United States or Saudi Arabia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότε ο μικρός Στάμος ευρέθη εις την οικίαν, ήτις ήτο προικώα της μητρός του, μεταξύ μιας μητρυιάς κ' ενός συζύγου της μητρυιάς, παραμητρυιού.

Η πομπή των καλεσμένων, μετά βιολίων και λαγούτων, άγουσα τον κουμπάρον και τον γαμβρόν, κατήλθε μέχρι της οικίας της νύμφης. Ανέβησαν εις την οικίαν ο γαμβρός, ο σύντεκνος, και οι οικείοι· οι πλείστοι επερίμεναν εις τα πρόθυρα της οικίας.

Παρήτησα την θέσιν μου προτείνων ότι θα εκέρδιζα περισσότερα εργαζόμενος διά λογαριασμόν μου, και υπό την πρόφασιν ότι έσταξαν, όταν έβρεχε, δύο ταβάνια, ανεκαίνισα ολόκληρον την οικίαν μου. Τας τοιχογραφίας ανέθεσα εις Ιταλόν πρόσφυγα, ονόματι Ορσάτην, πρώην σκηνογράφον του θεάτρου της Σκάλας.

Οι χωροφύλακες τον κατεζήτουν επί ημέρας, αλλ ουδαμού τον εύρον. Ευθύς τότε μετά τας ερωτήσεις των χωροφυλάκων, εις τας οποίας απήντησεν όπως απήντησεν η Αμέρσα, άμα έφθασεν η μήτηρ εις την οικίαν, ηύρε την κόρην τυλιγμένην εις το πάπλωμα, κάτω νεύουσαν, και πολύ χλωμήν εκ της λιποθυμίας την οποίαν είχε φέρει η ροή του αίματος.

Έως να περάση το μέρος αυτό η Θωμαή, σπεύδουσα μη συναντηθή, τοιαύτην ώραν, με τους ταξειδιώτας, προσέκρουσεν αίφνης επάνω εις μίαν γραίαν, νεοελθούσαν, βαίνουσαν προς την οικίαν της. Ανεγνώρισε την θείαν της, την Αννούσαν, η οποία ήρχετο από τας Αθήνας, οπού ο υιός της ειργάζετο. — Τι κάνεις, Θωμαή μου; — Καλώς ώρσες, θεια! Ανεγνωρίσθησαν. — Χαιρετίσματα από τον Λαλεμήτρον, Θωμαή μου!

Οικίαν, κατά την στενήν έννοιαν της λέξεως, Αυτός δεν είχεν· αλλ' η οικία της οποίας έκαμνε συχνήν χρήσιν φαίνεται να ήτον εκείνη ήτις ανήκεν εις τον κορυφαίον των Αποστόλων Του.

Η λέξις την οποίαν είχε προφέρει αρτίως η μήτηρ της, της επανήλθε πράγματι εις τον νουν, την ώραν καθ' ην, με το τρίτον λάλημα του πετεινού, επέστρεψεν εις την οικίαν, πλησίον της κοιμωμένης μικράς αδελφής της. Αλλ' ήτο άρα αυτή πράγματι «αλαφροΐσκιωτηΑυτή της οποίας τα όνειρα, αι πλάναι, και αι παρακρούσεις πολλάκις συνέβη να σημαίνωσιν, ή να δηλώσι τι, ή ν' αφίνωσι παράδοξον εντύπωσιν.

Η νεάνις ανέπνευσε και ώδευσε προς την οικίαν της, παραπατούσα όμως ακόμη, ως ζαλισμένη κόττα, και βλέπουσα πάντοτε εμπρός της μίαν εικόνα καλήν, τον εύμορφον κορμόν του καπετάν-Μοναχάκη, του σημαδιακού μοναχογυιού του καπετάν-Μαμμή. Πού να τσουρμάρη πλέον ο μοναχογυιός, και πού να φύγη! — Βάλε μια οκά! και βάλε μια οκά!

Πρόσεξε λοιπόν αν είναι δυνατόν και την επιστήμην όταν είναι κτήμα σου να μην την έχης πρόχειρον, αλλά να την έχης καθώς έχει κανείς τα άγρια πουλιά, δηλαδή τας περιστεράς και οτιδήποτε άλλο, αφού τα συλλάβη και κάμη εις την οικίαν του ένα περιστερεώνα και τα τρέφη. Βεβαίως θα ειπούμεν κάπως ότι αυτός τα έχει διαρκώς, και ακριβώς ότι είναι κτήμα του. Θεαίτητος. Μάλιστα. Σωκράτης.

Διά τούτο λίαν πρωί εξήλθεν εις την αγοράν, επρομηθεύθη οπώρας, ορεκτικά τραγήματα, άρτον ιδίως πολύν και οίνον έτι πλείονα, και αφού παρήγγειλεν εις το Σολωνείον τα απαιτούμενα γλυκύσματα και δροσιστικά, μη λησμονήσας και τα παγωτάήθελε, βλέπετε, να φιλεύση μεγαλοπρεπώς τους προσκεκλημένους του, — επανέκαμψεν εις την οικίαν του, άγων κατόπιν αυτού δύο εκ των τροφίμων της σχολής των απόρων παίδων, κομίζοντας πλήρεις τους καλάθους αυτών.