Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Μαΐου 2025
Είπον Έρωτος προ μικρού, ωνόμασα δηλαδή τον μέχρι τούδε και εις τον αναγνώστην μου άγνωστον εραστήν της ηρωίδος μου, διότι καιρός είνε πλέον να γνωσθή ό,τι και εκείνη μετ' ολίγον θα μάθη.
Τοιαύτη ήτο η κόρη του Ικαρίου, την οποίαν ο Όμηρος απεκάλεσε σαόφρονα και περίφρονα — διότι τοιαύτα κοσμητικά επίθετα αποδίδει εις την Πηνελόπην ο ποιητής εκείνος — ή και η ομώνυμος αυτής σύζυγος του Αβραδάτα, περί της οποίας προ μικρού ωμιλήσαμεν.
Η θεια-Συνοδιά τον ηκολούθει αργοπατούσα επί του υγρού στενού δρομίσκου, όπου προ μικρού είχε πατηθή και σκληρυνθή η χιών, κατελθούσα εις λεπτόν στρώμα, και μέχρι του χθαμαλού κοιλώματος, του δρομικού και γείτονος της θαλάσσης.
Είχα μόλις καταφέρει τη γυναίκα μου ναρθή μαζί μου στην πόλη, όπου είχαμε να φάμε μαζί με μερικούς φίλους. Και το έκανα ίσια ίσια, γιατί εύρισκα πως έπρεπε να ησυχάση λίγο από το Σβεν. Κατωρθώσαμε τέλος να λησμονήσουμε την εντύπωση, που μας κάμανε τα δάκρυα του μικρού, και περάσαμε μιαν ευχάριστη μέρα στην πόλη, όπως πάντα, όταν ξέραμε πως δεν είμαστε υποχρεωμένοι να μείνουμε κει.
Της έφερεν άρτον, τεμάχιον κρύου βραστού, υπόλοιπον του γεύματος, τυρίον, νερόν, ποτήριον οίνου, και την εγκατέστησεν επάνω εις τον σοφάν του μικρού κατωγείου, του χρησιμεύοντος ως αποθήκη διαφόρων οικιακών σκευών.
Καιρός ήτο ν' αναπνεύση πλέον τον αέρα του βουνού, πριν οι διώκται χωροφύλακες την κλείσωσιν, ίσως διά βίου, εις τα υγρά και ανήλια υπόγεια της ανθρωπίνης θέμιδος. Εξήλθε, και, κάτω εις τα βάθη της ψυχής της, εμινύριζεν ακόμη η θρηνώδης φωνή του βρέφους, του μικρού κορασίου του αδικοθανόντος.
Οι δε Αθηναίοι, επειδή είχαν πάθει πολλά από την νόσον και τον προ μικρού αρξάμενον και ήδη εις ακμήν ευρισκόμενον πόλεμον, ενόμισαν ότι μέγα θα ήτο το έργον, εάν μαζί με τάλλα επεχείρουν τον πόλεμον και κατά της Λέσβου, η οποία είχε ναυτικόν και δύναμιν ακεραίαν, και δεν επίστευσαν κατ' αρχάς εις την κατηγορίαν εκείνην, διά μόνον τον λόγον ότι επεθυμούσαν να ήτο ψευδής· εν τούτοις, αφού έπεμψαν πρέσβεις εις τους Μυτιληναίους και δεν ηδυνήθησαν να τους πείσουν να παύσουν την συνάθροισιν και τας πολεμικάς παρασκευάς, ήρχισαν να φοβώνται και ηθέλησαν να τους προλάβουν.
Ο Ζάχος συνωφρυώθη και δεν είπε τίποτε. Η Μαλάμω έσφιξε πάλιν αυτόν επί της καρδίας της, προσβλέπουσα με βλέμμα παρακλητικόν την Παναγίαν μικρού εικονισματίου, εις μίαν γωνίαν του οικίσκου ανηρτημένου και τον ώθησε προς την θύραν. — Μα για στάσου, στάσου! εφώναξεν αίφνης, μειδιώσα. — Τ' ένε; ηρώτησεν ο Ζάχος, ιστάμενος. — Δέσε καλά το πόσι σου, καϋμένε!
Η γέφυρα ήτο υψωμένη ακόμη, αν και ο ήλιος είχεν ανατείλει προ μικρού. Ο βοσκός δεν ηδυνήθη την ώραν εκείνην να μη ενθυμηθή τον παραγυιόν του και ηπόρει τι να έγεινε. Εκ της απορίας έμελλε να εξαχθή ο βοσκός πριν μάλιστα ερωτήση. Ασθμαίνων ο πτωχός Τσόμπανος εστάθη αριστερόθεν, κρυπτόμενος παρά την βάσιν του υψηλού πετρίνου θριγκού, και ήρχισε μεγαλοφώνως να καλή τον πυλωρόν του φρουρίου·
Είχεν ενώπιον αυτού, επί των γονάτων του, κομψόν καινουργή πίλον, ον είχε χαρίσει εις αυτόν η κυρία του προ μικρού, αλλά και αυτού η θέα δεν ίσχυε να ιλαρύνη το πρόσωπόν του. Τι είχεν; Ενθυμείτο την μικράν νηπιακήν του ηλικίαν και τον πατρικόν αυτού οίκον.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν