Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 20 Ιουλίου 2025


Κατέβη ούτω προς την οδόν Πατησίων, εσταμάτησεν ολίγον προ του πλήθους των διασταυρουμένων αμαξών και της παρερχομένης αμάξης του ιπποσιδηροδρόμου, και μόλις κατώρθωσε να αναγνωρίση πού ευρίσκετο, βλέπων δεξιά του την αμετάβλητον παλαιάν οικίαν του Μαυροκορδάτου, πιεζομένην υπό τον όγκον των πέριξ οικοδομών.

Ο Βινίκιος συνωφρυώθη, είτα δε εξηκολούθησε: Κανείς δεν μας είδεν, όταν εισήλθομεν εις την οικίαν αυτήν, εκτός ενός Έλληνος, όστις είχεν έλθει μαζί μας εις το Οστριανόν. Φέρετέ τον εδώ και θα τον διατάξω να σιωπήση διότι είναι μισθωτός μου. Θα γράψω εις τους οικείους μου ότι απέρχομαι εις Βενεβέντον.

Το νεαρόν πάλιν ζεύγος των συζύγων, ην η μικροτέρα θυγάτηρ της θειά-Ζωίτσας, η καλή Σοφούλα, ην υπάνδρευσεν ο Παπά Ιερεμίας ως καλός πατήρ μετά τινος αγαθού ναύτου εργατικού και δραστηρίου, αρκεσθέντος εις την οικίαν, και μη θελήσαντος να εγγίση την εκκλησιαστικήν άμπελον.

Σωκράτης Πώς λοιπόν είναι δυνατόν να διοικήση καλώς ή πόλιν ή οικίαν ή οτιδήποτε άλλο, εάν δεν γνωρίζη καλώς τους κανόνας της σωφροσύνης και της δικαιοσύνης; Μένων Όχι βέβαια. Σωκράτης Λοιπόν, αν διοικούν σωφρόνως και δικαίως, αναμφιβόλως διά της δικαιοσύνης και σωφροσύνης θα διοικήσουν; Μένων Κατ' ανάγκην. Μένων Είναι προφανές.

Διαμένω εν Κορίνθω, αλλά κατάγομαι εκ της Κω, και εδώ εις την Ρώμην διδάσκω το δόγμα του Χριστού εις μίαν συμπατριώτισσάν μου νεαράν υπηρέτριαν καλουμένην Ευνίκην, ήτις υπηρετεί ως ιματιοφύλαξ εις την οικίαν Πετρωνίου τινός, φίλου του Καίσαρος. Λοιπόν!

Ο Λυδός Κροίσος, όστις ήτο παρών, τους εμέμφθη και συνεβούλευσε τα εναντία. «Ω βασιλεύ, είπεν, από της πρώτης ημέρας σοι είπον ότι επειδή ο Ζευς με παρέδωκεν εις την εξουσίαν σου, θα προσπαθώ όσον το δυνατόν να αποτρέπω τα δυστυχήματα όσα ήθελον ίδει απειλούντα την οικίαν σου. Τα ίδιά μου παθήματα, των οποίων μεγάλη είναι η πικρία, εγένοντο δι' εμέ μαθήματα.

Εγώ; Ηξεύρεις τι με διασκεδάζει ακόμη με την Χρυσόθεμιν; Το ότι με απατά με τον ίδιον απελεύθερόν μου, τον Θεοκλή, πιστεύουσα ότι δεν το ηξεύρω. Και με το φορείον των έφθασαν εις την οικίαν της Χρυσοθέμιδος. Αλλ' εις τον δρόμον ο Πετρώνιος θέσας την χείρα εις τον ώμον του Βινικίου είπε: — Περίμενε . . . Μου φαίνεται ότι εύρον έν μέσον. — Είθε όλοι οι θεοί να σε ανταμείψουν δι' αυτό. — Ναι!

Η νεάνις έπεσεν εις τα γόνατα και κρύπτουσα το πρόσωπόν της εις τον πέπλον της Πομπονίας, έμεινεν επί μακρόν σιωπηλή όταν δε ανηγέρθη, το πρόσωπόν της ήτο γαληνιώτερον: — Πονώ να σε αφήσω, μητέρα μου, να αφήσω τον πατέρα μου και τον αδελφόν μου, αλλ' ηξεύρω ότι η αντίστασις δεν θα ωφελήση εις τίποτε και θα σας κατέστρεφεν όλους, εις την οικίαν όμως του Καίσαρος δεν θα λησμονήσω ποτέ τους λόγους σου.

— Ο βίος είναι γελοίος, και εγώ γελώ, επεκρίθη ο Πετρώνιος, αλλ' εδώ ο γέλως έχει άλλον ήχον. Ούτω συνδιαλεγόμενοι ηγέρθησαν και διέτρεξαν την οικίαν καθ' όλον το μήκος της και έφθασαν εις τον κήπον. Ο Πετρώνιος έρριψε βλέμμα γοργόν επί της Λιγείας.

Μακάρι, άξιος ο μισθός σας, είπε και η θειά τ' Αρετώ. Ο Αγκούτσας δεν ήτο ιδιοκτήτης ποιμνίων, ούτε γεωργός, ούτε καν βοσκός, ούτε οικίαν είχε, ούτε φαμιλιάν. Ήτο πλάνης, άστεγος. Πότε εδούλευε με ημεροκάματον σιμά εις τους κολλήγους, τους καλλιεργητάς, πότε έμβαινε παραγυιός εις τους βοσκούς, διά να φυλάγη τας αίγας.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμβαλλόμεναι

Άλλοι Ψάχνουν