράκτους, τας εφύσα προς τα κάτω και ούτε να πλησιάσουν προς τον ουρανόν τας άφηνε.

Το σκάφος ημών πλέει πλησίστιον προς τον λιμένα, ο δ' άνεμος επιπνέει ούριος. Άρα λοιπόν, εκμανήτε, ω θύελλαι και πληρώσατε τρόμου και φρίκης τον αίθριον ουρανόν». Τοιαύτη η λογική της Λαίδης Μάκβεθ.

Ο Βινίκιος δεν ήθελε να επιστρέψη εις την κατοικίαν του. Εκάθισεν επί τινος λίθου αναμένων την επιστολήν. Ο ήλιος είχεν ήδη ανέλθη πολύ υψηλά εις τον ουρανόν και η Αγορά επληρούτο κόσμου από του Αργεντινού Λόφου. Θόρυβος ηγέρθη αιφνηδίως πλησίον του μέρους, εις ο είχε καθήσει ο Τριβούνος.

Είτα είδε τον απαίσιον εκείνον άνθρωπον ιστάμενον ενώπιον του όρθιον, με εσταυρωμένας τας χείρας υψούντα προς τον ουρανόν το βλέμμα, ως να απήγγελλε δέησιν... δέησιν υπέρ της ψυχής του θύματος, όπερ είχε προπέμψει αρτίως εις την αιωνιότητα. Έστρεφε δε τα νώτα προς τον Βράγγην.

Οι αστέρες ωχρίων εις τον ουρανόν και αι πυραί εσβύνοντο επί της γης, ότε ο κώδων ηνάγκασε τους οινοβαρείς και νυστάζοντας συμπότας ν' αφήσωσι τον χορόν ή τον πίθον, ίνα δράμωσιν εις τον όρθρον.

Τότε ο βασιλεύς, που ήτον εκεί σκεπασμένος, με μίαν επιτηδείαν υπόκρισιν εσχημάτισε την φωνήν του αράπη, και της λέγει· «Δεν ευρίσκεται δύναμις και εξουσία, παρά εις τον ουρανόν». Εις τοιούτους λόγους η μάγισσα μη όντας συνηθισμένη, εφώναξε μεγαλοφώνως από την χαράν της, και λέγει του· είσαι συ, ω φως μου και παρηγορία μου, που μου ομιλείς, ή με απατά η ακοή μου; Λέγει της ο βασιλεύς με την ιδίαν πλαστήν φωνήν· συ δεν είσαι αξία διά να σου ομιλήσω, διότι από ιδικήν σου αιτίαν εγώ ευρίσκομαι αθεράπευτος τόσον καιρόν, εάν δεν ετυραννούσες τόσον τον άνδρα σου, που από τας θλιβεράς του φωνάς δεν δύναμαι να κοιμηθώ ούτε ημέραν ούτε νύκτα· και αν συ τον ελευθέρωνες από την μαγικήν ενέργειαν, που τον εμεταμόρφωσες εις μάρμαρον, εγώ έως τώρα είχα θεραπευθή και είχα αναλάβει την ομιλίαν μου.

Εις ουρανόν ατενίζομεν τότε μόνον όταν δεν έχωμεν τι να κάμωμεν ή να ελπίσωμεν επί της γης, τας δε αγίας εικόνας ασπαζόμεθα, οσάκις δεν έχωμεν άλλο τι ν' ασπασθώμεν.

Ανύψωσεν είτα προς ουρανόν μεμψίμοιρον βλέμμα, αλλ' ουδεμία εκ των εκεί αγίων κατέβη να προσφέρη εις αυτόν τα χείλη της προς παρηγορίαν, ως ο Βάκχος εις την Αριάδνην^ έπειτα ο Φρουμέντιος δεν ήτο γυνή, και τις οίδεν αν, εις ην ευρίσκετο διάθεσιν, δεν ήθελεν αγροίκως απωθήσει και αυτήν την Αγ. Θαΐδα ή την ξανθήν Μαγδαληνήν; Ότε ενύκτωσεν, επέστρεψε και πάλιν εις το σπήλαιον.